Στο 8,2% ανήλθε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το γ’ τρίμηνο φέτος, έναντι 8,6% το β’ τρίμηνο 2025 και 9% το γ’ τρίμηνο πέρυσι. Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 393.162 άτομα, παρουσιάζοντας μείωση κατά 4,5% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση κατά 8,2%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, με περίπου 231.000 άτομα από τους ανέργους να είναι μακροχρόνια άνεργοι (αναζητούν εργασία ένα έτος ή περισσότερο).
Στις γυναίκες το ποσοστό της ανεργίας διαμορφώθηκε σε 10,6% και στους άνδρες σε 6,1%.
Ηλικιακά, τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται στις ομάδες 15-19 ετών (25,1%) και 20-24 ετών (17,2%). Ακολουθούν οι ηλικίες 25-29 ετών (13,5%), 30-44 ετών (8,2%), 65 ετών και άνω (6,6%) και 45-64 ετών (6,2%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις πρώτες τρεις θέσεις βρίσκονται η Δυτική Μακεδονία (16,5%), η Δυτική Ελλάδα (10,5%) και η Κεντρική Μακεδονία (10,4%). Ακολουθούν η Ανατολική Μακεδονία-Θράκη (9,9%), η Στερεά Ελλάδα (9,6%), η Πελοπόννησος (8,7%), η Ήπειρος (8,5%), η Αττική (8,2%), η Θεσσαλία (5,5%), το Βόρειο Αιγαίο (3,7%), η Κρήτη (3,1%), τα Ιόνια Νησιά (2,7%) και το Νότιο Αιγαίο (1,9%).
Ο βασικός λόγος που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι διότι η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (28,5%). Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 22%. Το ποσοστό των ανέργων που αναζητούν εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι) ανέρχεται σε 58,7%. Η πλειονότητα των ανέργων έχει ολοκληρώσει έως Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (59,1%). Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΔ) ανέρχεται σε 23,3%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 13%.
Σύμφωνα, επίσης, με την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 4.402.914 άτομα, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 0,4% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση κατά 1,8% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Το γ’ τρίμηνο του 2025, το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζεται ως μισθωτοί (72,5%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (17,3%). Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 5%, παρουσιάζοντας μείωση κατά 13% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση κατά 19,5% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία ανέρχεται σε 10,6%, καταγράφοντας μείωση κατά 2,8% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση κατά 3,3% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (23,5%) και οι επαγγελματίες (21,7%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (11,1%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (6,8%). Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται, επίσης, στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (15%) και η μεγαλύτερη μείωση στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (19,8%).
Από την άποψη της εξέλιξης της κατανομής του πλήθους των απασχολουμένων σε ευρείες ομάδες επαγγελμάτων παρατηρείται ότι από το α’ τρίμηνο του 2014 αυξάνεται το ποσοστό των απασχολουμένων σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα χαμηλής εξειδίκευσης -τάση που αντιστρέφεται σε κάποιο βαθμό από το 2021- ενώ εμφανίζει άνοδο ξανά από το 2023. Το ποσοστό των απασχολουμένων σε χειρωνακτικά επαγγέλματα με εξειδίκευση παρουσιάζει πτώση έως το 2020 και αύξηση στη συνέχεια, με τάση σταθεροποίησης. Το ποσοστό στα μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης ακολουθεί αυξητική πορεία μετά το 2015, με αυξομειώσεις, ενώ το ποσοστό των απασχολουμένων σε στοιχειώδη επαγγέλματα παραμένει σχετικά σταθερό. Το ποσοστό των απασχολουμένων σε γεωργία, δασοκομία, κτηνοτροφία και αλιεία εμφανίζει πτωτική πορεία από το 2014.
Από την εξέλιξη του ποσοστού των απασχολουμένων σε ευρείς τομείς οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο α’ τρίμηνο 2014-γ’ τρίμηνο 2025 παρατηρείται αύξηση, με μεγάλες διακυμάνσεις, στο ποσοστό όσων εργάζονται στον τομέα που περιλαμβάνει το εμπόριο, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες, τα ξενοδοχεία και την εστίαση. Μείωση παρατηρείται στον κλάδο της γεωργίας, της δασοκομίας και της αλιείας, ενώ, μετά το 2022, σημειώνεται αύξηση στο ποσοστό όσων εργάζονται στον τομέα των κατασκευών. Μετά το 2020 παρατηρείται ελαφρά άνοδος στον τομέα της βιομηχανίας-ενέργειας και αύξηση στον τομέα των χρηματοπιστωτικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Το 53,6% των απασχολουμένων δηλώνει ότι εργάστηκε 40-47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (19,4%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (79,5%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς. Το 5,8% των απασχολουμένων δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 1,6% είναι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης, οι οποίοι θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερο και θα μπορούσαν να αρχίσουν να εργάζονται περισσότερο μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, και το 1,4% έχει παραπάνω από μία εργασία.
Τέλος, τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού» (δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία) ανήλθαν σε 4.204.623. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών ανήλθαν σε 2.959.279. Ο αριθμός τους μειώθηκε κατά 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,4% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η πλειονότητα των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού, ηλικίας 15-74 ετών, είτε δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (48,5%) είτε έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία εργασία τους (27,7%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία 8 έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (64,4%) ή επειδή η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (11,7%).
Το 93,3% των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού δηλώνει ότι δεν θέλει να εργαστεί. Το 0,5% δηλώνει ότι αναζητεί εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι να την αναλάβουν, ενώ το 2,9% δηλώνει ότι είναι διαθέσιμοι για να αναλάβουν εργασία άμεσα αλλά δεν αναζητούν.