Η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν ξεκαθάρισε στον Σι Τζινπίνγκ ότι οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κίνας βρίσκονται σε σημείο καμπής, επιχειρώντας επαναπροσέγγιση. Μόνο που η ευρωπαϊκή στρατηγική βρίσκει σε τοίχο… που η ίδια έφτιαξε.
Οι Financial Times περιγράφοντας τις σχέσεις της γηραιάς ηπείρου με το Πεκίνο, έγραψαν ότι στηριζόντουσαν στην πεπατημένη που καθιερώθηκε μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ευρώπη αγόραζε τα προϊόντα της «κομμουνιστικής Κίνας», βοηθώντας με αυτό τον τρόπο την ασιατική χώρα να σταθεί στα πόδια της. Αν το Πεκίνο σήκωνε ανάστημα όμως, θα έμενε χωρίς πελάτες, δηλαδή χωρίς λεφτά και τα προβλήματα θα ξεκινούσαν.
Αυτό πράγματι λειτούργησε, αλλά όπως είναι φυσικό οι συσχετισμοί άλλαξαν και πλέον η Κίνα δεν είναι «γίγαντας με πήλινα πόδια», αλλά ένας «μεγάλος παίκτης», με τις αδυναμίες του φυσικά. Η ΕΕ δεν δείχνει να το αντιλαμβάνεται όμως, επιχειρώντας να αναβιώσει το παρελθόν. Έτσι, αντί για μια ρεαλιστική στρατηγική, παρουσιάζει απαιτήσεις που το Πεκίνο απορρίπτει, με παρόμοιο τρόπο που οι Αθηναίοι αντιμετώπισαν τα κηρύγματα του Απόστολου Παύλου: «Ακουσόμεθά σου και πάλιν περί τούτου» (θα τα ξαναπούμε και πάλι).

Ως παράδειγμα, ένας από τους αρθρογράφους των FT, ο Alexander Gabuev, έφερε τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μέχρι πρότινος η ΕΕ απαιτούσε από την Κίνα να διακόψει οποιαδήποτε συνεργασία με τη Ρωσία, είτε επιβάλλοντας κυρώσεις η ίδια σε κινεζικές τράπεζες, είτε πιέζοντας τις ΗΠΑ να πράξουν αναλόγως. Ενδεικτικά, ο Μπάιντεν λίγο καιρό πριν αποσυρθεί από Αμερικανός πρόεδρος σκέφτηκε να υποτιμήσει το δολάριο, ώστε να χτυπήσει την κινεζική οικονομία.
Το Πεκίνο αντιμετωπίζοντας εδώ και δεκαετίες την ίδια ακριβώς ευρωπαϊκή στρατηγική, προσαρμόστηκε και αδιαφόρησε, αφού είχε περισσότερα να κερδίσει στηρίζοντας τον Πούτιν, παρά την ΕΕ. Επιπλέον, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, παρέχοντας υλικά στην Ουκρανία για την κατασκευή drones. Σήμερα, χρηματοδοτεί τόσο τις ρωσικές πολεμικές επιχειρήσεις, όσο και τις ουκρανικές, με την ΕΕ ουσιαστικά να αφήνει εκτός συζήτησης το ουκρανικό ζήτημα, επειδή δεν έχει πολλές επιλογές.
Όταν «προδίδει» η πραγματικότητα
Το αδιέξοδο της ευρωπαϊκής στρατηγικής στις σχέσεις με την Κίνα επεκτείνεται και στην οικονομία.
Η Κομισιόν δηλώνει ότι προσανατολίζεται στη μείωση της οικονομικής εξάρτησης από το Πεκίνο, αλλά τα μέλη της ΕΕ πράττουν το αντίθετο και όχι κακόβουλα. Π.χ. η Ευρώπη την ώρα που πιέζει για στροφή στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, δεν στηρίζει την παραγωγή οχημάτων που μπορεί να αγοράσει ο Ευρωπαίος καταναλωτής. Ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες συνεργάζονται με κινεζικές λοιπόν -μερικές φορές με την έγκριση της Κομισιόν- για να εφαρμοστεί στην πράξη η ευρωπαϊκή οδηγία.
Επίσης, η ΕΕ τη στιγμή που ζητάει από Κινέζους επενδυτές να επενδύσουν στην Ευρώπη, περιμένει για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο οι επιχειρηματίες από την Κίνα να στηρίξουν πολιτικά τρίτα κράτη και όχι την ίδια τους τη χώρα, ειδικά από τη στιγμή που δεν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις τους.

Συνοψίζοντας την πραγματικότητα με οικονομικούς όρους, η κατάσταση είναι η εξής: Το πρώτο εξάμηνο του 2025 οι κινεζικές εξαγωγές προς την Ευρώπη αυξήθηκαν κατά 7%, δηλαδή 267 δισεκατομμύρια δολάρια. Από την άλλη, οι εισαγωγές από την ΕΕ μειώθηκαν κατά 6% δηλαδή 125 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι FT έγραψαν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε αδιέξοδο, γιατί αρνείται να ρισκάρει, φέρνοντας ως επιχείρημα την αντίθεση στις δηλώσεις των Ντιέγκο Κόστα και Φον Ντερ Λάιεν. Ο πρώτος σημείωσε ότι «χρειάζεται διάλογος, είμαστε και οι δύο μεγάλοι παίκτες», ενώ η πρόεδρος της Κομισιόν υποστήριξε πως «η Κίνα πρέπει να παρουσιάσει ρεαλιστικές λύσεις στις ανησυχίες της Ευρώπης».