Στο είδος οπλισμό που έστειλε η Ελλάδα στην Ουκρανία αναφέρθηκε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, μιλώντας πριν από λίγα λεπτά στη Διαρκή Επιτροπή Εθνικής Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά «έχουν αποσταλεί τυφέκια και κάποια πολυβόλα, πυρομαχικά φορητού οπλισμού, σφαίρες και κυρίως βλήματα πυροβολικού διαμετρήματος 155 χιλιοστών και τα παρελκόμενα αυτών». Ωστόσο, δεν μπήκε σε περισσότερες λεπτομέρειες, ούτε αναφέρθηκε στον ακριβή αριθμό των όπλων που κατευθύνθηκαν προς το Κίεβο, επικαλούμενος λόγους εθνικής ασφάλειας.

Κατά τον ίδιο, «η δεύτερη φάση αποστολής αμυντικού είναι αντιαρματικά όπλα, φορητοί πύραυλοι, ρουκέτες και σύστημα πολλαπλών εκτοξευτών», ξεκαθαρίζοντας πως «το υλικό που έχει σταλεί δεν αποτελεί κρίσιμο επιχειρησιακά για τις ένοπλες δυνάμεις και δεν επηρεάζει τα αποθέματα μας. Πρόκειται κυρίως για πυρομαχικά διαφόρων διαμετρημάτων τα οποία βρίσκονταν στις αποθήκες. Πρόκειται για τα όπλα της λεγόμενης τρίτης γραμμής και δεν επηρεάζεται συνολικά, ούτε στο ελάχιστο η αμυντική μας διάταξη. Δεν αποτελεί κρίσιμο επιχειρησιακά υλικό για τις αμυντικές δυνάμεις. Διαθέτουμε στις αποθήκες όλα αυτά που παραχωρήθηκαν προς την Ουκρανία σε πραγματικά εικοσαπλάσιο – πενηνταπλάσιο αριθμό. Αν υπήρχε η πραγματική υπόνοια ότι θα αποδυναμώναμε την άμυνά μας φυσικά δεν θα διαθέταμε τίποτα απ’ όσα διαθέσαμε».

Τα «αγκάθια» των διαπραγματεύσεων με τους Γερμανούς

Όσον αφορά τα γερμανικά τεθωρακισμένα, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας επεσήμανε πως η παραχώρηση των τανκς BMP-1 θα είναι επωφελής και συμφέρουσα, καθόσον τα γερμανικά έχουν σαφώς καλύτερα χαρακτηριστικά. «Αυτό βέβαια, συνέχισε, δεν είναι τελειωμένη υπόθεση, διότι πρέπει να διευθετηθούν συγκεκριμένα ζητήματα. Για παράδειγμα, υπάρχουν αγκάθια στους τεχνικούς όρους μεταξύ της γερμανικής και της ελληνικής πλευράς. Πρέπει να διασαφηνιστεί ότι ο αριθμός των τεθωρακισμένων που θα παραδοθεί στην Ουκρανία να είναι ο ίδιος με αυτά που θα αντικατασταθούν (σ.σ. τα νεότερης τεχνολογίας γερμανικά που θα πάρουμε). Πρέπει να διευθετηθεί ότι τα γερμανικά πρέπει να είναι σε κατάσταση λειτουργική και να αξιοποιηθούν άμεσα ώστε να μην υπάρξει επιχειρησιακό κενό. Επίσης είναι σημαντικό το ζήτημα του χρονισμού για να μην υπάρξει ούτε μία ώρα κενό στην διάταξη των ελληνικών δυνάμεων. Αυτό θα διαπραγματευτούμε. Επίσης πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι απαιτείται εκπαίδευση του προσωπικού σε θέμα χρήσης και επισκευών. Είναι προφανές ότι επίκειται μία επίσκεψη των επιτελών του Γενικού Επιτελείου Στρατού στη Γερμανία».