Ολοκληρώθηκε, νωρίτερα απόψε, η συνάντηση του συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών Τζέικ Σάλιβαν με τον Γιάνγκ Γιετσί, διευθυντή του γραφείου της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Κεντρικής Επιτροπής του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.

Σύμφωνα με το ΑΠΕ ΜΠΕ, το οποίο επικαλείται τον ιταλικό Τύπο, πηγές του Λευκού Οίκου υπογράμμισαν ότι «αν, στον πόλεμο αυτό, η Κίνα αποφασίσει να στηρίξει την Ρωσία με υλική βοήθεια, είναι πιθανό να υπάρξουν συνέπειες για το Πεκίνο».

Η ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera προσθέτει ότι, όπως υπογραμμίζει ανακοινωθέν του Λευκού Οίκου, «στη σημερινή συνάντηση της Ρώμης οι δυο πλευρές υπογράμμισαν ότι είναι σημαντικό να μείνουν ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο χωρών».

«Οι ΗΠΑ, στη σημερινή συνάντηση αναφέρθηκαν -με απόλυτη σαφήνεια- στη διεθνή απομόνωση και στις βαριές οικονομικές συνέπειες που θα αντιμετώπιζε η Κίνα, σε περίπτωση που βοηθούσε το Κρεμλίνο να παρακάμψει τις διεθνείς κυρώσεις ή, ακόμη χειρότερα, αν στήριζε τη Ρωσία με στρατιωτικό υλικό», μετέδωσε η ιταλική δημόσια τηλεόραση Rai.

«Ειλικρινής» και «έντονη» η συζήτηση

Σύμφωνα, δε, με τα πρακτορεία Reuters και AFP, οι ΗΠΑ θεωρούν «βαθύτατα ανησυχητική» την ευθυγράμμιση της Κίνας με τη Ρωσία απέναντι στον πόλεμο στην Ουκρανία, όπως φέρεται να δήλωσε υψηλόβαθμος Αμερικανός αξιωματούχος.

Η συζήτηση μεταξύ του Τζέικ Σάλιβαν και του Γιανγκ Τζιετσί κράτησε επτά ώρες και ήταν «έντονη» και «πολύ ειλικρινής», προσέθεσε, ενώ σημείωσε ότι η συνάντηση αυτή προετοιμαζόταν από τον Δεκέμβριο.

Ο αξιωματούχος, που ζήτησε να τηρηθεί η ανωνυμία του, δεν θέλησε να κάνει κάποιο σχόλιο για τις πληροφορίες των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης σύμφωνα με τις οποίες η Μόσχα ζήτησε οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από το Πεκίνο για την εισβολή στην Ουκρανία.

Η Ρωσία έχει διαψεύσει αυτήν την πληροφορία, όπως και η Κίνα που κατηγόρησε τους Αμερικανούς ότι διαδίδουν «ψευδείς ειδήσεις».

Την Κυριακή, ο Σάλιβαν προειδοποίησε το Πεκίνο ότι οι ΗΠΑ «δεν θα αφήνουν καμία χώρα να αντισταθμίσει τις απώλειες της Ρωσίας» λόγω των οικονομικών κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί. Μέχρι τώρα πάντως η Ουάσινγκτον δεν έχει διευκρινίσει τι μέτρα θα μπορούσε να λάβει.