Εδώ και ένα χρόνο το ακριβές σημείο πτώσης του μοιραίου Boeing των Μαλαισιανών Αερογραμμών που εκτελούσε την πτήση 370 πέρυσι τον Μάρτιο παραμένει μυστήριο. Μετά την ανακάλυψη ενός κομματιού από το φτερό του μοιραίου Μπόινγκ στο νησί Ρεινιόν, ανοικτά της Μαδαγασκάρης, οι αρχές πλέον ελπίζουν να βρουν και το χαμένο αεροπλάνο, η εξαφάνιση του οποίου αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της παγκόσμιας αεροπλοΐας.

Αλλά πώς είναι δυνατόν να βρέθηκαν τα συντρίμμια στο νησί Ρεινιόν, δεδομένου ότι είναι πολύ μακριά από την προκαθορισμένη πορεία πτήσης και εντελώς αντίθετα από το πεδίο των μέχρι τώρα ερευνών, στο κομμάτι του Ινδικού από την Ινδονησία μέχρι την Αυστραλία;

Σύμφωνα με τον Άρνε Μπίαστοχ, καθηγητή Ωκεανολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κιέλου, το φτερό του αεροπλάνου είναι πιθανό να έφτασε στην αντίθετη κατεύθυνση, μέσω θαλάσσιων ρευμάτων. «Λόγω του σχήματός και του υλικού από το οποίο είναι κατασκευασμένο είναι πιθανό να έφτασε εδώ επιπλέοντας», αναφέρει ο ειδικός στην Deutsche Welle . Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι το αεροσκάφος κατέπεσε κατ´ ανάγκη στην γύρω περιοχή, αλλά μπορεί το πραγματικό σημείο συντριβής να βρίσκεται πολλά χιλιόμετρα μακριά από το γαλλικό νησί.

Mαθαίνοντας από τα κύματα

«Μέσα σε ένα διάσημα 17 μηνών είναι δυνατόν τα θραύσματα να έχουν μετακινηθεί ακόμη και σε απόσταση 4.000 χλμ», αναφέρει ο Μπίαστοχ.

Σύμφωνα με τον γερμανό ωκεανολόγο, λαμβάνοντας υπόψη την κίνηση των θαλάσσιων ρευμάτων στην περιοχή του Ινδικού Ωκεανού μπορεί κανείς να υποθέσει ότι το σημείο συντριβής βρίσκεται κάπου βορειότερα, ενδεχομένως κοντά στην Ινδονησία ή τις ακτές της βόρειας Αυστραλίας, και όχι της νότιας, όπως κάποιοι είχαν ισχυριστεί. Κι αυτό διότι οι ροές των θαλάσσιων υδάτων που ξεκινούν από τη νότια Αυστραλία θα είχαν διαφορετική κατεύθυνση.

Ο Μπίαστοχ και οι συνάδελφοί τους βασίζουν τις υποθέσεις τους στη μελέτη μορφολογικών στοιχείων των ωκεανών, λαμβάνοντας υπόψη τους νόμους της φυσικής και κάνοντας μια προσομοίωση των πραγματικών δεδομένων σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Το μοντέλο προσομοίωσης λειτουργεί στη βάση αληθινών στοιχείων, τα οποία λαμβάνει μέσω δορυφόρου από την περιοχή. Οι δορυφόροι καταγράφουν τη ροή των ρευμάτων, το ύψος των κυμάτων αλλά και την κλίση της θαλάσσιας επιφάνειας. Με βάση την κλίση υπολογίζεται στη συνέχεια η ταχύτητα ρευμάτων. Πάνω σε αυτή τη βάση, οι επιστήμονες του Κιέλου μελετούν την κίνηση εικονικών αντικειμένων, κυρίως την κατεύθυνση προς την οποία αυτά κινούνται ανάλογα με τη ροή των ωκεάνιων κυμάτων.

Με τον τρόπο αυτοί οι ωκεανολόγοι του Κιέλου, όπως εξηγεί ο Μπίαστοχ, μέσω της προσομοίωσης των κυμάτων και των εικονικών θραυσμάτων μπορούν να καταλήξουν σε αντίστοιχα καίρια συμπεράσματα για το σημείο συντριβής του μαλαισιανού αεροσκάφους. Ωστόσο η ανακοίνωση τελικών συμπερασμάτων αναμένεται να πάρει ακόμη πολύ χρόνο, εκτιμά ο γερμανός ειδικός μιας και παρά την ασφάλεια των εκτιμήσεων που παρέχει το εν λόγω μοντέλο, ένα μεγάλο ποσοστό της επιτυχίας του εξαρτάται από αστάθμητους παράγοντες.