Σουηδία, 1958: έπειτα από δύο απογοητευτικές εμφανίσεις, ο προπονητής της Σελεσάο Vicente Feola αποφασίζει ότι ήρθε η ώρα να ρίξει στο τρίτο ματς του Παγκοσμίου Κυπέλλου δύο νέους και άπειρους παίκτες, δυο φιντάνια δηλαδή που έμελλε να αλλάξουν την ποδοσφαιρική μοίρα: τον Πελέ και τον Γκαρίντσα!

Πριν από το ματς μάλιστα, ο Feola πήρε κατά μέρος τον αρχηγό της Βραζιλίας, Ντιντί, και του είπε: «Μην ξεχνάς, η πρώτη μπάλα θα πάει στον Γκαρίντσα». Τα επόμενα τρία λεπτά έχουν χαρακτηριστεί ως το κορυφαίο τρίλεπτο της ποδοσφαιρικής ιστορίας!

Γεννημένος με παραμορφωμένη σπονδυλική στήλη και στραβά και άνισα πόδια, ο Γκαρίντσα («Μικρό Πουλάκι», όπως τον έλεγε τρυφερά η αδερφή του), αψήφησε τη Φύση και τις υποδείξεις των γιατρών γινόμενος όχι μόνο επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αλλά ένα από τα λαμπρά φαινόμενα της στρογγυλής θεάς.

Ένας από τους κορυφαίους μπαλαδόρους όλων των εποχών, από τους παίκτες που αποδείκνυαν στην πράξη ότι η μπάλα είναι τέχνη, ο Γκαρίντσα διέθετε καταιγιστικά ξεσπάσματα, φοβερό σουτ και απαράμιλλες ικανότητες στην ντρίμπλα. Κάτι που ξεσήκωνε τις εξέδρες και τρομοκρατούσε τους αντιπάλους.

Μαγικός, εκρηκτικός και απρόβλεπτος, ο θρύλος του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου με την εκπληκτική τεχνική κατάρτιση, την κοφτή ντρίμπλα, τη φαντασία, τη φινέτσα και την ταχύτητά του συνέβαλε τα μέγιστα στον διπλό βραζιλιάνικο θρίαμβο στα Μουντιάλ του 1958 και του 1962: «Ο Γκαρίντσα ήταν παίκτης φαινόμενο. Χωρίς αυτόν δίπλα μου, δεν θα είχα κερδίσει ποτέ 3 Παγκόσμια Κύπελλα», έλεγε ο Πελέ.

Δεν θα έπαιρνε πολύ στη Σελεσάο να βάλει στο στόχαστρο τον Γκαρίντσα, με το φιντάνι να κάνει το ντεμπούτο του στην Εθνική Βραζιλίας στην ισοπαλία με 1-1 με τη Χιλή τον Σεπτέμβριο του 1955. Ο Γκαρίντσα μέτρησε στη διεθνή του καριέρα 50 συμμετοχές και 12 γκολ στη Σελεσάο, σκοράροντας 5 φορές σε ματς τελικής φάσης Μουντιάλ.

Και βέβαια 5 χρόνια μετά το ντεμπούτο του σε σύλλογο της Βραζιλίας, ο Γκαρίντσα στέφθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής στη Σουηδία το 1958, στην πρώτη από τις 5 παγκόσμιες κούπες της Σελεσάο.

Εκεί, παρέα με το άλλο 17χρονο φιντάνι, τον Πελέ, άρχισαν να σκαρφαλώνουν στα πρωτοσέλιδα του αθλητικού Τύπου με τα καμώματά τους…

Οι καλύτερες ώρες του Γκαρίντσα όμως έμελλε να έρθουν 4 χρόνια αργότερα, στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962, κάνοντας την εφημερίδα της Χιλής «Mercurio» να αναρωτηθεί, μετά τον αποκλεισμό της διοργανώτριας Χιλής από τη Σελεσάο στα ημιτελικά, «από ποιον πλανήτη είναι ο Γκαρίντσα;»!

Ο Πελέ τραυματίζεται και όλο το βάρος πέφτει στον Γκαρίντσα, ο οποίος με την «ντρίμπλα του Θεού» ξελασπώνει τη Σελεσάο! Στέφεται κορυφαίος παίκτης του Μουντιάλ με μαγικές ενέργειες και 4 σημαντικότατα γκολ, που τον έφεραν στην πρώτη θέση των σκόρερ της αναμέτρησης (αν και όχι μόνο). «Μόνο δύο άνθρωποι στην Ιστορία κατάφεραν να κατακτήσουν ένα Παγκόσμιο Κύπελλο μόνοι τους: Ο Μαραντόνα το 1986 και ο Γκαρίντσα το 1962», είπε βραζιλιάνος δημοσιογράφος και είχε απόλυτο δίκιο.

Κατακτώντας δύο απανωτά Παγκόσμια Κύπελλα, ο Γκαρίντσα είναι πια παγκόσμιος μύθος. Κι αν δεν υπήρχε ο ογκόλιθος Πελέ, ο Γκαρίντσα θα φιγούραρε ως ο κορυφαίος βραζιλιάνος «ζογκλέρ» όλων των εποχών!

Η τελευταία εμφάνιση του «αγγέλου με τα λυγισμένα πόδια», όπως τον ήθελε βραζιλιάνος ποιητής, σε διεθνή διοργάνωση ήταν στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966 στην Αγγλία, συνεχίζοντας να επιδεικνύει τις ριπές της ποδοσφαιρικής του διάνοιας που τον είχαν κάνει θρύλο των γηπέδων. Δυστυχώς όμως γι’ αυτόν, η Σελεσάο ήταν πια σκιά του αλλοτινού μεγάλου εαυτού της και δεν κατάφερε καν να προκριθεί στην επόμενη φάση, χάνοντας τόσο από την Ουγγαρία όσο και την Πορτογαλία.

Ο Γκαρίντσα έπαιξε στα δύο πρώτα ματς, σκοράροντας στη μόνη νίκη της Βραζιλίας, στο ματς με τη Βουλγαρία…