«Είναι δύσκολο να είσαι φρικιό», διαμαρτυρόταν η ανεπανάληπτη και μια κατηγορία από μόνη της τραγουδίστρια, ηθοποιός και μοντέλο Γκρέις Τζόουνς, η οποία βάσισε ακριβώς τη μακροχρόνια καριέρα της των 30 ετών στον τρόμο που προκαλούσε σε γυναίκες και άντρες. Ακόμα και οι κοντινότεροι φίλοι της δηλώνουν ότι το όνομά της συνεπάγεται κίνδυνο, κι αυτό είναι το μοτίβο που χαρακτήρισε τόσο την προσωπική ζωή όσο και την επαγγελματική της καριέρα. Το σύμβολο της ντίσκο σκηνής της δεκαετίας του 1970 και μούσα του Άντι Γουόρχολ έφτασε να πλαισιώσει τον Σβαρτσενέγκερ στον «Κόναν τον Βάρβαρο» και να μετατραπεί στο πρώτο αφρο-αμερικανικό Bond Girl, πριν επιτεθεί στον παρουσιαστή Russell Harty σε αυτό που λογίζεται ακόμα ως μια από τις πλέον σοκαριστικές τηλεοπτικές σκηνές! Ό,τι κι αν έκανε ο ζωντανός θρύλος Γκρέισι Τζόουν το περιέβαλλε πάντα με τις απαραίτητες δόσεις εκκεντρικότητας, τρόμου και εξαλλοσύνης. Σύμβολο της μουσικής βιομηχανίας και της διεθνούς πασαρέλας από τη στιγμή που ο πρώην σύντροφός της και μακροχρόνιος συνεργάτης της, ο σπουδαίος γάλλος φωτογράφος Ζαν-Πολ Γκουντ, τη μετέτρεψε από ανθρώπινο ον σε σχεδόν εξωγήινη ανδρόγυνη σιλουέτα, η Γκρέις έμοιαζε πάντα έτοιμη, με το κοντοκουρεμένο αγορίστικο μαλλί και τη σχεδόν αντρική κορμοστασιά της, να μετατραπεί σε πάνθηρα έτοιμο για επίθεση. Η υποβλητική τραγουδίστρια, μοναδική ηθοποιός, κορυφαίο μοντέλο, ανυπέρβλητη μούσα, κινούμενο installation, αξεπέραστο σύμβολο σεξουαλικής απελευθέρωσης και ιδιαίτερη μασκότ του διεθνούς τζετ σετ μέτρησε μια τριαντάχρονη πορεία στην πλάτη της, πριν κάνει τη δυναμική επιστροφή στα πράγματα, καθώς παραήταν μεγάλη για να την ξεχάσει ο κόσμος. Η Νεοϋορκέζα τζαμαϊκανής καταγωγής κατοικούσε πάντα στις σκοτεινές γωνιές των ανθρώπινων φαντασιώσεων, εκεί ακριβώς όπου γεννιούνται οι πλέον μύχιοι και ανείπωτοι πόθοι. Είχε εξάλλου τους Άντι Γουόρχολ, Ζαν Πολ Γκουντ και Χέλμουτ Νιούτον να προσκυνούν τη φιγούρα της και τα πολλαπλά γωνιώδη πρόσωπά της. Κι έτσι το όνομα Γκρέις Τζόουνς έφτασε να αντηχεί ένα από τα σφοδρότερα ινδάλματα που ο κόσμος έχει ποτέ δει, μια δυναμικότατη προσωπικότητα που διέτρεξε είδη, κινήματα και τάσεις με την ίδια μανία που αγάπησε και έζησε. Και συνεχίζει βέβαια να ζει εξίσου δυναμικά. Κι όλα ξεκίνησαν από τη φιλήδονη ντίσκο σκηνή του νεοϋορκέζικου κλαμπ Studio 54, απ’ όπου ξεπήδησε η Τζόουνς ως ένας από τους πλέον αξιομνημόνευτους χαρακτήρες του… Πρώτα χρόνια Η Μπέβερλι Γκρέις Τζόουνς γεννιέται στις 19 Μαΐου 1948 στο Κίνγκστον της Τζαμάικας ως κόρη τοπικού εφημέριου και πολιτικού. Οι γονείς της υποχρεώθηκαν όμως να μετακομίσουν στις ΗΠΑ αναζητώντας καλύτερη τύχη για τη φαμίλια τους κι έτσι τα παιδιά μεγάλωσαν με τους παππούδες. Ο πάστορας παππούς θα την αναθρέψει με τις αυστηρές αξίες των χριστιανικών ιδεωδών κι εκείνη, ένα συνεσταλμένο κορίτσι, θα γίνει στόχος πειραγμάτων στο σχολείο για την ασθενική της σιλουέτα. Σε ηλικία 13 ετών, θα επανενωθεί με την οικογένειά της στη Νέα Υόρκη, όπου και θα ολοκληρώσει το σχολείο. Επόμενος σταθμός, το πανεπιστήμιο: η Τζόουνς φοιτεί στο Syracuse University για να πάρει πτυχίο στην ισπανική φιλολογία, αν και το απαράμιλλο στιλ και η εξεζητημένη ομορφιά της δεν θα περνούσαν για πολύ απαρατήρητα. Κι έτσι πριν καλά-καλά το καταλάβει θα βρεθεί στις νεοϋορκέζικες πασαρέλες και σχεδόν αμέσως θα μαγέψει το Παρίσι! Το 1970 θα φέρει τον άνεμο ανανέωσης στο γαλλικό modeling, αφήνοντας άφωνους με την ανδρόγυνη φιγούρα της τον Ιβ Σεν Λοράν, τον Τζόρτζιο Αρμάνι και τον Καρλ Λάγκερφελντ, αλλά και τους φακούς των μεγαλύτερων φωτογράφων μόδας, από τους οποίους ξεχώριζε φυσικά ο Χέλμουτ Νιούτον! Καριέρα στο πεντάγραμμο και το σινεμά Ζώντας μεταξύ Παρισιού και Νέας Υόρκης, δεν θα της έπαιρνε πολύ να γίνει σύμβολο της έξαλλης νεοϋορκέζικης ντίσκο σκηνής, όντας πια μόνιμη κάτοικος του θρυλικού από κάθε άποψη Studio 54! Οι εμφανίσεις της εκεί αλλά και στη δουλειά βέβαια του μυθικού σήμερα «πατριάρχη» της ποπ αρτ Άντι Γουόρχολ θα της εξασφαλίσουν γρήγορα συμβόλαιο με τη δισκογραφική Island Records (1977). Οι δίσκοι κόβονται βροχή («Portfolio» το 1977, «Fame» το 1978 και «Muse» το 1999), η ίδια φιγουράρει ως ιέρεια της ντίσκο και γίνεται ίνδαλμα στην γκέι σκηνή της πόλης, με τον τίτλο «βασίλισσα της γκέι ντίσκο» να την ακολουθεί πια πιστά. Τοπ μόντελ, βασίλισσα της απανταχού ομοφυλόφιλης κοινότητας και είδωλο της μόδας, η Γκρέις περνά με τόλμη στη δεκαετία του 1980 τελειοποιώντας το ανδρόγυνο στιλ: αντρικό κοστούμι Αρμάνι, γόβα στιλέτο και κοντοκουρεμένο μαλλί. Οι εικόνες μοιάζουν να έχουν βγει από το μέλλον, ένα ποπ μέλλον που θα υιοθετούνταν ευρέως από όλες και όλους στα επόμενα χρόνια. Όσο για τις ζωντανές εμφανίσεις της, το περίφημο «Οne Μan Show», παραμένουν ορόσημο της δεκαετίας… Με το τέλος της πρωτοκαθεδρίας της ντίσκο, η Τζόουνς πέρασε εύκολα σε νέα και πιο πειραματικά ακούσματα, με τις αναζητήσεις της να καταλήγουν σε δυο από τους γνωστότερους δίσκους της: το «Warm Leatherette» του 1980 και το «Nightclubbing» της επόμενης χρονιάς! Την εποχή αυτή, εγκαταλείπει το σαδομαζοχιστικό ντύσιμο που χαρακτήρισε τη δεκαετία του 1970 και πέρασε στο πιο απροσχημάτιστο ανδρόγυνο look που θα την καθιέρωνε πια από άκρη σε άκρη. Το έκτο της προσωπικό άλμπουμ, το «Living My Life» (1982), καθώς όπως έλεγε «Δεν συνεργάζομαι. Γεννιέσαι μόνος, πεθαίνεις μόνος, βγαίνεις στη σκηνή μόνος», έμελλε να είναι το τελευταίο της περιόδου, καθώς πλέον θα έβαζε στο στόχαστρο το σινεμά! Τότε ήρθαν οι ρόλοι που την καθιέρωσαν στις συνειδήσεις των κινηματογραφόφιλων, με την εικόνα της να παραμένει ανεξίτηλη. Το 1984 θα παίξει τη Ζούλα στο πλευρό του Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ στον «Κόναν τον Βάρβαρο» και θα προκαλέσει ρίγη συγκίνησης στον ανδρικό πληθυσμό… Και την επόμενη χρονιά θα γίνει η κακή May Day που θα σπάσει στο ξύλο τον Ρότζερ Μουρ στο 007 φιλμ «A View to a Kill»! Αυτή την εποχή, η προσωπική της ζωή θα γίνει πρωτοσέλιδο στον σκανδαλοθηρικό Τύπο, καθώς διατηρούσε σχέση με τον θηριώδη μποντιμπιλντερά και πρωταγωνιστή του «Ρόκι 4» Dolph Lundgren. Μετά την τουρνέ της στο Χόλιγουντ, επέστρεψε στο πεντάγραμμο και έκοψε μερικούς ακόμα δίσκους («Slave to the Rhythm» το 1985, «Island Life» την ίδια χρονιά και «Inside Story»), με μεικτές πάντως κριτικές αλλά και ασταθή εμπορική επιτυχία. Μετά τον δίσκο του 1989 «Bulletproof Heart», η Τζόουνς φάνηκε να στρέφει την πλάτη της στη μουσική της καριέρα (αν και το 1993 θα ξαναχτυπούσε με νέο δίσκο, το «Sex Drive»), καθώς αφοσιωνόταν για άλλη μια φορά στο σινεμά, όπως στην κωμωδία του Έντι Μέρφι «Boomerang» (1992)… Κατοπινά χρόνια Την ώρα που πολλοί τη θεωρούσαν πια ξεγραμμένη, με βάση πάντα τη μεγάλη απουσία της από τη showbiz, η Τζόουνς δεν είχε πει ακόμα την τελευταία της λέξη. Κι έτσι τον Ιούνιο του 2008 επέστρεψε στη δισκογραφία με την καλύτερη ίσως δουλειά της καριέρας της, το σπουδαίο «Hurricane», που σηματοδότησε τη μεγάλη της επιστροφή τόσο στη μουσική όσο και τις ζωντανές εμφανίσεις. Η 60χρονη πια ντίβα δεν είχε απολέσει τίποτα από την εκρηκτική δυναμική που την είχε άλλοτε ενθρονίσει στη μουσική βιομηχανία και πλέον όλος ο κόσμος είχε τη δυνατότητα να το δει αυτό με τα ίδια του τη μάτια, καθώς η ίδια περιόδευσε εκτεταμένα στον κόσμο και πέρασε φυσικά και από τη χώρα μας. Ακόμη και τον Λουτσιάνο Παβαρότι κέρδισε, ο οποίος την κάλεσε να εμφανιστεί δίπλα του στις καθιερωμένες ετήσιες συναυλίες στη γενέτειρά του τη Μόντενα, όπου ερμήνευσε μαζί του, με την εκφραστική κοντράλτο φωνή της, την άρια «Ρourquoi me reveiller» από τον «Βέρθερο» του Μασνέ. Κατά τη διάρκεια των ετών αλλά και της εικοσάχρονης απουσίας της, η Γκρέις Τζόουνς απέδειξε ότι το μοναδικό της στιλ παρέμεινε αρκετά αιχμηρό ώστε να κρατάει το κοινό της πιστό ακόμα και δύο δεκαετίες μετά. Ποιος μπορεί εξάλλου να ξεχάσει τη ναζιάρικη επίθεσή της στον βρετανό παρουσιαστή όταν θεώρησε πως ο τελευταίος την αδικούσε σε επίπεδο χρόνου ομιλίας που έδινε στους προσκεκλημένους του; Ή όταν έδειξε το γυμνό της στήθος στις οικογένειες που βόλταραν αμέριμνες στην Disneyland! Υποψήφια για Grammy τρεις φορές και άλλες τρεις για το Saturn Award, η Γκρέις Τζόουνς ήταν πάντα πολλά περισσότερα από όσο το σχεδόν απόκοσμο look της κατάφερνε να μεταδώσει. Πολλά χιτ της σκαρφάλωσαν στις πρώτες θέσεις των αμερικανικών και ευρωπαϊκών charts, δίσκοι της έγιναν ανάρπαστοι και μέτρησε μια εξίσου ζηλευτή καριέρα στις πασαρέλες του κόσμου, όντας άλλοτε τοπ μόντελ πρώτης γραμμής. Η αντισυμβατική καλλονή έζησε ταυτοχρόνως και μια θυελλώδη ερωτική ζωή. Πρώτος μεγάλος της σταθμός, ο φωτογράφος και μακροχρόνιος συνεργάτης της Ζαν-Πολ Γκουντ, με τον οποίο η Τζόουνς απέκτησε έναν γιο, τον Paulo, ο οποίος της χάρισε αργότερα και ένα εγγονάκι. Και βέβαια έχει και δύο γάμους στο ενεργητικό της: με τον μουσικό παραγωγό Chris Stanley το 1989 και το 1996 με τον τότε σωματοφύλακά της Atila Altaunbay. Από τους διασημότερους δεσμούς της ήταν ο σουηδός μποντιμπιλντεράς και προσωπικός της σωματοφύλακας Dolph Lundgren, ο οποίος θα γινόταν αργότερα ηθοποιός μέσα από τη δική της μεσολάβηση: η Τζόουνς του εξασφάλισε το πρώτο του ρολάκι ως πράκτορα της KGB στο τζεϊμςμποντικό «A View to a Kill». Από το 1990 συνδέθηκε με τον δανό μποντιμπιλντερά και κασκαντέρ Sven-Ole Thorsen, στο πλευρό του οποίου έμεινε μέχρι το 2007. Σήμερα, στα 67 της πλέον, συνεχίζει με την ίδια μαχητικότητα που τη γνώρισε (και τη φοβήθηκε!) ο πλανήτης… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr