«Για το ίδιο το αδίκημα της απιστίας μπορεί να ισχύει η παραγραφή για τον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ  Γιάννο Παπαντωνίου, δεν ισχύει ωστόσο το ίδιο για τις κατηγορίες που αφορούν ξέπλυμα χρήματος, υπάρχουν ενδείξεις και μπορεί να διερευνηθεί, ενώ το κατηγορητήριο μπορεί να επεκταθεί», τόνισε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Παρασκευόπουλος.

Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο ανέφερε: «Η ίδια η απιστία δεν μπορεί να διερευνηθεί πλέον, λόγω παραγραφής. Αυτό όμως που υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει συμβεί και δεν έχει παραγραφεί είναι το ξέπλυμα του χρήματος, το οποίο προήλθε από τις παράνομες πράξεις, συγκεκριμένα από την απιστία. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις και μπορεί να διερευνηθεί».

«Αυτή τη στιγμή είμαστε σε μία φάση που υπάρχουν ενδείξεις, δεν θα έλεγα πολύ συγκεκριμένες, ότι υπήρξε ξέπλυμα χρήματος το οποίο ήταν παράνομο. Οπωσδήποτε υπάρχουν. Σε αυτές θα κατατάξουμε οπωσδήποτε και το γεγονός ότι υπήρξαν περιπτώσεις μη υποβολής “πόθεν έσχες” από την πλευρά του. Επίσης πρέπει να διερευνηθεί και το γεγονός ότι φαίνεται να υπάρχουν κάποιες καταθέσεις που τον αφορούν», πρόσθεσε στη συνέχεια ο κ. Παρασκεύοπουλος.

Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης σημείωσε επίσης ότι η «προσπάθεια διερεύνησης από την Βουλή των σκανδάλων και των φαινομένων διαπλοκής είναι συνεχής. Θυμηθείτε μέχρι πριν ένα δύο μήνες την διερεύνηση του σκανδάλου για τα θαλασσοδάνεια, μία υπόθεση πολύπτυχη, με πολλές τράπεζες και είδη δανείων, τώρα περάσαμε στην υπόθεση των εξοπλιστικών, σε λίγο έπεται η εξεταστική για τα σκάνδαλα στην Υγεία, με τόσο πολλά περιστατικά που φορτώθηκαν στη ζωή του τόπου τον τελευταίο καιρό, είναι αναπόφευκτο να έχουμε τέτοιες επιτροπές».

«Για το κατηγορητήριο, εάν προκύψουν νέα στοιχεία, γενικά, είναι δυνατόν να υπάρχει μία επέκταση. Συνήθως, σε μία επιτροπή με ποινικό στόχο, συγκροτείται αρχικά μία επιτροπή, συγκαλείται τελικά ένα ειδικό δικαστήριο και αυτό θα κρίνει τις ευθύνες του προσώπου για το οποίο υπάρχουν ενδείξεις», επισήμανε ο κ. Παρασκεύοπουλος.

Τόνισε ωστόσο ότι «υπάρχει και μία άλλη περίπτωση, για την υπόθεση για την οποία συγκροτείται μία ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για να εξετάσει ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες, να διαπιστώσει αυτή ότι δεν πρέπει η Βουλή να εξετάσει το θέμα και να το στείλει πίσω στα δικαστήρια. Και αυτό είναι μία ανοιχτή εκδοχή».