«Στη νέα πολιτική προσπάθειά μας, χωρούν όσοι προσυπογράφουν συγκεκριμένες προγραμματικές αρχές και θέσεις», τόνισε η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου σε συνέντευξη της εφ’ όλης της ύλης το πρωί στην ΕΡΤ όταν της ζητήθηκε να σχολιάσει την τρέχουσα πολιτική κατάσταση, όπως αυτή διαμορφώνεται.
Χαρακτήρισε «τεκτονικές» τις αλλαγές που συντελούνται σήμερα συσχετίζοντας χρονικά την περίοδο με αυτήν του 2012, που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση και είχαμε την έξοδο από τα Μνημόνια και στη συνέχεια τη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Το δίλημμα που έχουμε μπροστά μας», υπογράμμισε η κ. Δούρου, «είναι αν θα πάμε μπροστά, ή θα αφήσουμε κάποιους να ανοίξουν και πάλι την πόρτα της Επιτροπείας και των Μνημονίων για την κοινωνία μας, η οποία ταλαιπωρήθηκε όλα αυτά τα χρόνια», όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η κυβέρνηση συνεργασίας με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, πρόσθεσε, ήταν η πρώτη που στηρίχτηκε σε συγκεκριμένες προγραμματικές συγκλίσεις. «Μόνο για τα δημοσιονομικά, και την έξοδο της χώρας από τα Μνημόνια. Όχι για την εξωτερική πολιτική και τα μεγάλα εθνικά θέματα. Οι προηγούμενοι, είχαν δει τις κυβερνήσεις συνεργασίας ως… μουσικές καρέκλες και άθροισμα αξιωμάτων».
Το πόρισμα του ΤΕΕ
Η συνέντευξη δόθηκε με αφορμή το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων του ΤΕΕ το οποίο διέψευσε κατηγορηματικά όσους άφηναν να εννοηθούν περί εγκληματικών ευθυνών της Περιφέρειας Αττικής στο ζήτημα της εθνικής τραγωδίας στη Μάνδρα. Όχι μόνο δεν της επιρρίπτει ευθύνες όπως έκαναν οι πολιτικοί της αντίπαλοι, αλλά επικροτεί και τις κινήσεις της Διοίκησης της Περιφέρειας για την αποτροπή πλημμυρικών φαινομένων.
«Το πόρισμα το ζήτησε η ίδια εισαγγελέας, δεν υπάρχει κανένας δάκτυλος πίσω από τίποτα», επισήμανε η περιφερειάρχης, προσθέτοντας, ότι «εκπρόσωποι της ΝΔ δεν ζητούσαν την πολιτική μου δίωξη αλλά την ποινική και τη φυσική μου εξόντωση».
Υπογράμμισε ότι «η εικόνα της σημερινής Μάνδρας είναι η εικόνα που θα έπρεπε να υπήρχε το 2003» σημειώνοντας ωστόσο ότι «από το 2003 μέχρι το 2010, δεν έγινε τίποτα σε μια περιοχή η οποία ιστορικά μας δίνει ακραία καιρικά φαινόμενα»:
Η κα Δούρου επανέλαβε ότι «μελέτη έγινε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 2016» και υπενθύμισε όσα έλεγαν, όπως ότι «υπήρχε μελέτη κι έμεινε στα συρτάρια, ότι βρήκα μια μελέτη, και καθόμουν πάνω της». Τόνισε ότι «δεν υπήρχε καμία μελέτη» και πρόσθεσε: «Προσωπικά, δεν μπορώ να συγχωρήσω, γιατί δεν μπορώ να ξεχάσω την απόπειρα ΜΜΕ και πολιτικών να ζητούν την ποινική δίωξη και τη φυσική εξόντωσή μου. Όχι να ασκήσουν πολιτική κριτική».
«Σιώπησα, σεβόμενη τους νεκρούς»
Στην ερώτηση γιατί δεν αντέδρασε απέναντι σε αυτές τις κατηγορίες προσφεύγοντας στη Δικαιοσύνη η κ Δούρου είπε: «Σιώπησα, σεβόμενη τους νεκρούς και τους αγνοούμενους. Επέλεξα να ταπεινωθώ μπροστά στις οικογένειες των νεκρών και θα προσπαθήσω να μπω στα παπούτσια εκείνων που πενθούσαν. Δεν ευτέλισα μια εθνική τραγωδία. Όταν πήγα στη Μάνδρα, δεν πήρα αγκαλιά τις κάμερες και τους δημοσιογράφους, για να δείχνουν τις σκηνές».
Η κα Δούρου ανέφερε πως υπηρετεί ένα διαφορετικό υπόδειγμα πολιτικής, «χωρίς να συνοδεύομαι από κάμερες και δημοσιογράφους όπου πηγαίνω. Είναι ένα μοντέλο διαφορετικό από εκείνο που θέλει τον πολιτικό να κλαίει μαζί με τις κάμερες. Δυστυχώς, το μόνο ζώο που δεν θα εξαφανιστεί από την πανίδα, είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος».
«Δεν υπήρχε κανένα έργο για την θωράκιση της Αττικής»
Ειδικά για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Αττικής, παρατήρησε ότι δεν υπήρχε ούτε έργο ούτε σχέδιο «πριν αναλάβουμε. Βάλαμε προτεραιότητες. Σήμερα είναι σε εξέλιξη 168 έργα σε ολόκληρο το λεκανοπέδιο, κόστους 514 εκατομμύρια ευρώ,. Η εικόνα της σημερινής Μάνδρας είναι αυτή που θα έπρεπε να υπάρχει από το 2003. Κάνουμε ένα πολύ μεγάλο έργο, που θωρακίζει τον συγκεκριμένο δήμο. Δεν ξαναφτιάχνουμε απλώς τον δρόμο. Τον φτιάχνουμε όπως θα έπρεπε εξαρχής να είναι».
Η κα Δούρου αντιπαρήλθε της πολιτικής κριτικής που της ασκήθηκε για την καθυστέρηση των έργων λέγοντας ότι «μεγαλύτερος αντίπαλος από τη χυδαιότητα και τη συκοφαντία ήταν η καχυποψία των συμπολιτών, στους οποίους έπρεπε να αποδείξω ότι, εγώ θα έκανα αυτά που δεν έγιναν επί δεκαετίες. Ζητώ να κριθώ από όσα είπα ότι θα γίνουν, και έγιναν ή δεν έγιναν».
Αναφερόμενη στις τραγικές συνέπειες από τα ακραία φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής, σε διάφορες Περιφέρειες της χώρας, τόνισε ότι «γίνεται μια προσπάθεια από το αρμόδιο υπουργείο να καλύψουμε το χαμένο έδαφος. Δεν έτυχε στη Δούρου. Έτυχε στις οικογένειες των θυμάτων. Σε ολόκληρη τη χώρα. Όχι στον εκάστοτε Περιφερειάρχη».
«Δεν άφησα τη βουλευτική έδρα, για να οδηγηθώ μέσω της Αυτοδιοίκησης σε ένα άλλο σκαλοπάτι»
Ερωτηθείσα για την αποχή της από τα κανάλια και εν γένει τη δημοσιότητα, η κ. Δούρου τόνισε ότι ήταν επιλογή της, «για να στείλω ένα ηχηρό μήνυμα ότι, δεν παράτησα τη βουλευτική έδρα, για να οδηγηθώ μέσω της Αυτοδιοίκησης σε ένα άλλο σκαλοπάτι. Ήρθα για να μείνω ώστε να παραχθεί έργο απαραίτητο για την ανάταξη και την ανάπτυξη της Περιφέρειας».
Έργα πνοής
Με την ευκαιρία η περιφερειάρχης Αττικής μίλησε εκτενώς και για το μεγάλο έργο πνοής της «Αττικής Ριβιέρας», που η ίδια δρομολόγησε, επιτάχυνε και υλοποιεί. «Άσπρισαν τα μαλλιά μου για την Αττική Ριβιέρα. Αντί να ξεκινήσουμε από το οικολογικό πάρκο, που θα μου επέτρεπε ενόψει εκλογών να κόψω κορδέλες, ξεκινήσαμε από αποχετευτικά και αντιπλημμυρικά έργα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, εκεί καταλήγουν οι εκβολές των δυο μεγάλων ποταμών του λεκανοπεδίου και έχουμε ξενυχτήσει αρκετά βράδια για την αύξηση της στάθμης του νερού. Με το έργο στο Φαληρικό όρμο ανοίγει ο δρόμος προς την παραλία στην οποία η πρόσβαση θα είναι ελεύθερη και εφικτή, τόσο με τα πόδια, όσο και με ποδήλατο».
«Από το 2016 που μας παραχώρησε η κυβέρνηση ανταποκρινόμενη σε πάγιο αίτημα των πολιτών το παράκτιο μέτωπο», συνέχισε η περιφερειάρχης. «Προχωρήσαμε σε μια μεγάλη και εκτεταμένη παρέμβαση, σε συνδυασμό με τα έργα στο ΣΕΦ και στο Μικρολίμανο, ώστε να μην χρειάζεται να πηγαίνει κανείς στο εξωτερικό, για να βλέπει τέτοιες όμορφες εικόνες».
Η Ρένα Δούρου ανέφερε ως παραδείγματα των έργων προοπτικής που υλοποίησε στην Περιφέρεια Αττικής, «την υδροδότηση της Αίγινας, την αποχέτευση μεγάλων περιοχών του λεκανοπεδίου, και φυσικά, το μείζον ζήτημα εθνικής προτεραιότητας, αυτό της διαχείρισης των απορριμμάτων».
«Το πρόβλημα, εκτός από οικονομικό, είναι ότι είχε να κάνει και με τη νοοτροπία που επικρατούσε: Να λυθεί το πρόβλημα αλλά… μακριά από εμάς… Οι ευρωπαϊκές οδηγίες είναι αυστηρές. Να ανακυκλώνουμε. Και να αξιοποιήσουμε προωθητικά τα σκουπίδια, ως φυσικούς πόρους. Όπου χρειάστηκε, συγκρουστήκαμε και με τις τοπικές κοινωνίες», σημείωσε χαρακτηριστικά.