Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης του Facebook και του Instagram συλλέγουν δεδομένα και από χρήστες που δηλώνουν ότι είναι ανήλικοι, χρησιμοποιώντας ένα ειδικό λογισμικό που παρακολουθεί τη δραστηριότητά τους, σύμφωνα με όσα έφερε στη δημοσιότητα νέα έρευνα που παρουσιάζει και δημοσιεύει η Guardian.

Η μητρική εταιρεία των εν λόγω πλατφορμών, που πλέον ονομάζεται Meta, είχε ανακοινώσει τον Ιούλιο ότι θα επέτρεπε στους διαφημιστές να στοχεύουν τους νεαρούς χρήστες με βάση μόνο τρεις κατηγορίες, δηλαδή την ηλικία, το φύλο και την τοποθεσία, αποδεχόμενη ουσιαστικά ότι θα απαγόρευε μια σειρά άλλων επιλογών στόχευσης για διαφημίσεις όπως τα προσωπικά ενδιαφέροντα.

FACEBOOK Instagram

Τι δείχνουν τα στοιχεία νέας έρευνας

Ωστόσο, μια έρευνα από τρεις διαφορετικές ομάδες για το φλέγον θέμα αυτό, αναφέρει ότι το Facebook και το Instagram «δεν έχουν σταματήσει αυτή την πρακτική, αλλά έχουν διατηρήσει τη χρήση λογισμικού που συγκεντρώνει λεπτομέρειες σχετικά με τις δραστηριότητες περιήγησης παιδιών και εφήβων στο Διαδίκτυο».

Πρόκειται για την περιβαλλοντική ομάδα Global Action Plan, τη Reset Australia, που επιδιώκει τη μεταρρύθμιση των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών και τη Fairplay, που κάνει εκστρατείες κατά του μάρκετινγκ σε παιδιά.

Οι ερευνητές δημιούργησαν τρεις ψεύτικους λογαριασμούς, για έναν 13χρονο και δύο 16χρονους, και -όπως τονίζεται- μπόρεσαν να δουν τα δεδομένα που συγκέντρωσε το λογισμικό της εταιρείας σε Facebook, Instagram και Messenger, καθώς οι «χρήστες» επισκέπτονταν διάφορες ιστοσελίδες όπως τοπικές εφημερίδες και λιανοπωλητές ρούχων.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι «το Facebook μπορεί να συλλέγει δεδομένα από άλλες καρτέλες και σελίδες του προγράμματος περιήγησης που ανοίγουν τα παιδιά και να συλλέγει πληροφορίες όπως που κάνουν κλικ, με ποιους όρους αναζητούν προϊόντα ή τι αγοράζουν.

Σε μια ανοιχτή επιστολή τους προς τον Μαρκ Ζάκερμπεργκ, 44 ομάδες προέτρεψαν τον ιδρυτή του Facebook να ακυρώσει τη συλλογή δεδομένων. «Το Facebook εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τον τεράστιο όγκο δεδομένων που συλλέγει για τους νέους, προκειμένου να προσδιορίσει ποια παιδιά είναι πιο πιθανό να είναι ευάλωτα σε μια δεδομένη διαφήμιση», τονίζουν.

Ο Τζο Όσμπορν, εκπρόσωπος της Meta, δήλωσε: «Δεν χρησιμοποιούμε δεδομένα από τους ιστότοπους και τις εφαρμογές των διαφημιζόμενων και των συνεργατών μας για την εξατομίκευση διαφημίσεων σε άτομα κάτω των 18 ετών».

Πρόσφατα πάντως, και στην σκιά της διαρροής προσωπικών στοιχείων 533 εκατ. χρηστών του Facebook (εκ των οποίων άνω των 600.000 από την Ελλάδα) τον περασμένο Απρίλιο, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων συνιστά, με ανακοίνωσή της, σε όσους «διατηρούν προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να περιορίζουν τις πληροφορίες που διαμοιράζονται δημοσίως σε αυτά».

Η ανακοίνωση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων:

«Με βάση αρχική διερεύνηση, τα στοιχεία φαίνεται ότι έχουν εξορυχτεί αρκετό καιρό πριν, από δημόσια προφίλ στο Facebook. Προγενέστερα σύνολα δεδομένων δημοσιοποιήθηκαν το 2018 και το 2019 και αφορούσαν μεγάλης κλίμακας εξόρυξη δεδομένων από την ιστοσελίδα του Facebook, η οποία, κατά τους ισχυρισμούς του Facebook, συνέβη μεταξύ Ιουνίου 2017 και Απριλίου 2018, όταν το Facebook διόρθωσε ευπάθεια στη λειτουργικότητα αναζήτησης τηλεφώνου.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς αυτούς, η εξόρυξη πραγματοποιήθηκε πριν από την έναρξη εφαρμογής του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (ΓΚΠΔ) στις 25/5/2018, και για τον λόγο αυτόν το Facebook δεν γνωστοποίησε το περιστατικό ως παραβίαση προσωπικών δεδομένων βάσει του άρθρου 33 ΓΚΠΔ.

Το νέο σύνολο δεδομένων φαίνεται να περιλαμβάνει το αρχικό σύνολο δεδομένων για το 2018 (προ ΓΚΠΔ) σε συνδυασμό με πρόσθετα αρχεία, τα οποία μπορεί να προέρχονται από μεταγενέστερη περίοδο.

Σημειώνεται, ότι η εποπτική αρχή της Ιρλανδίας, που αποτελεί την επικεφαλής εποπτική αρχή, έχει εκκινήσει διαδικασία διερεύνησης του περιστατικού, ενώ έχουν ενεργοποιηθεί οι διαδικασίες συνεργασίας των αρχών προστασίας δεδομένων της ΕΕ. Θα ακολουθήσει νεότερη ενημέρωση όταν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία.

Σε κάθε περίπτωση, η Αρχή συνιστά σε όσους διατηρούν προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να περιορίζουν τις πληροφορίες που διαμοιράζονται δημοσίως σε αυτά».