Έξυπνη, καλλιεργημένη, ανατρεπτική. Αληθινή προσωπικότητα, με δυο λόγια.

H Ελένη Ράντου σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη μιλά για όλους και για όλα.

Τι συνέβη στην Ελλάδα και στους Έλληνες; «Χάσαμε το μέτρο, αλλά δεν τα φάγαμε όλοι μαζί», επισημαίνει με νόημα. «Το κακό είναι ότι έχουμε καταπιεί το τέρας, ότι τα συνηθίζουμε όλα».

Για τα κόμματα, παλιά και νέα τι πιστεύει; Ότι το ΠΑΣΟΚ πέθανε, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμος για εξουσία, ότι οι κινήσεις τύπου Λοβέρδου δεν πείθουν κανέναν.

Πιτσιρίκα ήθελε για άντρα της τον Αλέκο Αλεξανδράκη και τώρα που μεγάλωσε και θυσίασε τη ζωή της για το θέατρο, μου εξομολογείται ότι φοβάται πολύ τον θάνατο. «Τόσο που τον παλεύω κάθε μέρα για να συμφιλιωθώ όσο γίνεται μαζί του».

– Πώς νιώθεις μετά και τις αποκαλύψεις για αλλοιώσεις στην περιβόητη λίστα Λαγκάρντ και την εμπλοκή του πρώην υπουργού Γ. Παπακωνσταντίνου;

Νομίζω ότι τώρα αρχίζει το αλληλοφάγωμα. Μετά την ενοχοποίηση του κόσμου, ότι δηλαδή ο κόσμος «τα’τρωγε», τώρα αρχίζει το «ποιος θα εξοντώσει ποιον». Θεωρώ ότι όλοι είναι μπερδεμένοι σε ένα τέτοιο παιχνίδι. Κάποια ονόματα είναι απλώς πολύ καλά εξιλαστήρια θύματα, γιατί όταν «δίνεις» κάποιους, κάποιοι άλλοι με τη σειρά τους ησυχάζουν. Εμείς αυτήν την αλληλοεξόντωση την έχουμε ζήσει στο πετσί μας. Δεν μου έκανε καμιά παραξενιά η εξέλιξη με τη λίστα, πέραν του κουτσομπολιού που έφερε… Έχουμε φτάσει, πλέον, στον να είναι κάθε απατεωνιά αναμενόμενη – και μάλιστα τόσο απροκάλυπτη.

– Το 2012 αναμφίβολα στοίχισε στους Έλληνες. Πόσοι, τελικά, μιας και έκανες λόγο για ενοχοποίηση, «τα φάγαμε» μαζί; Έχουν το ίδιο ποσοστό συμμετοχής στο «τσιμπούσι» όλοι;
Στην αμετροέπεια έχουν όλοι συμμετοχή. Στο ότι, δηλαδή, για πολλά χρόνια δεν υπήρχε μέτρο. Αυτό συνοψίζεται σε κάτι που διάβασα και μου άρεσε πολύ: «Μια ευνομούμενη πόλη δεν είναι εκεί όπου ο φτωχός αγοράζει το Cherokee, αλλά εκεί που ο πλούσιος κυκλοφορεί με το μετρό». Στο χρήμα το πολύ, όμως όχι, δεν ήμασταν όλοι συμμέτοχοι στο τσιμπούσι. Κάτι «ψίχουλα» έφαγαν μερικοί, το «κοκούτσι απ’ την ελιά», ενώ κάποιοι γέμισαν πάρα πολύ καλά τις τσέπες τους. Δεν είναι έτσι όπως τα λένε. Απλώς, είναι σίγουρο ότι όταν κάποιος έτρωγε πάρα πολλά θα περίσσευε κι ένα «ξεροκόμματο» και για κάποιους άλλους για να «κλείσουν στόματα» έτσι. Και το σίγουρο είναι ότι όλες οι πολιτικές πλευρές είχαν συμμετοχή, αφού η μία «το βούλωνε» και η άλλη δεν το κατήγγειλε, αφού έπρεπε κι αυτή να «φάει». Είτε ήσουν αξιωματική αντιπολίτευση, είτε κυβέρνηση, σώπαιναν όλα τα στόματα, αυτός ήταν ο κανόνας.

– «Πού πάτε ρε βλάχοι; Χορτάστε πείνα τώρα…». Τίτλος άρθρου σου στο site μας. Η εθνική έπαρση «μας έφαγε» τελικά;
Ή αυτό συνέβη, ή θέλαμε να υψώσουμε ανάστημα. Ήταν, από τη μια πλευρά, στέρηση πολλών χρόνων. Έτσι, στην πρώτη ευκαιρία χάθηκαν και το μέτρο και η λογική. Γιατί νιώσαμε ότι ο κάθε φτωχός δικαιούται (και επιτέλους και θα γίνει) εύπορος. Με τον καιρό το βλέπω και σαν ένα ανθρώπινο ελάττωμα, το να θέλει κάποιος επιτέλους σε μια «ψαροκώσταινα» να «πατήσει στα πόδια του» και να πει «και εγώ τώρα είμαι σημαντικός πολίτης μέσα την Ευρώπη, την Ελλάδα»… Η διαχείριση αυτού του συνθήματος ήταν πολύ κακή. Και κυρίως η έλλειψη μέτρου. Το λέω και το ξαναλέω, γιατί εμείς διδάξαμε το «παν μέτρον άριστον». Ακόμη και τώρα, μετά από τόση εμπειρία, τίποτε δεν έχει αλλάξει σημαντικά. Ο άπληστος έχει γίνει πιο άπληστος και ο «αρπακτικός» περισσότερο αρπακτικός… Γιατί σου λέει: «Αύριο δεν ξέρω τι θα γίνει, οπότε ας αρπάξω ό,τι αρπάξω κι ό,τι γίνει…». Η εποχή αυτή σε πιέζει με κάποιον τρόπο να πιστέψεις πως αύριο δεν υπάρχει… Όλο αυτό δεν φτιάχνει νηφάλια ψυχολογία. Η έλλειψη νηφαλιότητας έχει υψηλούς τόνους, δεν σε αφήνει να χτίσεις ένα αύριο πιο υγιές. Οπότε, πάλι στον ίδιο φαύλο κύκλο καταλήγεις…

– Ακολουθεί ένα tweet που διάβαζα τις προάλλες: «Βάζεις χαράτσι, δεν πληρώνουν ούτε ΔΕΗ. Ακριβαίνεις το πετρέλαιο, ανάβουν τζάκια. Απολύονται, αυτοκτονούν. Συνταξιοδοτούνται, δεν πεθαίνουν». Πόσα αντέχουμε ακόμη οι Έλληνες; Κάποιοι κάνουν λόγο για νέα μέτρα τους προσεχείς μήνες. Πόσο μακριά είναι μια κοινωνική έκρηξη;

Συμβαίνει το αντίθετο. Αντί για κοινωνική έκρηξη, υπάρχει κοινωνική εξόντωση, της οποίας δεν προηγείται έκρηξη. Υπάρχει μεγάλη τάση στην αδράνεια. Σαν να υπάρχει μια φωνή που κραυγάζει: «Όχι άλλο κακό». Δεν κυνηγάει κανείς αυτή τη στιγμή το καλό, παρά να σταματήσει η «κατρακύλα». Κι επειδή κατρακύλα θεωρεί και την εξέγερση, δεν κυνηγάει τελικά ούτε αυτήν. Το έχει πει ο Καστοριάδης: «Το γνώρισμα του σύγχρονου ανθρώπου είναι η τάση στην αδράνεια». Λίγο το σοκ, λίγο οι απότομες «καιρικές συνθήκες», έχουν κάνει τον κόσμο απλά να είναι εξοντωμένος και αποχαυνωμένος. Ίσως, αυτό γίνεται και σε αναζήτηση μιας μορφής αντίδρασης, γιατί, τελικά, και η ίδια η εξέγερση να ξεκινήσει, δεν θα την πιστεύει κανείς. Υπάρχει τέτοια γενικότερη αμφισβήτηση στα πάντα, που φτάνει στο σημείο να μη γίνεται πιστευτή και η ίδια η εξέγερση..
Δεν έχω χρήματα να πληρώσω τους φόρους

– Όταν ο τελευταίος υπουργός Παιδείας είχε χαρακτηρίσει «τελευταία προτεραιότητα» του υπουργείου τη διασφάλιση της μετακίνησης των μαθητών στο σχολείο της κόρης σου, αφού παρέμεναν απλήρωτοι οι μεταφορείς, είχες πεί ότι σκέφτεσαι πολύ σοβαρά να γίνεις «η πρώτη Ελληνίδα που επωνύμως θα αρνηθεί να πληρώνει». Τι έκανες τελικά;

Ήρθε ο φόρος και δεν είχα χρήματα να τον πληρώσω, διότι ήταν σε δύο δόσεις και ήταν ποσό που ήταν αδύνατον να βρω. Ακόμη προσπαθώ να βρω τον τρόπο. Σκέφτηκα ότι ίσως είναι ένας τρόπος καλύτερης μορφής πίεσης, το να μαζευτούμε και να λειτουργήσουμε αλλιώς. Ακόμη κι αν πούμε όλοι οι Έλληνες: «Αρνούμαστε να πληρώσουμε το χαράτσι». Καταλαβαίνω ότι ένα κράτος μπορεί να έχει ανάγκη από έκτακτη βοήθεια. Όταν όμως η βοήθεια αυτή κρατάει δύο χρόνια, όταν η αίσθηση που υπάρχει είναι ότι αυτή η βοήθεια «πέφτει σε μαύρη τρύπα», τότε ναι, μπορεί να πρέπει να σηκώσεις και τα χέρια ψηλά και να πεις «ως εδώ». Παλιά το είχαμε ως κεφαλικό φόρο, στους Τούρκους, και το θεωρούσαμε απόλυτο εξευτελισμό. Τώρα επειδή γίνεται έτσι είναι κάτι διαφορετικό;

– Πόσο αποδοτικοί ήταν οι τελευταίοι πρωθυπουργοί της χώρας; Ξεχωρίζεις κάποιον για την αναποτελεσματικότητά του
;
Είναι δεδομένο ότι όταν ο κόσμος εκλέγει ένα ηγέτη, θέλει (όταν αυτός πάρει την κατάσταση στα χέρια του), στην καλύτερη περίπτωση να κάνει διαχείριση. Κάποιοι έκαναν κακή διαχείριση, άλλοι ήταν νωχελικοί, κάποιοι ήταν επιπόλαιοι, άλλοι αιθεροβάμωνες. Κακή διαχείριση έκανε ο Κώστας Καραμανλής. Είναι σαφές ότι ολιγώρησε μπροστά σε αυτό που ερχόταν. Προτίμησε να μην το κοιτάξει. Το έπαιξε λίγο: «Γυρίζω την πλάτη μου στο μέλλον». Από εκεί και πέρα, ειδικά από το ΔΝΤ και μετά, οι αρχηγοί δεν κυβερνούν ουσιαστικά, παρά μεταφέρουν ξένες συμβουλές.

-Το ΠΑΣΟΚ «τελείωσε» ή μπορεί να ανασυνταχθεί αν επαναροσδιοριστεί;

Μερικά πράγματα απλά τελειώνουν. Κάνουν έναν κύκλο και τελειώνουν. Αυτό ισχύει με ο,τιδήποτε έχει να δώσει κάποιος. Αν λ.χ. εγώ στη θεατρική προσφορά μου με τον ίδιο τρόπο μειώνω την απόδοση μιας παράστασης που κάνω, κάποια στιγμή πρέπει να πω «εγώ εδώ τελείωσα». Πρέπει να αποχωρήσω, κι αν είναι να επανέλθω, πρέπει αυτό να γίνει με διαφορετικό τρόπο.

– Ποια η γνώμη σου για την πολιτική «εκτόξευση» του ΣΥΡΙΖΑ στην αξιωματική αντιπολίτευση; Θα μπορέσει, εφόσον πάρει την εξουσία, να ανταπεξέλθει πρακτικά σε όσα προτείνει; Πρόκειται, τελικά, για το «νέο ΠΑΣΟΚ»;
Για μένα, είναι καταρχήν ένας Κεντρώος χώρος, όχι χώρος Αριστερός. Δεν νιώθω ότι είναι έτοιμο αυτό το κόμμα για εξουσία. Δεν είναι και η εποχή τέτοια που να ζητά κάτι «καθαρό». Τίποτε δεν είναι έτοιμο από μόνο του. Κάθε εποχή ετοιμάζει τους ηγέτες της, τα κόμματά της, το μέλλον της. Αυτή τη στιγμή όλη η εποχή είναι σε σύγχυση, όπως και ό,τι πολιτικό προβάλλεται σήμερα…

– Πώς είδες την πρωτοβουλία του Ανδρέα Λοβέρδου να εξαγγείλει νέα πολιτική κίνηση; Είναι κάτι που χρειάζεται η χώρα;
Εμένα όλα αυτά δεν με «ψήνουν» καθόλου. Δεν με πείθουν ότι από ένα σύστημα αποτυχημένο μπορεί να προκύψει ένα στοιχείο του, που θα φέρει κάτι με έντιμη στάση. Δεν πείθει κανέναν αυτό. Δεν είναι ένα προϊόν που θα έλεγες «θα πάω να το αγοράσω γιατί είναι αυτό που θέλω να βάλω μέσα στο σπίτι μου».

– Αρκούν οι πολιτικές προτάσεις που υπάρχουν αυτή τη στιγμή; Τι νέο έχουν να δώσουν λ.χ. οι Ανεξάρτητοι Έλληνες; Τι προσέφερε η «Κοινωνική Συμφωνία» των Κατσέλη – Καστανίδη;

Δεν νομίζω, δυστυχώς, ότι είναι εποχές για καινούργιες συμμαχίες. Γιατί, ενώ αρχικά το καινούργιο μοιάζει να είναι σύγχρονο, τελικά αυτό είναι ψέμα. Είναι πιο συντηρητικό απ’ το παλιό. Και, τελικά, κάθε καινούργιο θα αποδεικνύει ότι «κουβαλάει» μέσα του κάτι παλιό. Γενικότερα, η αίσθησή μου από την επικοινωνία μου με τον κόσμο, είναι το γεγονός ότι, ενώ όλοι εύχονται κάτι καινούργιο να έρθει, κανείς δεν το τολμά, όλοι το φοβούνται. Όλοι είναι στο «μακάρι να έρθει κάτι» και ταυτόχρονα στο «Αχ, Παναγιά μου και Χριστέ μου να μην έρθει».

– Τις προάλλες βρήκες το αυτοκίνητό σου σπασμένο και δεν σοκαρίστηκες, όπως δήλωσες. Αρχίσαμε να συνηθίζουμε την ένδεια και την παραβατικότητα;

Έχουμε «καταπιεί το τέρας», κανονικότατα. Τις προάλλες, μάλιστα, περπατούσα στα Εξάρχεια με οικογενειακούς φίλους από την Επαρχία και δίπλα μας καιγόταν ένα αυτοκίνητο. Έβλεπαν τους καπνούς, τα ΜΑΤ που βρισκόντουσαν εκεί και μου έλεγαν: «Πάμε να φύγουμε». Τους εξηγούσα ότι εμείς περνάμε από μπροστά, πλέον, έτσι απλά, συνεχίζουμε τη βραδιά μας σαν να μην έγινε. Έχουμε εξοικιωθεί απόλυτα με τη βία, το δρόμο, την εξαθλίωση, τους ναρκομανείς, τους άστεγους που κοιμούνται κάτω από το σπίτι μας, σαν να πρόκειται για γη και ουρανό, δεδομένα πράγματα.

– Στο έργο που ανεβάζεις, μεταξύ των ηρώων είναι και δύο αλλοδαποί. Είναι η κίνηση συμβολική, για τη θέση τους στην ελληνική κοινωνία, ή τυχαία; Θα μείνει ένας Χρυσαυγίτης ευχαριστημένος με την πλοκή του έργου;

Δεν με ενδιαφέρει για κανέναν –όχι μόνο για Χρυσαυγίτη- αν θα μείνει ευχαριστημένος με την πλοκή. Με ενδιαφέρει να καταθέσω μια αλήθεια που δεν έχει να κάνει με αλλοδαπούς κατεξοχήν, αλλά με ένα βασικό αίσθημα, το να νοιώθεις ξένος με τη ζωή σου. Μέσα σ’ αυτό το κομμάτι που είναι μια μεγάλη συνομοταξία -κυρίως Ελλήνων που νοιώθουν ξένοι με τη ζωή τους- χωράει κι ένας αλλοδαπός. Ωστόσο, με ενοχλεί ακόμη και η χρησιμοποίηση των αλλοδαπών, είτε θετικά είτε αρνητικά. Έχουμε βρεθεί κι εμείς οι Έλληνες ως ξένοι εκτός των τειχών, δεν μου αρέσουν τα μεγάλα συνθήματα. Σήμερα διάβασα κάτι που μου άρεσε πολύ: «Δεν χρειάζεται να σώσει κανείς κανέναν, χρειάζεται μόνο ν’ αγαπάει».

Θεωρώ ότι δεν πρέπει να νοιώθω ότι έχω τη δύναμη να σώσω τους αλλοδαπούς, ούτε ότι έχω τη δύναμη να τους διώξω. Μακάρι να υπήρχε ένα σύστημα δικαίου που να δίνει περιθώριο ζωής σε κάθε ανθρώπινη ύπαρξη η οποία βασανίζεται και ξεριζώνεται. Σημασία έχει να καταλάβει κανείς ότι πίσω από κάθε ανθρώπινη δυστυχία «παίζουν» πολλά άλλα συμφέροντα εκτός εκείνου που υποφέρει. Μπορώ να καταλάβω καλά τι συμβαίνει στο παρασκήνιο για να φτιαχτούν τέτοια μίση και πάθη. Για παράδειγμα, το άγριο φονικό στην Ξάνθη, έγινε από Έλληνα. Η κακή φύση του ανθρώπου δεν έχει χώρα, ούτε προέλευση. Η πείνα και η εξαθλίωση εξοντώνει και διογκώνει τα φαινόμενα εγκληματικότητας. Όλοι είμαστε ικανοί για το καλύτερο και το χειρότερο, ασχέτως χρώματος. Και αυτό είναι που εξηγεί το έργο. Ξεκινά με τους ήρωες που μπορούν να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους αλλά την κάνουν χειρότερη, παράλληλα με αυτούς που είναι προδιαγεγραμμένο ότι η ζωή τους δεν θα γίνει καλύτερη, ωστόσο καταφέρνουν να τη βελτιώσουν.

– Μίλησες πρόσφατα για «παγωμένο κοινό» που πρώτη φορά συναντάς στο θέατρο. Ωστόσο, φέτος η προσέλευση των πολιτών, σε παραστάσεις και χώρους προαγωγής Τέχνης μεγαλώνει αντιστρόφος ανάλογα με τις ελπίδες που αυτοί μετρούν… Η Τέχνη σήμερα απλά μας ψυχαγωγεί ή μας «δυναμώνει» κάνοντάς μας σκεπτόμενους;

Όλα μαζί γίνονται. Υπάρχει μορφή Τέχνης που θέλει να «αποβλακώσει», θέλοντας να σε βοηθήσει να «ξεδώσεις», υπάρχει η Τέχνη που εκτονώνει, αυτή που προβληματίζει, αυτή που παλιμπαιδίζει. Αυτή όμως που προβληματίζει, για κάποιον λόγο, συγκεντρώνει τον κόσμο. Παλιότερα, δεν είναι αυτό που θα υπήρχε ως πρώτη προτίμηση. Πλέον, είναι εμφανής η διάθεση του κόσμου να ακούσει ιδέες, να βρίσκεται σε μια διαρκή ζύμωση πραγμάτων, ακόμη κι αν δεν μπορεί να πάρει θέση. Ακόμη κι αν θέλει να διαφωνήσει. Θέλει σίγουρα να υπάρχει καλύτερος διάλογος. Αυτό βέβαια δεν είναι δεδομένο, τουλάχιστον όμως «ξεκούνησε» ο κόσμος από το σπίτι. Ίσως, μάλιστα, μετά την είδηση για την εκταμίευση της δόσης, πήρε ο κόσμος έναν «αέρα». Συγκριτικά με πέρυσι τέτοια εποχή, η ψυχολογική –όχι η οικονομική- κατάσταση του κόσμου έχει ανέβει.

– Πες μου μιά απ’τις συμβουλές που δίνεις στην κόρη σου, δεδομένων των σημερινών συνθηκών…

Να ακολουθήσει μόνο αυτό που αγαπάει, γιατί με ο,τιδήποτε άλλο δεν θα τα βγάλει πέρα. Το μόνο που μπορεί να της δώσει κουράγιο στο να πορευτεί επαγγελματικά στα επόμενα χρόνια, είναι να βρίσκεται σε έρωτα με αυτό που κάνει… Ο,τιδήποτε λιγότερο θα την εξοντώσει.


– Σε πρόσφατη συνέντευξή σου μίλησες για την ομορφιά, λέγοντας ότι συνειδητοποίησες από μικρή πως… δεν είσαι ωραία, σημειώνοντας ότι πάντα είχες μια «ήττα» στο θέμα εμφάνισης – ομορφιάς. Τελικά μετρά το τι «δείχνουμε βιτρίνα» ή το τι εκπέμπουμε;

Σημασία έχει αν νιώθεις ωραίος εσύ ο ίδιος, ή όχι. Ποτέ δεν ένιωθα όμορφη εξωτερικά. Αυτό λοιπόν, ενώ στην εφηβεία μου με έκανε λίγο ζορισμένη, καθ’ οδόν με λύτρωσε από πάρα πολλά πράγματα, από πολύ «ξόδεμα» άνευ λόγου. Ο άνθρωπος που δεν νιώθει ότι μπορεί να είναι όμορφος –κάτι ούτως ή άλλως υποκειμενικό- αναγκάζεται και βρίσκει μεθόδους να «σαγηνεύσει» το περιβάλλον γύρω του, που μπορεί να είναι και πιο ουσιαστικοί. Έτσι, βλέποντάς το τώρα «από χρονική απόσταση», μάλλον καλό κάνει να λύνει κανείς γρήγορα τέτοια θέματα…

– Μίλησέ μου για τις Λαμπέτη, Βουγιουκλάκη, Καρέζη;

Τη Λαμπέτη δεν είχα την τύχη να τη δω στο θέατρο, οπότε αν μιλήσω θα αδικήσω το μεγαλύτερο κομμάτι της, την θεατρική της παρουσία. Με την Αλίκη, πάλι, έπαιξα, ενώ την Καρέζη την είδα ως θεατής. Πρόκειται για πολύ σημαντικές προσωπικότητες του θεάτρου που έγραψαν τόσο σημαντική ιστορία. Πλέον πρέπει να δούμε τι ιστορία θα γράψουμε εμείς ή οι επόμενες.

– Μίλησέ μου για τους Κούρκουλο, Αλεξανδράκη, Παπαμιχαήλ;

Ε, λοιπόν, ενώ ο Κούρκουλος ήταν ο «ωραίος», εγώ πάντα ως πιτσιρίκα τον Αλεξανδράκη ήθελα για «άντρα μου», επειδή μου έβγαζε μια καλοσύνη και μια κατανόηση. Τον Παπαμιχαήλ τον θεωρούσα απλά «καπαρωμένο»… Ήταν πάνω από τον χαρακτήρα μου να μπω ανάμεσα στο ζευγάρι…

– Μέσα στα τελευταία μόνο χρόνια το περιβάλλον για τους ηθοποιούς έχει άρδην μεταμορφωθεί. Οι δουλειές στην τηλεόραση είναι σχεδόν ανύπαρκτες, όμως οι θεατρικές δουλειές αυξήθηκαν σημαντικά… Κάποιοι συνάδελφοί σου κάνουν λόγο για ευκαιρία να γίνει «ξεσκαρτάρισμα». Συμφωνείς;

Μάλλον παρεξηγήθηκε αυτό που ειπώθηκε. Ο κόσμος, μη έχοντας τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τα πάντα, ανατρέχει στο «σίγουρο», δεν θέλει να ρισκάρει. Το χειρότερο μέσα σε όλο αυτό είναι ότι δίνονται ελάχιστες ευκαιρίες σε νέους ανθρώπους, κι έτσι «κόβονται τα φτερά και όνειρα» πολλών νέων παιδιών.

– Θυμάμαι μια από τις ωραιότερες παραστάσεις σου, προ ετών, το «Μαγειρεύοντας με τον ELVIS», στην οποία -όπως και στο τρέχον έργο- η πλοκή «ακροβατεί» μεταξύ δράματος και κωμωδίας. Πόσο σημαντικό είναι, τελικά, να «τέμνονται» αυτά τα δύο;

Υπάρχει μια τάση που λέγεται κωμωδία, με την οποία μόνο γελάς, διασκεδάζεις και μπορεί να ψυχαγωγείσαι. Μια άλλη συνομοταξία που λέγεται δράμα μπορεί να σου «μαυρίζει την ψυχή», ωστόσο στη λυτρώνει. Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί να μη συμβαίνουν και τα δύο. Στη δική μου τη ματιά, όταν τα δύο αυτά συναντιούνται, τότε παράγουν ζωή, ενώ όταν εμφανίζονται αυτόνομα, παράγεται θέατρο. Εγώ μέσα στο θέατρο, αγαπάω περισσότερο τη ζωή, ενώ στη ζωή αγαπάω πιο πολύ το θέατρο…

Τη ζωή μου, την Ελένη, την έχω θυσιάσει για το θέατρο. Έτσι, όταν κάνω τη δουλειά αυτή, επειδή έχω χρόνια «ταξιδέψει» τόσες ώρες στη σκηνή, σαν αντιστάθμισμα, θέλω αυτό που κάνω εκεί πάνω να είναι το ίδιο ζωή, να μπορεί να συνέβαινε και στ’ αλήθεια. Αυτό όλο, είναι ο δικός μου τρόπος για να μπορώ να υπάρχω, ειδάλλως θα πάθαινα «αφυδάτωση».

Επιπλέον, ενδέχεται όλο αυτό που κάνω να είναι αιρετικό. Μπορεί, για παράδειγμα, για μια μερίδα θεατρόφιλου κοινού ή πολύ λαϊκού κοινού να μην είναι συμβατό αυτό το «είδος». Ίσως, τελικά, αυτό να είναι και το στίγμα μου, αυτή η «παραξενιά», που όμως στο ξένο ρεπερτόριο είναι μεγάλη κατηγορία, το λεγόμενο «Comedy Drama». Όλο αυτό για να πραγματοποιηθεί, έχει το δικό του ιδιαίτερο feeling, είναι δύσκολο και συναρπαστικό μαζί. Πρέπει ταυτόχρονα το συναίσθημα που «σε πνίγει» να μπορείς να το διακωμωδήσεις.

– Η πρόσφατα χωρισμένη φιλόλογος που υποδύεσαι στο έργο που συνυπογράφεις, έχει κοινά με την Ελένη Ράντου;
Υπάρχουν κάποιοι φόβοι, αλλά και το «control freak», δηλαδή το «θέλω να ελέγχω τους άλλους ανθρώπους», ξέροντας τι να περιμένω απ’ αυτούς, στοιχείο που πήρα από μένα και έδωσα στην ηρωίδα με σκοπό να το πατάξω…

– Θέατρο Χυτήριο, ελευθερία λόγου, ελευθερία θεάτρου. Μετά κ το συμβάν ανησυχούμε όχι απλά για την ελευθερία της Τέχνης, μα και για την σωματική μας ακεραιότητα… Τι συνέχεια θα’χει όλο αυτό;

Έχω την αίσθηση ότι οι παρεισφρύσεις αυτές γίνονται σε χαμηλού βεληνεκούς πράγματα, γιατί εκεί βολεύει και πολιτικά. Εννοώ δηλαδή, ότι εμφανίζεται μια κίνηση, που όμως είναι χαμηλής εμβέλειας για να μην εξαγριώσει. Παίζεται ένα παιχνίδι 100% σκοπιμότητας. Ο καθένας στην δική του κομματική ατζέντα έχει τη δική του σκοπιμότητα και τη δική του ταυτότητα. Υπάρχουν έτσι αυτοί που μοιράζουν λεφτά, ταξί, συντάξεις, αλλά και αυτοί που παριστάνουν τους «Δον Κιχώτες». Πρέπει εν ολίγοις, για όσα συμβαίνουν γύρω μας, να σκεφτόμαστε πάντα τι μπορεί να κρύβεται από πίσω…

– Έννοιες όπως υπερκινητικότητα, ζωντάνια, χαμόγελο, είναι συνυφασμένες με το άτομό σου… Σκέφτεσαι ποτέ το θάνατο; Τον φοβάσαι ή μήπως σε… φοβάται αυτός;

Επειδή ακριβώς φοβάμαι τόσο πολύ τον θάνατο, γι’ αυτό υπάρχει κι αυτή η λατρεία για τη ζωή, όπως λέγαμε πριν. Υπάρχει τρόμος για τον θάνατο. Και οι άνθρωποι που έχουν τρόμο για τον θάνατο έχουν χαρακτηριστικό τους ότι είναι πάντα κοντά σε ανθρώπους που υποφέρουν, γιατί ξορκίζουν έτσι το πρόβλημά τους. Εγώ λ.χ. θα μπορούσα να γίνω νοσοκόμα, αφού δεν υπάρχει κάποιος ασθενής και οδοιπόρος για τον οποίο δεν θα τρέξω… Όταν, λοιπόν, συνειδητοποίησα ότι είναι το πέμπτο έργο στο οποίο «γυροφέρνω» σαν θέμα το θάνατο, κατέληξα ότι τον παλεύω κάθε μέρα θέλοντας να συμφιλιωθώ όσο γίνεται μαζί του.

– Τι θέλεις να ευχηθείς στους αναγνώστες του aixmi.gr για το 2013;

Να διαφυλαχτούμε λίγο από την «καφρίλα», ρε γαμώτο! Είναι πολύ κοντά σε όλους μας. Λίγο ο θυμός, λίγο η αδικία, λίγο η πείνα, η φτώχεια. Αν μαζί με το μέτρο που καλούμαστε να διδαχτούμε (επιμένω σε αυτό), διασώσουμε και λίγη ευγένεια προς τον εαυτό μας –σώζοντας έτσι και τους άλλους- μπορεί όλο αυτό να το περάσουμε χωρίς να μας εξευτελίσει τόσο. Γιατί πραγματικά κινδυνεύει να μας εξευτελίσει πολύ αυτό που περνάμε, οδηγώντας στο να μην μας αρέσει ο εαυτός μας στον καθρέφτη…
Φαίνεται πολύ εύλογο το να καννιβαλιστούμε. Επίσης, φαίνεται πολύ εύλογο το να ακούγεται περισσότερο αυτός που βρίζει, ο πιο κακότροπος… Να μην αφήσουμε, λοιπόν, να βασιστούμε σε αυτό, ότι δηλαδή αν είμαστε πιο «κάφροι» θα επιβιώσουμε…

Ας προφυλαχθούμε…

Πηγή: aixmi.gr