Αν και οι απόψεις διίστανται για το αν η Επανάσταση του 1821 ξεκίνησε ή όχι μετά την ανύψωση του λαβάρου της επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό από τη Μονή της Αγίας Λαύρας κοντά στα Καλάβρυτα, το μόνο σίγουρο είναι ότι το ιστορικό μοναστήρι της Αχαΐας συμμετείχε ενεργά στον αγώνα των Ελλήνων για την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό.

Χωρίς να είναι βέβαιο, λοιπόν, αν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε στο συγκεκριμένο σημείο το λάβαρο της επανάστασης δίνοντας απανταχού το σύνθημα στον υποταγμένο λαό της Ελλάδας για την έναρξη του Αγώνα κατά των Τούρκων, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι τα γεγονότα δεν αποδεικνύουν κάτι τέτοιο και ότι πρόκειται για θρύλο, η ιστορική μονή της Αγίας Λαύρας κατείχε ενεργό ρόλο στην επανάσταση του ’21, προσφέροντας στους αγωνιστές τρόφιμα και χρήματα.

Το μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, λοιπόν, συναντάται σε υψόμετρο 933 μέτρων σε μία κατάφυτη ορεινή τοποθεσία στους πρόποδες του όρους Βελιά, σε απόσταση μόλις 4 χλμ. από τα Καλάβρυτα και πρόκειται για ένα από τα πιο δημοφιλή αξιοθέατα της περιοχής -μαζί με το διάσημο χωριό και το χιονοδρομικό κέντρο του Χελμού.

Αγία Λαύρα: Ο πολιτιστικός πλούτος της μονής

Το 1826 ο Ιμπραήμ πυρπόλησε τη μονή αλλά οι μοναχοί είχαν προλάβει να το εγκαταλείψουν παίρνοντας μαζί τους τα περισσότερα κειμήλια. Ανοικοδομήθηκε το 1828, με την ίδρυση του νέου Καθολικού (του τρίτου κατά σειρά) στον τύπο της βασιλικής με τρούλο, ενώ ερειπώθηκε από το σεισμό της 24ης Ιουλίου 1844 και χτίστηκε πάλι το 1850. Στις 14 Δεκεμβρίου του 1942 η Μονή υπέστη την τελευταία καταστροφή από τους Γερμανούς που την πυρπόλησαν ενώ εκτέλεσαν όσους μοναχούς δεν είχαν προλάβει να την εγκαταλείψουν. Το 1950 ολοκληρώθηκε η αναστήλωσή της, στη σημερινή της μορφή.

Η Μονή διαθέτει, τέλος, πλούσια βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία κι έγγραφα. Επίσης, διαθέτει μουσείο, όπου σε αυτό βρίσκονται σπάνια κειμήλια από την Ελληνική επανάσταση. Μεταξύ αυτών, ο επισκέπτης μπορεί να δει το ξακουστό λάβαρο, τα άμφια του Παλαιών Πατρών Γερμανού, καθώς και την κάρα του Αγίου Αλεξίου, που ήταν δωρεά του αυτοκράτορα Μανουήλ Παλαιολόγου, το 1398.