Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι ειδικοί για την αυξανόμενη κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων, τα οποία, όπως προκύπτει από μελέτες, συνδέονται με σοβαρά προβλήματα υγείας.

Μεγάλη ανασκόπηση ερευνών που έχουν δημοσιευτεί στο Lancet δείχνει πως τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα (UPF) συνδέονται με βλάβες σε κάθε κύριο σύστημα οργάνων του ανθρώπινου σώματος και αποτελούν σοβαρή απειλή για τη δημόσια υγεία, ενώ οι επιστήμονες προτείνουν διάφορους τρόπους αντιμετώπισης της αυξημένης κατανάλωσης τέτοιων τροφίμων, η οποία φαίνεται πως βρίσκεται σε έξαρση τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, τα UPF εκτοπίζουν ραγδαία τα φρέσκα τρόφιμα από τη διατροφή παιδιών και ενηλίκων σε κάθε ήπειρο και συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο για πολλά προβλήματα υγείας, όπως παχυσαρκία, διαβήτη τύπου 2, καρδιοπάθειες και κατάθλιψη.

Τα UPFs είναι εμπορικά προϊόντα κατασκευασμένα από φθηνά βιομηχανικά συστατικά, όπως υδρογονωμένα έλαια, καθώς και πρόσθετα τροφίμων, όπως χρωστικές, τεχνητά γλυκαντικά, γαλακτωματοποιητές.

Η απότομη αύξηση στην κατανάλωση UPF παγκοσμίως τροφοδοτείται από εταιρείες που κινούνται με αποκλειστικό κίνητρο την αύξηση του κέρδους και χρησιμοποιούν επιθετικές τακτικές για να ενισχύσουν την κατανάλωση, να διαστρεβλώσουν την επιστημονική συζήτηση και να αποτρέψουν τη ρύθμιση, σύμφωνα με τα στοιχεία της ανασκόπησης.

Τα ευρήματα, από τρεις δημοσιευμένες μελέτες στο Lancet, έρχονται σε μια περίοδο όπου εκατομμύρια άνθρωποι καταναλώνουν όλο και περισσότερα UPF, όπως έτοιμα γεύματα, δημητριακά, μπάρες πρωτεΐνης, αναψυκτικά και fast food.

Ενδεικτικά, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ, πάνω από το μισό της μέσης διατροφής αποτελείται πλέον από UPF. Για κάποιους -ιδίως νεότερους ή φτωχότερους- μια διατροφή που αποτελείται έως και κατά 80% από UPF θεωρείται πλέον συνηθισμένη.

Σύμφωνα με στοιχεία από εθνικές έρευνες, η εκτιμώμενη συμβολή των UPFs στις συνολικές αγορές τροφίμων των νοικοκυριών ή στην ημερήσια πρόσληψη έχει τριπλασιαστεί στην Ισπανία (από 11% σε 32%) και την Κίνα (από 4% σε 10%) τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, και έχει αυξηθεί (από 10% σε 23%) στο Μεξικό και τη Βραζιλία τις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες. Στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκε ελαφρώς τα τελευταία είκοσι χρόνια, διατηρώντας επίπεδα άνω του 50%.

Οι κίνδυνοι από την κατανάλωση UPF – «Βλάπτουν κάθε βασικό σύστημα οργάνων»

Τα στοιχεία που εξέτασαν 43 κορυφαίοι διεθνείς ειδικοί δείχνουν ότι οι δίαιτες πλούσιες σε UPF συνδέονται με υπερκατανάλωση, κακή θρεπτική ποιότητα και μεγαλύτερη έκθεση σε επιβλαβείς χημικές ουσίες και πρόσθετα.

Μια συστηματική ανασκόπηση 104 μακροχρόνιων μελετών έδειξε ότι 92 από αυτές κατέγραψαν αυξημένους κινδύνους για μία ή περισσότερες χρόνιες ασθένειες, καθώς και αυξημένη πρώιμη θνησιμότητα από κάθε αιτία.

Ένας από τους συγγραφείς των μελετών, ο Κάρλος Μοντέιρο, καθηγητής δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο, είπε ότι τα ευρήματα υπογραμμίζουν γιατί απαιτείται άμεση δράση κατά των UPF.

«Η πρώτη έρευνα σε αυτή τη σειρά του Lancet δείχνει ότι τα υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα βλάπτουν κάθε βασικό σύστημα οργάνων του ανθρώπινου σώματος. Τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα ότι ο άνθρωπος δεν είναι βιολογικά προσαρμοσμένος να τα καταναλώνει.»

Ο ίδιος και οι συνεργάτες του στη Βραζιλία δημιούργησαν το σύστημα ταξινόμησης Nova, το οποίο ομαδοποιεί τα τρόφιμα ανάλογα με το επίπεδο επεξεργασίας: από το 1 -μη επεξεργασμένα ή ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα, όπως τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά- έως το 4, τα υπερεπεξεργασμένα.

Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει προϊόντα που έχουν υποστεί βιομηχανική παραγωγή, συχνά με τεχνητές γεύσεις, γαλακτωματοποιητές και χρωστικές. Περιλαμβάνει αναψυκτικά και συσκευασμένα σνακ -ιδιαίτερα εύγευστα, πλούσια σε θερμίδες και φτωχά σε θρεπτικά στοιχεία.

Τα UPF σχεδιάζονται επίσης ώστε να υποκαθιστούν τα φρέσκα τρόφιμα και τα παραδοσιακά γεύματα, μεγιστοποιώντας το εταιρικό κέρδος, πρόσθεσε ο Μοντέιρο.

Εκτοπίζονται τα φρέσκα τρόφιμα, τι προτείνουν οι επιστήμονες

Κάποιοι, ωστόσο, υποστηρίζουν ότι τα UPF αποτελούν μια ασαφώς ορισμένη κατηγορία και ότι τα υπάρχοντα μέτρα δημόσιας υγείας, όπως εκείνα που στοχεύουν στη μείωση ζάχαρης και αλατιού, είναι αρκετά για να αντιμετωπίσουν την απειλή.

Ο Μοντέιρο και οι άλλοι συγγραφείς της μελέτης αναγνώρισαν τις έγκυρες επιστημονικές κριτικές για το Nova και τα UPF -όπως την έλλειψη μακροχρόνιων κλινικών δοκιμών, την ακόμη ανεπαρκή κατανόηση των μηχανισμών και την ύπαρξη υποομάδων προϊόντων με διαφορετικές θρεπτικές αξίες.

Ωστόσο, τόνισαν ότι η μελλοντική έρευνα δεν πρέπει να καθυστερεί την άμεση δράση για την αντιμετώπιση της «μάστιγας» των UPF, που πλέον δικαιολογείται από τα διαθέσιμα στοιχεία.

«Η αυξανόμενη κατανάλωση υπερεπεξεργασμένων τροφίμων αναδιαμορφώνει τις δίαιτες παγκοσμίως, εκτοπίζοντας τα φρέσκα και ελάχιστα επεξεργασμένα τρόφιμα», προειδοποίησε ο Μοντέιρο.

«Αυτή η αλλαγή στο τι τρώνε οι άνθρωποι τροφοδοτείται από ισχυρές πολυεθνικές εταιρείες που παράγουν τεράστια κέρδη προωθώντας τα UPF, με εκτεταμένο μάρκετινγκ και πολιτική πίεση ώστε να εμποδίσουν ουσιαστικές πολιτικές δημόσιας υγείας», είπε, όπως μεταδίδει ο Guardian.

Το δεύτερο άρθρο της σειράς προτείνει πολιτικές για τη ρύθμιση και τη μείωση της παραγωγής, του μάρκετινγκ και της κατανάλωσης UPF. Αν και ορισμένες χώρες έχουν υιοθετήσει μέτρα, «η παγκόσμια αντίδραση της δημόσιας υγείας βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αντίστοιχη με εκείνη της αντικαπνιστικής πολιτικής πριν από δεκαετίες», σημείωσε.

«Οι εταιρείες, όχι οι ατομικές επιλογές, οδηγούν στην αύξηση της κατανάλωσης UPF»

Το τρίτο άρθρο υποστηρίζει ότι οι παγκόσμιες εταιρείες, και όχι οι ατομικές επιλογές, οδηγούν στην αύξηση των UPF, τα οποία αποτελούν κύρια αιτία της «πανδημίας χρόνιων ασθενειών» που συνδέεται με τη διατροφή, με τις εταιρείες να βάζουν το κέρδος πάνω απ’ όλα, όπως τονίζουν οι συγγραφείς της μελέτης.

Το βασικό εμπόδιο στην προστασία της υγείας είναι «οι εταιρικές πολιτικές δραστηριότητες, συντονισμένες σε διεθνές επίπεδο μέσω ενός παγκόσμιου δικτύου οργανώσεων-βιτρίνας, πολυσυμμετοχικών πρωτοβουλιών και ερευνητικών συνεργατών, ώστε να αντιμετωπίζουν την αντίσταση και να μπλοκάρουν τη ρύθμιση».

Ο συν-συγγραφέας της σειράς, καθηγητής Μπάρι Πόπκιν από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνα, δήλωσε: «Ζητάμε να συμπεριληφθούν τα συστατικά που αποτελούν ενδείξεις UPF στις προειδοποιητικές ετικέτες συσκευασίας, μαζί με τα υψηλά επίπεδα κορεσμένων λιπαρών, ζάχαρης και αλατιού, ώστε να αποτραπούν ανθυγιεινές αντικαταστάσεις συστατικών και να καταστεί πιο αποτελεσματική η ρύθμιση.»

Οι συγγραφείς προτείνουν επίσης αυστηρότερους περιορισμούς στο μάρκετινγκ, ειδικά σε διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά, καθώς και απαγόρευση των UPF σε δημόσιους χώρους όπως σχολεία και νοσοκομεία. Προτείνουν ακόμη περιορισμούς στις πωλήσεις και την προβολή UPF στα σούπερ μάρκετ.

Ένα παράδειγμα που παρουσιάζεται ως «success story» είναι το εθνικό πρόγραμμα σχολικών γευμάτων της Βραζιλίας, το οποίο έχει καταργήσει τα περισσότερα UPF και θα απαιτεί έως το 2026 το 90% των προσφερόμενων τροφών να είναι φρέσκα ή ελάχιστα επεξεργασμένα.

Επιστήμονες που δεν συμμετείχαν στη μελέτη καλωσόρισαν την ανασκόπηση των στοιχείων, αλλά ζήτησαν περαιτέρω έρευνα για τα UPF, επισημαίνοντας ότι η συσχέτιση με βλάβες στην υγεία δεν συνεπάγεται απαραίτητα αιτιώδη σχέση.