Απλήρωτη έμεινε μία στις τέσσερις επιταγές που κατατέθηκε στις τράπεζες κατά την πρώτη μέρα ανοίγματος των καταστημάτων και άρσης της αργίας την περασμένη Δευτέρα. Το ποσοστό των ακάλυπτων επιταγών εκτοξεύθηκε στο 27%, όταν ο μέσος όρος του πρώτου εξαμήνου δεν ξεπερνά το 3%.

Σύμφωνα με την Καθημερινή, τα στοιχεία από τις τράπεζες αποκαλύπτουν το πρόβλημα που συσσωρεύθηκε στην αγορά και στις επιχειρήσεις της χώρας κατά τη διάρκεια των τριών εβδομάδων της τραπεζικής αργίας, διάστημα στο οποίο οι επιταγές δεν μπορούσαν να εξοφληθούν και ουσιαστικά η διάρκειά τους είχε παγώσει.

Με το άνοιγμα των τραπεζικών καταστημάτων και τη δυνατότητα που δόθηκε με τη νέα Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την κατάθεση επιταγών, εκατοντάδες επιχειρήσεις και επαγγελματίες έσπευσαν να καταθέσουν τις επιταγές που είχαν στα χέρια τους και οι οποίες είχαν λήξει στο μεσοδιάστημα ή επρόκειτο να λήξουν άμεσα. Ετσι την πρώτη μέρα σε λογαριασμό τράπεζας κατατέθηκαν επιταγές αξίας άνω των 600 εκατ. ευρώ, τη δεύτερη μέρα περί τα 400 εκατ. ευρώ και την τρίτη ημέρα περί τα 200 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί ότι τα ποσά είναι ενδεικτικά και μέρος μόνο της αξίας των επιταγών που κατατέθηκαν προς εξόφληση, καθώς σε αυτά δεν περιλαμβάνονται οι επιταγές μεγάλης αξίας που συμψηφίζονται μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος.

Επειτα από τρεις εβδομάδες τραπεζικής αργίας εκατοντάδες επιχειρήσεις και επαγγελματίες βρέθηκαν ενώπιον άδειων λογαριασμών, αδυνατώντας να εξοφλήσουν τις επιταγές που είχαν στα χέρια τους, χωρίς ωστόσο κανείς να προσδιορίσει με ασφάλεια πόσοι από τους λογαριασμούς αυτούς «άδειασαν» λόγω έλλειψης ρευστότητας στην αγορά ή μέσα από κινήσεις μεταφοράς χρημάτων σε άλλους λογαριασμούς, στις οποίες προχώρησαν πολλές επιχειρήσεις σε μια προσπάθεια να προστατευθούν οι καταθέσεις ή να διαχειριστούν το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετώπισαν. Ο μεγάλος αριθμός απορρίψεων που καταγράφηκε την πρώτη μέρα με το ποσοστό να φθάνει το 27%, αλλά και τη δεύτερη που έφτασε το 17% έναντι 3% που ήταν για όλο το πρώτο εξάμηνο του 2015, οδηγεί νομοτελειακά σε αύξηση του αριθμού των επιταγών που επρόκειτο να σφραγιστούν τις επόμενες μέρες και μετά την πάροδο των οκτώ ημερών που προβλέπει ο νόμος ως περιθώριο για την πληρωμή τους.