Προφυλακιστέα κρίθηκε μετά την απολογία της η 30χρονη μητέρα του 18 μηνών βρέφους που κάηκε ζωντανό μέσα σε διαμέρισμα στη Βάρκιζα.

Η ίδια περιέγραψε τα δύσκολα παιδικά χρόνια αλλά και τις διαγνώσεις των γιατρών κατά την απολογία της στην ανακρίτρια.

Στην απολογία της η 30χρονη μητέρα έκανε λόγο για «περίπλοκη και ταραχώδη ζωή», ενώ υποστήριξε ότι από την παιδική της ηλικίας υπήρξε «αντικείμενο χλευασμού στο σχολείο», καταλήγοντας ότι από παιδί βρισκόταν στο περιθώριο.

Στο πολυσέλιδο υπόμνημά της η 30χρονη υποστηρίζει πως έχει υποστεί κακοποίηση από την παιδική της ηλικία, ότι βρέθηκε αντιμέτωπη με κατάθλιψη όταν έχασε το πρώτο της παιδί και πως οδηγούνταν σε ατέρμονες ερωτικές σχέσεις με απώτερο, όμως, σκοπό να δημιουργήσει μια οικογένεια.

«Το παιδί μου κάηκε επειδή εγώ που προσπάθησα να το ζεστάνω δεν είχα την συγκρότηση να προβλέψω το αποτέλεσμα», αναφέρει χαρακτηριστικά στο υπόμνημά της η 30χρονη για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες το μικρό κοριτσάκι βρήκε αυτό τον τραγικό θάνατο. Παράλληλα, αποδέχεται ότι έλλειπε από σπίτι την ώρα που ξέσπασε η φωτιά καθώς και ότι το βρέφος βρίσκονταν μόνο του στο σπίτι, δεμένο με τους προστατευτικούς ιμάντες του παιδικού καθίσματος.

«Ασφαλώς και παίρνω όλη την ευθύνη γι’ αυτό που συνέβη» λέει η 30χρονη στο υπόμνημά της και σε άλλο σημείο αυτού, επισημαίνει: «Η εσωτερική μου συντριβή, το βαθύ μου πένθος δε συγκρίνονται ούτε με πέντε φορές ισόβια. Κι ας ξέρω μέσα μου ότι αυτό που συνέβη βρίσκεται στα όρια του τυχαίου».

Η 30χρονη έχει ένα ακόμη παιδί, ηλικίας 7 ετών σήμερα, το οποίο ζει με τον πατέρα του, αλλά λίγα χρόνια αργότερα απέκτησε και άλλο ένα με διαφορετικό σύντροφο το οποίο πέθανε ξαφνικά από τον Ιανουάριο του 2014.

«Έφερα στον κόσμο το βρέφος μου, σε μία περίοδο που αισθανόμουν συναισθηματικά κατακρεουργημένη»

Συγκεκριμένα για τον πατέρα του άτυχου βρέφους είπε ότι, «το άτυχο βρέφος μου το απέκτησα με σύντροφο με τον οποίο είχα σοβαρή σχέση περίπου πέντε μήνες πριν μείνω έγκυος. Το παιδί αυτό, θέλω να σας τονίσω κυρία πρόεδρε, ήταν καρπός συνειδητής επιλογής και επιθυμίες να δημιουργήσω οικογένεια με τον άνω σύντροφό μου, ο όποιος στα μάτια μου φάνταζε και πάλι ο παντοτινός μου σύζυγος, ο «σωτήρας» με τον οποίο θα είχα επιτέλους την ευκαιρία να αποκτήσω μία ευημερία και ισορροπία στη ζωή μου και να κάνω ό,τι μπορώ για να αποκτήσω μία οικογένεια με τέτοια θεμέλια.

Στην πορεία όμως εκδήλωσε έκρυθμες συμπεριφορές, αντιλήφθηκα ότι πάσχει από πολύ σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές και ότι του χορηγούνταν φαρμακευτική αγωγή. Παρόλα αυτά έδειξα ανοχή, δεν ήμουν διατεθειμένη να απολέσω την ευκαιρία που ένιωθα ότι δικαιούμαι στην οικογενειακή ζωή. Το οικογενειακό του περιβάλλον ήταν πολύ εχθρικό απέναντι μου, δεν μας επέτρεπε να κάνουμε οικογένεια, πράγμα που επηρέασε και τον ίδιο, υπέστην απαξίωση και εξευτελισμό από όλους και σε καθημερινή βάση με πίεζαν να κάνω έκτρωση. Δεν υπέκυψα όμως στις πιέσεις τους, ήμουν αποφασισμένη να κρατήσω το παιδί. Έπειτα ο άνω σύντροφος μου, με τον οποίο σήμερα δεν έχω καμία επαφή, με εγκατέλειψε οριστικά ενώ ήμουν σε κατάσταση εγκυμοσύνης, ενώ δεν είχα δυνατότητα να υποβληθώ σε προγεννητικό έλεγχο και παρακολούθηση από γυναικολόγο.

Έκτοτε, μέσα στο γνώριμο κλίμα της εγκατάλειψης και της ανασφάλειας συνέχισα την μοναχική πορεία μου. Έφερα στον κόσμο το βρέφος μου, σε μία περίοδο που αισθανόμουν συναισθηματικά κατακρεουργημένη. Δεν μπορώ να μην παραδεχτώ ότι η καθημερινότητά μου, ειδικά μετά τη γέννηση της κόρης μου, ήταν βασανιστική και αντιμετώπιζα σοβαρή δυσκολία να αντεπεξέλθω.

Δεν είχα, ούτε έχω, ικανότητα να εργαστώ, τα απολύτως απαραίτητα εξασφαλίζω από ένα μίσθωμα που λαμβάνω περί τα 200 ευρώ από διαμέρισμα που εκμισθώνω στη Βάρκιζα. Η οικία μου ήταν πολύ ακατάστατη και βρώμικη, τα παράθυρα τα ήθελα πάντα κλειστά, ντρεπόμουν για αυτή την άθλια κατάσταση και δεν ήθελα κανείς να μπαίνει μέσα, αλλά δεν μπορούσα να ασχοληθώ και με το θέμα αυτό.

Δεν έχω κανένα συγγενή, ούτε φίλους, ζούσα πλήρως απομονωμένη.Δεν είχα ποτέ βοήθεια από κανέναν, κανείς δεν έδειξε ενδιαφέρον και η αλήθεια είναι ότι ούτε το ζήτησα. Ούτε από τους γείτονες που ήξεραν ότι η κατάσταση της ζωής μου έχριζε υποστήριξης και τους οποίους βλέπω να βγαίνουν συνεχώς στα μέσα μαζικής ενημέρωσης αυτές τις ημέρες μετά το τραγικό συμβάν, να επιχειρούν τον κανιβαλισμό της περίπτωσης μου, να αναμασούν ανακρίβειες, κακοήθειες και κριτική. Πράγματι από τη γέννηση της και μετά κι ενώ ο πατέρας της είχε εξαφανιστεί, με κυρίευαν κρίσεις πανικού καθημερινά, ψυχικές εξάρσεις, καταθλιπτικά επεισόδια σε μόνιμη βάση κι άλλα τα οποία δεν έχω τις τεχνικές γνώσεις να εκθέσω ώστε να σας περιγράψω την κατάσταση της ψυχικής μου υγείας. Δεν ήμουν ικανή να διαχειριστώ την κατάσταση,

Δεν μπορούσα να τα ανταπεξέλθω στην σωστή ανατροφή του παιδιού μου. Μετά βίας κατάφερνα να προμηθευτώ τα βασικά είδη διατροφής του. Πολύ συχνά το άκουγα να κλαίει, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, το τάιζα, το κρατούσα, προσπαθούσα να τον κοιμίσω, δε σταματούσε, δεν ήμουν ικανή ούτε να το ηρεμήσω. Πως θα μπορούσα άλλωστε εγώ να μεταδώσω σε αυτό θαλπωρή και ασφάλεια ενώ η βρεφική του ψυχή αισθανόταν μια ταραγμένη ανάσα πάνω του και μια βεβιασμένη αγκαλιά να το κρατά με απελπισία;».

Η μοιραία ημέρα

«Την Τετάρτη 27/2 ήθελα να βγω από το σπίτι. Θυμάμαι τις κινήσεις που έκανα σχεδόν μηχανικά κάθε φορά πριν φύγω. Ταΐσα το μωρό και το έβαλα να κοιμηθεί στο ειδικό καθισματάκι του, το οποίο τοποθέτησα πάνω στο κρεβάτι, αφού του είχα περάσει τους προστατευτικούς ιμάντες ώστε να μην κάνει απότομη κίνηση στον ύπνο του και πέσει. Την σόμπα την είχα σχεδόν συνεχώς αναμμένη στο υπνοδωμάτιο για να ζεσταίνεται αλλά χωρίς να ακουμπάει κάπου, σε απόσταση από αντικείμενα, κλινοσκεπάσματα κλπ.

Το ίδιο έκανα και εκείνο το απόγευμα. Σε καμία περίπτωση δεν είχα πιστολάκι αναμμένο, ποτέ δεν είχα κάνει κάτι τέτοιο γιατί κανένας λόγος δεν υπήρχε. Προφανώς και, παρά την κατάσταση μου, μπορούσα να διακρίνω ότι ένα πιστολάκι δεν μπορούσε να θερμάνει το χώρο, παρά μόνο να προκαλεί πολύ θόρυβο και ακραίο κίνδυνο. Πριν φύγω μετά τις οκτώ παρά το απόγευμα, θυμάμαι ότι είπα στον πρώην σύντροφος μου να έρθει να κρατήσει τη μικρή μέχρι να γυρίσω. Δε μου δήλωσε ότι θα έρθει, δεν έδωσα όμως βάση, θεώρησα ότι ως συνήθως θα έρθει άμεσα αφού του είπα ότι φεύγω και ότι σε κάθε περίπτωση ήταν η ώρα του να περάσει από το σπίτι.

Έλειψα μέχρι την μία τα ξημερώματα περίπου, σκέφτηκα ότι θα καθυστερήσει αλλά όπως και να είχε ο πρώην σύντροφος μου θα είχε επιστρέψει και δε με κάλεσε γιατί δεν είχε κάποιο πρόβλημα. Όταν ανέβηκα στο διαμέρισμα και άνοιξα την πόρτα αντίκρισα πολύ πυκνούς καπνούς. Προσπάθησα να μπω μέχρι το υπνοδωμάτιο, δεν μπορούσα καν να δω ούτε να αναπνεύσω από τους καπνούς, πνιγόμουν, ο χώρος ήταν απροσπέλαστος από τα τοξικά αέρια. Θυμάμαι ότι κατέβηκα ουρλιάζοντας, Ο σύντροφος μου ήταν ακόμη από κάτω του ζήτησα βοήθεια, ανεβήκαμε μαζί πάλι αλλά ήταν αδύνατον και γι’ αυτόν να επέμβει.

Κάλεσα αμέσως την πυροσβεστική, κατέφτασε σύντομα αλλά ήταν πολύ αργά για την μικρή μου κόρη. Η κόρη μου δεν περπατούσε ακόμη, δε γνωρίζω και δεν μπορώ να εξηγήσω πως συνέβη, με βασανίζει ο τρόπος που μπορεί να προκλήθηκε το αποτέλεσμα και φτιάχνω συνεχώς εικόνες και αλληλουχίες στο μυαλό μου. Μπορεί δε να κριθεί ηθικά φρόνιμο και δίκιο ότι δεν δικαιούμαι άλλη ευκαιρία στην μητρότητα και στην οικογένεια. Επιθυμώ όμως και αξιώνω, δεδομένης της νεαρής μου ηλικίας μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή και την κοινωνική επανένταξη προκειμένου να επέλθει, υποτυπωδώς, η εξιλέωση μου», σχολίασε.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη την απολογία της 30χρονης μητέρας του βρέφους που απανθρακώθηκε μέσα στο διαμέρισμα στη Βάρκιζα