Φέτος το καλοκαίρι αναμένεται να εγκριθούν στην αμερικανική αγορά δύο φάρμακα που προσφέρουν πλήρη ίαση στα περισσότερα κρούσματα ηπατίτιδας C. Η ασθένεια δεν είναι ευρέως γνωστή, μολύνει όμως έως και το 3% του παγκόσμιου πληθυσμού, συνήθως χωρίς να γίνεται αντιληπτή.

«Εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή θεραπείας» σχολίασε ο Τζον Γουόρντ, αρμόδιος για τις έρευνες κατά της ηπατίτιδας C στα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC).

Οι σημερινές φαρμακευτικές αγωγές για την επικίνδυνη χρόνια λοίμωξη βασίζονται σε κοκτέιλ δύο ουσιών αλλά αποτυγχάνουν να εκριζώσουν τον ιό περίπου στο 60% των ασθενών.

Οι τελευταίες δοκιμές δείχνουν ότι η προσθήκη ενός τρίτου φαρμάκου στο κοκτέιλ -είτε της τελαπιβίρης που ανέπτυξε η Vertex Pharmaceuticals, είτε της μποσεπρεβίρης της Merck- αυξάνει το ποσοστό επιτυχίας στο 65% με 75%.

Στους ασθενείς αυτούς επιτυγχάνεται πλήρης ίαση -κανένα ίχνος του ιού δεν ανιχνεύεται στο ήπαρ έξι μήνες μετά την τελευταία δόση των φαρμάκων.

Επιπλέον, όμως, η προσθήκη του τρίτου φαρμάκου μειώνει στο μισό τη διάρκεια της θεραπείας, από τον ένα χρόνο στους έξι μήνες.

Ο ιός της ηπατίτιδας C (HCV) προσβάλλει τα κύτταρα του συκωτιού και σε διάστημα μερικών δεκαετιών μπορεί να προκαλέσει κίρρωση του ήπατος και τελικά καρκίνο. Μεταδίδεται από μολυσμένο αίμα, και τα περισσότερα κρούσματα αποδίδονται σε ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών και σε μεταγγίσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν αρχίσουν να ελέγχονται για τον ιό οι μονάδες αίματος.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, η ασθένεια γίνεται αντιληπτή στη διάρκεια ιατρικών εξετάσεων ρουτίνας.

Εμβόλιο για τον HCV ακόμα δεν υπάρχει.

Ακόμα και με τα δύο νέα φάρμακα, η αγωγή για την εκρίζωση του ιού έχει σοβαρές παρενέργειες και ορισμένοι ασθενείς δεν μπορούν να υπομείνουν.

Σήμερα, το φαρμακευτικό κοκτέιλ κατά του HCV περιλαμβάνει συνήθως ένα γενικό αντι-ιικό φάρμακο που ονομάζεται ριμπαβιρίνη, καθώς και ενδοφλέβια ιντερφερόνη-α, μια πρωτεΐνη που ενισχύει την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.

H προσθήκη τελαπιβίρης ή μποσεπρεβίρης αυξάνει μεν την αποτελεσματικότητα, αυξάνει όμως και τις παρενέργειες -δερματικό έκθεμα και αναιμία αντίστοιχα.

Οι δύο αμερικανικές φαρμακευτικές εταιρείες ελπίζουν να λάβουν έγκριση από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) το καλοκαίρι.

πηγή: pathfinder