Το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε αργά την Παρασκευή (11/2) ότι οι δυτικές χώρες, με τη βοήθεια μέσων ενημέρωσης, διαδίδουν παραπληροφόρηση υποδηλώνοντας ότι η Μόσχα μπορεί να σχεδιάζει να εισβάλει στην Ουκρανία.

Το υπουργείο ανέφερε σε ανακοίνωση που ανάρτησε στην ιστοσελίδα του ότι οι δυτικές χώρες προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή από τις δικές τους επιθετικές ενέργειες.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν νωρίτερα ότι η Ρωσία έχει συγκεντρώσει αρκετά στρατεύματα κοντά στην Ουκρανία για να εξαπολύσει μεγάλη εισβολή, η οποία πιθανότατα θα αρχίσει με αεροπορική επίθεση.

Επιπροσθέτως ο σύμβουλος του Λευκού Οίκου σε θέματα εθνικής ασφάλειας, Τζέικ Σάλιβαν δήλωσε το βράδυ της Παρασκευής (11/2): «Ανά πάσα στιγμή», ακόμη και πριν από τη λήξη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, που είναι προγραμματισμένη για τις 20 Φεβρουαρίου, θα μπορούσε να λάβει χώρα μια εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Με το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, μάλιστα να αναφέρει και συγκεκριμένη ημερομηνία επικαλούμενο τη CIA. Όπως αναφέρει το περιοδικό, η CIA αναμένει ρωσική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας στις 16 Φεβρουαρίου.

Το Κρεμλίνο εκπλήσσεται γιατί πολιτικοί της Δύσης «αδυνατούν να διαβάσουν» τις συμφωνίες του Μινσκ

«Είναι ολοφάνερο ότι κορυφαία πρόσωπα στην ενεργό παγκόσμια διπλωματία δυσκολεύονται να αναγνώσουν το πολύ σύντομο και απολύτως σαφές κείμενο του “πλέγματος μέτρων”», το βασικό δηλαδή περιεχόμενο των συμφωνιών του Μινσκ, δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ. Γι’ αυτό και παρατηρείται να συνεδριάζουν υψηλόβαθμοι πολιτικοί σύμβουλοι των αρχηγών κρατών του «κουαρτέτου του Μινσκ», να διαβάζουν το ίδιο και το αυτό κείμενο και «να αδυνατούν να καταλήξουν στην ίδια προσέγγιση», σχολίασε ο Ρώσος εκπρόσωπος.

Όπως ανακοίνωσε το ρωσικό ΥΠΕΞ «σαν σήμερα συμπληρώνονται ακριβώς επτά χρόνια από τη στιγμή που Κίεβο, Ντονιέτσκ και Λουγκάνσκ, με τη μεσολάβηση της Ρωσίας και του ΟΑΣΕ, καθώς και με τη συνδρομή του “σχήματος της Νορμανδίας” (σ.σ. Γαλλία, Γερμανία, Ρωσία, Ουκρανία), υπέγραψαν το “πλέγμα μέτρων”, το οποίο κατέστη μοναδική και χωρίς εναλλακτικές βάση της διευθέτησης της ενδοουκρανικής κρίσης» και εν συνεχεία, «μετά την έγκρισή του με το ψήφισμα 2202 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ κατέστη μέρος του διεθνούς δικαίου, υποχρεωτικό προς εφαρμογή».

«Πριν από επτά χρόνια οι πλευρές της σύγκρουσης συμφώνησαν για τήρηση του καθεστώτος κατάπαυσης πυρός, απόσυρση δυνάμεων από τη γραμμή της αντιπαράταξης, παραχώρηση στο Ντονμπάς (σ.σ. ενιαία ονομασία μεγάλου τμήματος της ΝΑ Ουκρανίας) ειδικού καθεστώτος εντός της Ουκρανίας και στους κατοίκους του αμνηστία, διεξαγωγή συνταγματικής μεταρρύθμισης με έμφαση στην αποκέντρωση, αποκατάσταση των κοινωνικών-οικονομικών σχέσεων και ανταλλαγή κρατουμένων», αναφέρει με ειδική τοποθέτησή της η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ Μαρία Ζαχάροβα, η οποία διαπιστώνει ότι «δυστυχώς τίποτε από αυτά δεν υλοποιήθηκε. Το Κίεβο συνεχίζει να σαμποτάρει τις υποχρεώσεις του, επιδεικνύοντας το αυτό δημοσίως υπό την ανοχή των δυτικών προστατών του».

Η Μ. Ζαχάροβα υπενθύμισε ότι προ ημερών «ο υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Ντμίτρο Κουλέμπα δήλωσε ότι “κανένα ειδικό καθεστώς, όπως φαντάζεται η Ρωσία, κανένα δικαίωμα βέτο δεν θα υπάρξει”, αλλά και ότι δεν προβλέπεται διάλογος με το Ντονιέτσκ και το Λουγκάνσκ από τις συμφωνίες του Μινσκ» και αναρωτήθηκε «εάν γνωρίζετε ανάγνωση, καθώς όλα αυτά δεν είναι προφορικές υποχρεώσεις, αλλά κείμενο, το οποίο είναι προσιτό και μπορεί να διαβαστεί».

«Η Ρωσία τα φαντάζεται αυτά ακριβώς όπως είναι εκεί γραμμένα και θα ήταν πολύ ευτυχής εάν και οι υπόλοιποι μετέχοντες και υπογράφοντες των συμφωνιών και τα μέλη της ίδιας της διαδικασίας επίσης βασίζονταν όχι στη θεώρησή τους, αλλά στο κείμενο», επεσήμανε η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ, σημειώνοντας ότι «είναι εξαιρετική πρακτική για όλους όσους κηρύσσουν το δίκαιο να βασίζονται στο πνεύμα και το γράμμα του νόμου και όχι να ασχολούνται με ερμηνείες», όπως και ότι το κείμενο αυτό των συμφωνιών του Μινσκ συνομολογήθηκε «από δραστήριους και υγιαίνοντες τώρα μετέχοντες της πολιτικής διαδικασίας», «αυτό συνέβη υπό την παρακολούθηση τηλεοπτικών καμερών, εξηγήθηκε μετά την υπογραφή του, μεταξύ άλλων και από Ουκρανούς αξιωματούχους».

Η υψηλόβαθμη Ρωσίδα διπλωμάτης υπογράμμισε ότι τόσο ο τότε πρόεδρος της Ουκρανίας Πετρό Ποροσένκο, όσο και ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Παύλο Κλίμκιν έκαναν λόγο για «άλμα, που έλαβε χώρα στο διπλωματικό πεδίο κατά την υπογραφή των εγγράφων αυτών, ενώ σχολίαζαν με σαφήνεια τι ήταν εκεί γραμμένο και πώς πρέπει να διαβαστεί».

Στο «πλέγμα μέτρων» «αναφέρεται ευθέως η αναγκαιότητα να συζητηθούν και να συμφωνηθούν με το Ντονμπάς τα ζητήματα, που αφορούν στο μέλλον του», σημειώνει η Μ. Ζαχάροβα, η οποία εκφράζει τη λύπη της γιατί «η υποτιμητική αντιμετώπιση του “πλέγματος μέτρων” ενισχύεται από ποιους, από εκείνους, που βρίσκονται πίσω από το Κίεβο ή μάλλον δραστήρια το μεταχειρίζεται και λόγος φυσικά γίνεται για τους Αμερικανούς καθοδηγητές».

Η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠΕΞ επικρίνει στην τοποθέτησή της την εκδοχή του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος δήλωσε πρόσφατα ότι οι προβλέψεις των συμφωνιών του Μινσκ «μπορούν να υλοποιηθούν, μόνον εάν βρεθεί η δέουσα χρονική σειρά», εκτιμώντας ότι «είναι περίεργο, που οι ΗΠΑ επιχειρούν να εντοπίσουν τη “χρονική σειρά” σε ένα έγγραφο, όπου περιγράφεται σαφώς η ακολουθία των βημάτων όλων των πλευρών». Κατά την εκτίμηση της Ρωσίδας εκπροσώπου «παρόμοιες δηλώσεις και ειδικά η σύμπτωσή τους, αποκαλύπτουν ένα πράγμα: ότι οι ΗΠΑ τάσσονται υπέρ της επανεξέτασης του “πλέγματος μέτρων” και αυτό εγκυμονεί την καταστροφή της ειρηνευτικής διαδικασίας», ενώ «όλα αυτά ενθαρρύνουν το καθεστώς του Κιέβου σε περαιτέρω αρνητικά κατορθώματα ως προς τον πληθυσμό του πρωτίστως, το διεθνές δίκαιο και την κοινή λογική». «Δυστυχώς δεν ακούμε την πρέπουσα αντίδραση στις δηλώσεις της ουκρανικής ηγεσίας και του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμεντ από τους συναδέλφους μας στο “σχήμα της Νορμανδίας”, τη Γερμανία και τη Γαλλία», υποστήριξε η Μ. Ζαχάροβα, κάνοντας λόγο για «δύο μέτρα και σταθμά», καθώς «στα λόγια εκφράζεται ετοιμότητα συνδρομής της διευθέτησης, γίνεται λόγος για κάποια αποκλιμάκωση, καλούνται άπαντες να κάνουν ο,τιδήποτε, ενώ στην πραγματικότητα απλώς παρέχεται υποστήριξη και “φουλάρεται” το Κίεβο με όπλα και αγνοούνται τα βάσανα των κατοίκων του Ντονμπάς».

Τηλεφωνική επικοινωνία Πούτιν-Μπάιντεν σήμερα Σάββατο

Οι πρόεδροι της Ρωσίας και των ΗΠΑ, Βλαντίμιρ Πούτιν και Τζο Μπάιντεν, θα συνομιλήσουν τηλεφωνικά σήμερα Σάββατο, μετέδωσε αργά απόψε το πρακτορείο RIA, επικαλούμενο τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.

Η ανακοίνωση αυτή έγινε αφού η Ουάσινγκτον κατηγόρησε την Ρωσία ότι έχει συγκεντρώσει αρκετές στρατιωτικές δυνάμεις κοντά στην Ουκρανία για να εξαπολύσει μια μεγάλη εισβολή, η οποία θα μπορούσε να ξεκινήσει με μια αεροπορική επίθεση.

Ο Πεσκόφ είπε ότι το τηλεφώνημα γίνεται με πρωτοβουλία των ΗΠΑ.

Ο Πούτιν θα μιλήσει επίσης σήμερα Σάββατο με τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, σύμφωνα με το πρακτορείο Tass.

Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους «στηρίζουν την εθνική κυριαρχία της Ουκρανίας», ανέφερε ο Λευκός Οίκος

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και οι ηγέτες των συμμαχικών χωρών, στη βιντεοκλήση που είχαν νωρίτερα την Παρασκευή (11/2) εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη συγκέντρωση ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων γύρω από την Ουκρανία αλλά και την επιθυμία τους να εξευρεθεί μια διπλωματική λύση την κρίση αυτή, ανέφερε ο Λευκός Οίκος.

Οι ηγέτες «επανέλαβαν τη στήριξή τους στην εθνική κυριαρχία» της Ουκρανίας, μετά την τηλεφωνική επικοινωνία τους την Παρασκευή (11/2), σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο.

Στη βιντεοκλήση συμμετείχαν ο πρωθυπουργός του Καναδά Τζάστιν Τριντό, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον, μεταξύ άλλων.

Ο τελευταίος, μάλιστα, δήλωσε κατά τη διάρκεια μιας τηλεδιάσκεψης με τους συμμάχους του σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία, ότι «φοβάται για την ασφάλεια της Ευρώπης».

Κυρώσεις σε τράπεζες, αλλά όχι και αποκλεισμό της Μόσχας από το σύστημα Swift εξετάζουν Ευρωπαίοι και Αμερικανοί

Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι οριστικοποιούν μια ευρεία δέσμη κυρώσεων που θα επιβληθεί στη Ρωσία εάν εισβάλει στην Ουκρανία και η οποία στοχοθετεί μεγάλες ρωσικές τράπεζες, χωρίς ωστόσο να αποκλείει τη Μόσχα από το σύστημα Swift, σύμφωνα με αμερικανικές και ευρωπαϊκές πηγές.

Οι κυρώσεις που βρίσκονται στο τραπέζι περιλαμβάνουν επίσης ελέγχους στις εξαγωγές εξαρτημάτων που κατασκευάζει η Ρωσία για τον τεχνολογικό και τον αμυντικό τομέα. Επίσης, θα επιβληθούν κυρώσεις σε συγκεκριμένους Ρώσους ολιγάρχες, σύμφωνα με τρεις πηγές που έχουν γνώση των συνομιλιών.

Ένας Αμερικανός αξιωματούχος είπε ότι στις ρωσικές τράπεζες που θα στοχοθετηθούν ενδέχεται να περιλαμβάνονται οι VTB και Sberbank, οι δύο μεγαλύτερες στη Ρωσία. Και στις δύο είχαν επιβληθεί κυρώσεις από το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, περιορίζοντας έτσι τη δυνατότητά τους να συγκεντρώνουν κεφάλαια στις ΗΠΑ. Οι ευρύτερες κυρώσεις τώρα όμως θα είχαν σημαντικότερες συνέπειες. Ενδέχεται πάντως να συνοδεύονται από ορισμένες περιόδους χαλάρωσης και κάποιες εξαιρέσεις, ώστε να περιοριστεί η ζημία στις αμερικανικές και συμμαχικές εταιρείες.

Ο πλήρης αποκλεισμός της Ρωσίας από το σύστημα Swift δεν είναι υπό συζήτηση, αφού ευρωπαϊκές χώρες εξέφρασαν σημαντικές αντιρρήσεις καθώς φοβούνται ότι δισεκατομμύρια δολάρια εκκρεμών δανείων που έχουν στη Ρωσία θα μείνουν απλήρωτα.

«Ο στόχος είναι να σχεδιαστούν κυρώσεις που θα έπλητταν πραγματικά τους Ρώσους, αποφεύγοντας τις παράπλευρες ζημίες σε εκείνους που θα τις επιβάλουν, καθώς αναγνωρίζουμε ότι οι κυρώσεις θα έπλητταν σκληρότερα την Ευρώπη», είπε η μία από τις πηγές.