Τα επιτόκια ετοιμάζεται να μειώσει για τελευταία φορά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ώρα που μια ολοένα και πιο περίπλοκη εικόνα του πληθωρισμού κινδυνεύει να φέρει στην επιφάνεια εσωτερικές διαμάχες.

Καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις υποχωρούν, οι αξιωματούχοι έχουν προχωρήσει σε επτά μειώσεις το τελευταίο έτος, χωρίς ιδιαίτερες τριβές στο Διοικητικό Συμβούλιο των 26 μελών. Ενώ σύμφωνα με το Bloomberg μια όγδοη μείωση αναμένεται την Πέμπτη, που θα φέρει το επιτόκιο καταθέσεων στο 2%.

Ωστόσο, ενώ ορισμένοι θα ήθελαν αυτή να είναι η τελευταία μείωση -φοβούμενοι μια έκρηξη δαπανών από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις-, άλλοι ζητούν περισσότερες μειώσεις για να στηριχθεί η εύθραυστη οικονομική ανάπτυξη.

Το βασικό «αγκάθι» είναι οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ, όπως αναφέρει το Bloomberg και συγκεκριμένα οι έμμεσες επιπτώσεις τους στις τιμές στη ζώνη του ευρώ. Η ΕΚΤ καταρτίζει διάφορα σενάρια για να κατανοήσει καλύτερα τις εξελίξεις, αλλά η εμπιστοσύνη σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο είναι περιορισμένη. Ένας από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής εκτιμά ότι οι πιθανότητες να επαληθευτεί το βασικό σενάριο είναι κάτω από 50%.

Το συμπέρασμα είναι ότι η ΕΚΤ μεταβαίνει από τη φάση αντιμετώπισης του αυξημένου πληθωρισμού σε μια νέα περίοδο, που χαρακτηρίζεται από την ίδια απρόβλεπτη φύση που παρατηρήθηκε κατά την πανδημία του Covid και τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι σε εγρήγορση για τον κίνδυνο διακυμάνσεων των τιμών και πάνω και κάτω από το 2%, σύμφωνα με την Katharine Neiss, επικεφαλής οικονομολόγο Ευρώπης στην PGIM Fixed Income.

«Είναι πολύ πιθανό η μακροοικονομική εικόνα να δικαιολογεί βραχυπρόθεσμες μειώσεις για να στηριχθεί η οικονομία σε αυτήν την περίοδο αβεβαιότητας, αλλά να απαιτούνται υψηλότερα επιτόκια στο μέλλον, εφόσον ενεργοποιηθούν και άλλοι παράγοντες πολιτικής, όπως η δημοσιονομική πολιτική», δήλωσε. «Ωστόσο, θα είναι σημαντικό για την ΕΚΤ να παραμείνει σε επαγρύπνηση για τον κίνδυνο επιστροφής σε υπερβολικά χαμηλό πληθωρισμό, όπως συνέβαινε την προηγούμενη δεκαετία πριν από το 2020».

Καθώς η αύξηση των τιμών πλησιάζει τον στόχο του 2%, οι επενδυτές εκτιμούν ότι θα υπάρξει άλλη μία μείωση επιτοκίων ύστερα από αυτήν την εβδομάδα – χωρίς όμως να είναι σαφές πότε. Οι αναλυτές σε δημοσκόπηση του Bloomberg είναι πιο σίγουροι: προβλέπουν μειώσεις τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο, με τελικό επιτόκιο στο 1,75%.

Ωστόσο, οι ενέργειες του Τραμπ στο εμπόριο ενδέχεται να ανατρέψουν αυτές τις προβλέψεις. Παρότι τα περισσότερα προϊόντα της ΕΕ υπόκεινται σήμερα σε δασμούς 10% στις ΗΠΑ, αυτό το ποσοστό θα μπορούσε να εκτιναχθεί στο 50% τον Ιούλιο. Η ανάλυση σεναρίων της ΕΚΤ, η οποία θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο των τριμηνιαίων προοπτικών της, υπογραμμίζει την αβεβαιότητα.

Προς το παρόν, το Bloomberg γράφει πως η βραχυπρόθεσμη εικόνα του πληθωρισμού φαίνεται θετική: οι τιμές της ενέργειας έχουν καταρρεύσει και το ευρώ έχει ενισχυθεί από τότε που οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν τους «αντίστοιχους δασμούς» τον Απρίλιο. Τα στοιχεία της Eurostat για τον Μάιο, που θα ανακοινωθούν την Τρίτη, αναμένεται να δείξουν πληθωρισμό ακριβώς στον στόχο του 2%.

Το πώς θα εξελιχθούν οι τιμές θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ενδεχόμενη αντίδραση των Βρυξελλών και από την πορεία των σχέσεων ΗΠΑ-Κίνας. Μακροπρόθεσμα, η αύξηση των ευρωπαϊκών δαπανών για άμυνα και υποδομές, η διάσπαση των αλυσίδων εφοδιασμού και η γήρανση του εργατικού δυναμικού θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις πληθωριστικές πιέσεις.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με το Bloomberg, η σκληροπυρηνική εκτελεστική σύμβουλος της ΕΚΤ, Isabel Schnabel, έχει προειδοποιήσει κατά της περαιτέρω χαλάρωσης, υποστηρίζοντας ότι η ΕΚΤ «βρίσκεται σε καλή θέση για να αξιολογήσει την πιθανή μελλοντική εξέλιξη της οικονομίας» και να δράσει ανάλογα.

Ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας, Klaas Knot, και ο πρόεδρος της Bundesbank, Joachim Nagel, έχουν επίσης προειδοποιήσει ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι ασαφείς.

Για τον Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγο της Berenberg, το μέλλον θα κυριαρχείται από ανοδικούς κινδύνους για τις τιμές. «Οι βασικοί λόγοι είναι οι δημογραφικές εξελίξεις και η διαρθρωτική έλλειψη εργατικού δυναμικού», δήλωσε. «Προς το παρόν, πολλά επισκιάζονται από τις πολιτικές του Τραμπ. Όμως η νομισματική πολιτική ήδη λειτουργεί και δεν υπάρχει ανάγκη για σημαντικά περισσότερη στήριξη αυτή τη στιγμή».

Ορισμένα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εμφανίζονται ανοιχτά σε πιο αποφασιστική δράση. Ο Pierre Wunsch του Βελγίου έχει δηλώσει ότι η ΕΚΤ ίσως χρειαστεί να στηρίξει «λίγο» την οικονομία για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός δεν θα πέσει κάτω από τον στόχο. Ο Gediminas Simkus της Λιθουανίας ανέφερε ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι υποχώρησης του πληθωρισμού κάτω από τον στόχο.

Οι επενδυτές ενδέχεται να μην λάβουν ιδιαίτερα σαφείς κατευθύνσεις από την πρόεδρο της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, την Πέμπτη. Αντί να υπαινίσσεται τι μπορεί να συμβεί, η ΕΚΤ προτιμά τον τελευταίο καιρό να τονίζει τους παράγοντες στους οποίους θα βασίσει τις αποφάσεις της.

«Υπάρχουν τεράστιες αβεβαιότητες στον δρόμο που έχουμε μπροστά μας και η ΕΚΤ θα είναι εξαιρετικά προσεκτική ώστε να μην δεσμευτεί πρόωρα στη διάρκεια της επόμενης συνέντευξης Τύπου», δήλωσε η Sonja Marten, επικεφαλής έρευνας νομισματικής πολιτικής και συναλλαγματικών αγορών στη DZ Bank. Εκτιμά ότι θα υπάρξουν ακόμη δύο μειώσεις επιτοκίων φέτος, αλλά χωρίς ιδιαίτερο λόγο για επιπλέον μέτρα τόνωσης, καθώς η ανάπτυξη αναμένεται να εμφανιστεί πιο αισιόδοξη ξανά το 2026.