Ικανοποίηση εκφράζουν στην Κουμουνδούρου για την πορεία της επικοινωνιακής αντεπίθεσης του κόμματος, ο βασικός σχεδιασμός της οποίας κινείται γύρω από το τρίπτυχο: αποδόμηση της εικόνας του πρωθυπουργού και προσωπικά και μέσω των συμβούλων του, στήριξη των αγώνων των εργαζομένων και ανάδειξη του αυταρχικού προσώπου της κυβέρνησης.

Κι αυτό διότι ο ΣΥΡΙΖΑ όλη την προηγούμενη εβδομάδα εμφανίστηκε ο ίδιος να επιβάλλει την πολιτική ατζέντα που ήθελε και επεδίωκε και όχι να τρέχει πίσω από την ατζέντα που του επιβάλλουν είτε η κυβέρνηση είτε τα ΜΜΕ.

Βέβαια σ’ αυτό, παραδέχεται στέλεχος του κόμματος, βοήθησε και το «λάθος» του κ. Μέργου. Ωστόσο στον ΣΥΡΙΖΑ είναι βέβαιοι ότι τέτοια «λάθη» θα ξαναγίνουν γιατί δεν έχουν να κάνουν με προσωπικές απόψεις, αλλά με δεσμεύσεις έναντι των δανειστών μας.

«Η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να τρέχει πίσω από τις υπογραφές που η ίδια έχει βάλει», έλεγε χαρακτηριστικά συνεργάτης του Α. Τσίπρα. Την ίδια ώρα θα συνεχιστεί η προσωπική επίθεση στον πρωθυπουργό. Χθες στη Βουλή ο πρόεδρος του κόμματος για μία ακόμη φορά κατηγόρησε τον Α. Σαμαρά για «φυγοδικία».

Έφτασε μάλιστα στο σημείο να ζητήσει από το Προεδρείο να αναλάβει πρωτοβουλία να καταργηθεί η «ώρα του Πρωθυπουργού» αφού όπως είπε δεν παρίσταται ποτέ.

Παράλληλα συνεργάτες του προέδρου σημειώνουν ότι οι σχέσεις συγκεκριμένων επιχειρηματιών με άτομα προερχόμενα από την κυβέρνηση και το στενό πρωθυπουργικό επιτελείο «καταδεικνύουν ότι οι προεκλογικές κορώνες του κ. Σαμαρά κατά της διαπλοκής απεδείχθησαν τόσο αληθινές όσο και οι αντίστοιχες περί επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου».

Η ερχόμενη εβδομάδα, θέλοντας και μη είναι αφιερωμένη, λόγο της γενικής απεργίας της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ στις εργατικές διεκδικήσεις και κινητοποιήσεις. Η Κουμουνδούρου έχει ήδη ανεβάσει και μάλιστα ασυνήθιστα ψηλά τον πήχη των κινητοποιήσεων.

Δεν είναι τυχαίο ότι για την απεργία της Τρίτης δηλώνει ότι «έχει πολιτικά χαρακτηριστικά και στόχους» όπως «να πέσει η κυβέρνηση και να ακυρωθούν το μνημόνιο και τα μέτρα» και «ν’ ανοίξει ο δρόμος για την κατάργηση των πολιτικών λιτότητας, για την επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και του βασικού μισθού στο επίπεδο προ του μνημονίου».