Ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου είναι ακόμη δυνατός χάρη στις δεσμεύσεις που ανέλαβαν περίπου 150 χώρες ενόψει της διάσκεψης του Παρισιού, όμως περισσότερο σημαντικές προσπάθειες θα είναι απαραίτητες, ανέφερε σήμερα μια έκθεση του ΟΗΕ.

«Μια παγκόσμια προσπάθεια χωρίς προηγούμενο είναι σε εξέλιξη και επιτρέπει να οραματιστούμε ότι θα μπορέσουμε να παραμείνουμε κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου», υπογραμμίζει ο ΟΗΕ στην έκθεση αυτή που δημοσιοποιήθηκε στο Βερολίνο.

«Μειώσεις εκπομπών αερίου που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου πολύ πιο σημαντικές» θα είναι απαραίτητες τα επόμενα χρόνια προκειμένου να παραμείνουμε κάτω από το όριο αυτό, προειδοποιεί ωστόσο ο ΟΗΕ.

Η έκθεση του ΟΗΕ αποτιμά τις δεσμεύσεις για το κλίμα που ανακοινώθηκαν την 1η Οκτωβρίου του 2015 από 146 χώρες οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 86% των παγκόσμιων εκπομπών.

Η πρώτη συμφωνία που θα δεσμεύει το σύνολο των κρατών του πλανήτη στη μείωση των εκπομπών αερίου που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου αναμένεται να επιτευχθεί κατά τη διάσκεψη για το κλίμα που θα διεξαχθεί από τις 30 Νοεμβρίου μέχρι τις 11 Δεκεμβρίου στο Παρίσι.

Συνεχίζοντας μια εκτίμηση της ομάδας Carbon action tracker (CAT), τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν πως οι εθνικές δεσμεύσεις «καθιστούν δυνατό τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας στους 2,7 βαθμούς Κελσίου».

«Δεν είναι σε καμία περίπτωση αρκετό» διότι θα σημάνει μείζονες κλιματικές αναταραχές, «αλλά είναι πολύ πιο κάτω από τους 4 ή 5 βαθμούς ή περισσότερο της υπερθέρμανσης που είχαν προβλεφθεί από πολλούς προτού αναληφθούν οι δεσμεύσεις», σχολίασε σε ανακοίνωσή της η Κριστίνα Φιγκέρες, Γενική Γραμματέας της Διάσκεψης για το Κλίμα του ΟΗΕ.

Η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί κατά 0,8 βαθμό από την προ-βιομηχανική εποχή, κάτι που προκαλεί ήδη διαταραχή στο κλιματολογικό σύστημα.

«Εάν εφαρμοστούν πλήρως, αυτά τα σχέδια μείωσης των εκπομπών αρχίζουν από κοινού να ανοίγουν μια σημαντική ρωγμή στην αύξηση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου», εκτίμησε η Κριστίνα Φιγκέρες.

Η διακυβερνητική Ομάδα Ειδικών για την Αλλαγή του κλίματος (Giec) έχει υπολογίσει πως δεν πρέπει να υπάρξει εκπομπή περισσότερων από 1.000 γιγατόνων διοξειδίου του άνθρακα (CO2) αν είναι να τηρηθεί ο στόχος των 2 βαθμών Κελσίου.

Με τις έως σήμερα δεσμεύσεις, το 72% έως 75% αυτών των εκπομπών θα έχει πραγματοποιηθεί το 2030, καθώς, σύμφωνα με τις προβολές του ΟΗΕ, οι συσσωρευμένες εκπομπές θα φθάσουν περίπου τους 540 γιγατόνους το 2025 και τους 748 γιγατόνους το 2030.

Οι περιοχές με τις μεγαλύτερες εκπομπές ρύπων είναι η Κίνα (περίπου 25%), οι Ηνωμένες Πολιτείες (15%), η Ευρωπαϊκή Ένωση (10%), η Ινδία (6%) και η Ρωσία (5%).

Ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας και μελλοντικός πρόεδρος της Διάσκεψης για το Κλίμα Λοράν Φαμπιούς ανέφερε σε ανακοίνωσή του:

«Αυτή η έκθεση δείχνει πως οι εθνικές συνεισφορές επιτρέπουν να αλλάξει το μοίρασμα των χαρτιών και μας απομακρύνει από το χειρότερο, δηλαδή μια αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 4-5 βαθμούς Κελσίου ή περισσότερο».

Οι εθνικοί στόχοι για τη μείωση των εκπομπών αερίου ή οι εθνικές συνεισφορές «είναι μία στέρεη βάση για την απαραίτητη συμφωνία του Παρισιού», λέει ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος υπενθυμίζει ωστόσο ότι χρειάζονται «επιπλέον προσπάθειες εν καιρώ» προκειμένου να μειωθεί η υπερθέρμανση στους «1,5-2 βαθμούς Κελσίου», επειδή οι δεσμεύσεις μάς τοποθετούν σε μια τροχιά [μείωσης] 2,7-3 βαθμών Κελσίου».

«Αυτό επιβεβαιώνει τη σημασία [που έχει το] να καταλήξουμε στο Παρίσι σε μια συμφωνία που θα ορίζει τους κανόνες οι οποίοι θα επιτρέπουν να επανεξετάζουμε κατά περιόδους την αύξηση των εθνικών συνεισφορών», προσθέτει ο Λοράν Φαμπιούς.