Πολλές έρευνες έχουν δείξει ότι η παχυσαρκία, και συγκεκριμένα το αυξημένο κοιλιακό λίπος, συνδέεται με ασθένειες όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα.

Σε ό,τι αφορά την υγεία των οστών, για πολλά χρόνια επικρατούσε η άποψη ότι το αυξημένο σωματικό βάρος έχει θετικό ρόλο, κάτι που βασιζόταν κυρίως στο γεγονός ότι το μηχανικό φορτίο από το πρόσθετο βάρος συνέβαλλε στο σχηματισμό γερών οστών.

Τα τελευταία χρόνια όμως, νέες μελέτες έρχονται να ανατρέψουν τον παραπάνω ισχυρισμό, δηλαδή ότι το επιπλέον σωματικό βάρος έχει θετική δράση στην υγεία των οστών. Πλέον, γνωρίζουμε ότι ο λιπώδης ιστός δεν είναι απλά μία αποθήκη ενέργειας, αλλά ένα ενδοκρινές όργανο και παράγειδιάφορες λιποκίνες, οι οποίες παίζουν σημαντικό ρόλο μεταξύ άλλων και στη σύσταση των οστών.

Ο ακριβής παθοφυσιολογικός μηχανισμός ανάμεσα στην παχυσαρκία και τα οστά φαίνεται να είναι πολύπλοκος, όπως δείχνουν τα στοιχεία που μέχρι σήμερα διαθέτουμε, και είναι ένας τομέας ο οποίος βρίσκεται σε συνεχόμενη έρευνα.

Παρότι δεν γνωρίζουμε με ακρίβεια τον μηχανισμό μέσω του οποίου το αυξημένο σωματικό λίπος επηρεάζει την υγεία των οστών, τα δεδομένα από πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες και από μελέτες σε ζώα δείχνουν ότι η συσσώρευση λίπους έχει αρνητικές συνέπειες για τα οστά.

Για παράδειγμα, σε μία έρευνα σε 60 νεαρές γυναίκες βρέθηκε ότι το αυξημένο σωματικό λίπος σχετιζόταν με μη βέλτιστη επίτευξη της μέγιστης οστικής μάζας.

Σε μία άλλη έρευνα, σε 100 ασθενείς, με κατάγματα των οστών και 100 άτομα χωρίς κατάγματα, βρέθηκε ότι το αυξημένο σωματικό λίπος συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο για κατάγματα του αντιβραχίου. Παρόμοια ήταν και τα αποτελέσματα από μία πρόσφατη μεγάλη μελέτη σε 13.000 άντρες και γυναίκες, όπου βρέθηκε ότι το ποσοστό σωματικού λίπους σχετιζόταν θετικά με τον κίνδυνο εμφάνισης οστεοπενίας και μη σπονδυλικών καταγμάτων.

Εκτός από το συνολικό σωματικό λίπος, η κατανομή του λίπους στο σώμα φαίνεται ότι έχει καθοριστικό ρόλο στην υγεία των οστών. Σε διάφορες πρόσφατες έρευνες, όπου έχει μελετηθεί προσεκτικά η σχέση ανάμεσα στο κοιλιακό ή σπλαχνικό λίπος και την υγεία των οστών, έχει βρεθεί ότι το αυξημένο σπλαχνικό λίπος σχετίζεται αρνητικά με την οστική πυκνότητα και την δομή των οστών.

Χαρακτηριστικά είναι τα αποτελέσματα από μία έρευνα σε 30 νεαρές γυναίκες όπου βρέθηκε ότι το σπλαχνικό λίπος είναι ένας ανεξάρτητος αρνητικός καθοριστικός παράγοντας της οστικής πυκνότητας.

Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξαν και οι ερευνητές μίας άλλης μελέτης,πάλι σε νεαρές γυναίκες, όπου οι διαπιστώθηκε ότι το αυξημένο σπλαχνικό λίπος είχε αρνητική επίδραση στην δομή των μηριαίων οστών, σε αντίθεση με το υποδόριο λίπος το οποίο είχε θετική δράση.

Σε μία άλλη μελέτη, σε 460 άντρες και γυναίκες, βρέθηκε επίσης ότι το σπλαχνικό λίπος σχετίζεται αρνητικά με την οστική πυκνότητα, ανεξάρτητα από άλλους μεταβολικούς παράγοντες οι οποίοι θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα.

Αν και χρειάζεται να γίνουν περισσότερες καλά σχεδιασμένες μελέτες, που θα επιβεβαιώσουν την αρνητική σχέση ανάμεσα στο σπλαχνικό λίπος και την υγεία των οστών, με βάση τα στοιχεία που ήδη διαθέτουμε, μπορούμε να θεωρούμε ότι η συσσώρευση του λίπους στην κοιλιά εκτός από τον αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων και διαβήτη τύπου 2, αυξάνει τον κίνδυνο και για εμφάνιση προβλημάτων στα οστά.

Πηγή: mednutrition.gr