Την Παρασκευή αναμένεται να ανακοινωθούν οι βαθμοί των υποψηφίων για τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, που διαγωνίστηκαν στις Πανελλήνιες εξετάσεις 2018. Μετά τη δημοσιοποίηση των επιδόσεων οι διευθυντές των λυκείων θα αναρτήσουν στις σχολικές μονάδες τις εκτυπωμένες καταστάσεις που θα περιλαμβάνουν μόνο τους κωδικούς και τους βαθμούς υποψηφίων. Τα βαθμολογικά κέντρα παραδίδουν τις βαθμολογίες των υποψηφίων στο υπουργείο Παιδείας και ο εκπαιδευτικός αναλυτής Χρήστος Κάτσικας αναφέρει πως«η αποστολή – διακίνηση των αποκομμάτων των τετραδίων και των βαθμολογιών των υποψηφίων των Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων αναμένεται να ξεκινήσει από τα βαθμολογικά κέντρα την προηγούμενη ημέρα, την Πέμπτη 28 Ιουνίου, ώστε τα δέματα να έχουν φτάσει στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης την Παρασκευή». Παράλληλα ΤΕΙ στην Αθήνα πλέον δεν υπάρχουν. Έχουν συγχωνευτεί σε ένα μεγάλο ίδρυμα το οποίο έγινε πανεπιστημιακό. Το Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής που προέκυψε από τη συγχώνευση των ΤΕΙ Αθήνας και Πειραιά. Μέχρι πέρσι πολλοί υποψήφιοι από την Αττική προσπερνούσαν τα ΤΕΙ και σημείωναν στο μηχανογραφικό τους Πανεπιστημιακές σχολές της Αθήνας και αμέσως μετά τις αντίστοιχες άλλων πόλεων. Όπως ανέφερε ο κ. Κάτσικας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις βάσεις 2018, «μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά κυρίως για το 2ο Επιστημονικών Πεδίο (Θετικές και Τεχνολογικές Επιστήμες) και για το 4ο Επιστημονικό Πεδίο (Επιστήμες Οικονομίας και Πληροφορικής) καθώς και για τα Παιδαγωγικά τμήματα που κατανέμονται σε όλα τα Πεδία. Στο 2ο και 4ο Επιστημονικό Πεδίο είναι ξεκάθαρο ότι θα έχουμε πτώση των βάσεων εισαγωγής στα περισσότερα τμήματα. Σε αυτά που η κίνηση των βάσεων εισαγωγής αναμένεται να είναι αντίστροφη (άνοδος) είναι στα Παιδαγωγικά Τμήματα των δυο Πεδίων». Για το 1ο Επιστημονικό Πεδίο (Ανθρωπιστικές, Κοινωνικές και Νομικές Επιστήμες) και για το 3ο Επιστημονικό Πεδίο η κίνηση των βάσεων εισαγωγής είναι, σύμφωνα με τον κ. Κάτσικα, θολή. «Στο 1ο Επιστημονικό Πεδίο αναμένουμε μικρές αυξομειώσεις των βάσεων εισαγωγής με βασική τάση την πτώση ενώ στο 3ο Επιστημονικό Πεδίο οι Ιατρικές Σχολές δεν φαίνεται ότι μπορούν να υποχωρήσουν αισθητά από τα περσινά επίπεδα των βάσεών τους».