Τις επιπτώσεις της κρίσης και των πολιτικών λιτότητας στην υγεία των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έρχεται να καταδείξει νέα επιστημονική μελέτη, επισημαίνοντας ότι οι περικοπές κοστίζουν ζωές.

Στην μελέτη για την υγεία στην Ευρώπη, που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση Lancet, τονίζεται πως ουσιαστικά έχουμε μια αντιστροφή της τάσης που υπήρχε ως το 2007. Οι αυτοκτονίες και οι μεταδοτικές ασθένειες αυξάνονται, την ίδια στιγμή που η ανεργία ωθεί όλο και περισσότερους ανθρώπους στην κατάθλιψη. Ταυτόχρονα, η μείωση του εισοδήματος σημαίνει ότι λιγότεροι άνθρωποι μπορούν να απευθυνθούν σε γιατρό ή να αγοράσουν φάρμακα.

Ωστόσο, όπως επισημαίνεται ότι οι πολιτικοί δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε ένα ισχυρό σύστημα πρόνοιας, που η λιτότητα δεν επιτρέπει.

«Υπάρχει σαφές ζήτημα άρνησης της πραγματικότητας για τις επιπτώσεις της κρίσης στην υγεία, παρά το ότι είναι πολύ προφανείς… Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θεσμική υποχρέωση να αξιολογήσει τις επιπτώσεις των σχεδίων που εφαρμόζει στην Υγεία, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει κάνει καμία μελέτη για όσα προκαλούν τα μέτρα λιτότητας που επιβάλλει η τρόικα», σημείωσε ο Martin McKee του ευρωπαϊκού παρατηρητηρίου για τις πολιτικές και τα συστήματα υγείας, που υποστηρίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.

Ο ίδιος επισημαίνει ότι η αποτυχία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της Κομισιόν να αντεπεξέλθουν στις επιπτώσεις που έχει η πολιτική της στην υγεία θυμίζει την τακτική που ακολούθησαν οι καπνοβιομηχανίες σε σχέση με τους περιορισμούς στο κάπνισμα.

Ωστόσο, η περίπτωση της Ισλανδίας υπενθυμίζει ότι υπάρχει εναλλακτική λύση.

Κι αυτό γιατί, παρά την σαρωτική κρίση χρέους, η Ισλανδία απέρριψε το σχέδιο λιτότητας, διεξήγαγε δημοψήφισμα και συνέχισε να επενδύει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Ως αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι δεν καταγράφηκαν καταστροφικά αποτελέσματα στο χώρο της υγείας από τότε που ενέσκηψε η κρίση.

Η οικονομία της Ισλανδίας μπήκε και πάλι σε τροχιά ανάκαμψης, αλλά μία δύσκολη ανάκαμψη και με τον πληθωρισμό να παραμένει πεισματικά υψηλός.

Αντίθετα, ο McKee και οι συνεργάτες του ανέφεραν ότι τα συστήματα υγείας δέχονται πιέσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, περιλαμβανομένων της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας κι αυτό έχει μία σειρά από αρνητικές επιπτώσεις.

Συγκεκριμένα, παρατηρείται μία αυξανόμενη τάση οι ασθενείς να αναζητούν ετεροχρονισμένα ιατρική βοήθεια, παρότι αυτό μειώνει τις πιθανότητες έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας, ενώ ταυτόχρονα καθιστά, μακροπρόθεσμα, ακριβότερη την αντιμετώπιση για τα Ταμεία.

Εν τω μεταξύ, την Ελλάδα τα νοσοκομεία αγωνίζονται να διατηρήσουν έστω τις βασικές προδιαγραφές λειτουργίας, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι ενδονοσοκομειακές, ανθεκτικές στα αντιβιοτικά, λοιμώξεις, ενώ υπάρχουν ελλείψεις σειράς κρίσιμης σημασίας φαρμάκων, μεταξύ τους και αυτών για την επιληψία.