Στη δοκιμή μας αυτή, οδηγούμε μια σύγχρονη έκδοση του προ εννέα ετών αυτοκινήτου της χρονιάς, του Insignia της Opel, που συνοδεύεται πλέον από τις λέξεις Grand Sport και διαθέτει 5θυρο ογκώδες αμάξωμα που καταλήγει σε ουρά με κουπέ σχεδίαση.

Το αεροδυναμικό (Cd o,26) αμάξωμα του Insignia Grand Sport είναι κτισμένο πάνω στην νέα πλατφόρμα της μάρκας  E2 που είναι κατά 59 ελαφρύτερη, αλλά προσφέρει 9% μεγαλύτερη ακαμψία. Το χειροπιαστό κέρδος στο Insignia 2ης γενιάς, είναι μείον 175 κιλά βάρους (1440 κιλά), γεγονός που κάνει πιο εύκολη την ζωή των κινητήρων.

Μακρύτερο κατά 55χλστ και με μεγαλύτερο μεταξόνιο κατά 92χλστ, το Insignia της δοκιμής μας, είναι ευρύχωρο με όλη την σημασία της λέξης και πιο πρακτικό. Χωράει άνετα 5 επιβάτες, με τους πίσω να ταξιδεύουν «βασιλικά» και διαθέτει 490 λίτρα χώρου αποσκευών, που μπορούν να φτάσουν τα 1.450 λίτρα, όταν αναδιπλωθούν τα πίσω καθίσματα.

Το εσωτερικό, εκτός των χώρων, διακρίνεται για την ποιότητα υλικών/συναρμογής, την εργονομία και την μείωση των διακοπτών για τις περιφερειακές λειτουργίες, οι περισσότερες των οποίων ελέγχονται από την οθόνη οκτώ ιντσών, που -μεταξύ άλλων- δίνει δυνατότητα σύνδεσης πολλών συσκευών με internet, καθώς γίνεται Wi-Fi Hot spot. Ανάμεσα στα τέσσερα βασικά όργανα, βρίσκεται μια ψηφιακή οθόνη 4,2 ιντσών, που παρέχει τις πληροφορίες ταξιδίου. Τα χειριστήρια στο τιμόνι έχουν μικρότερο μέγεθος, ενώ τα χειριστήρια του κλιματιστικού έχουν διατηρηθεί για άμεση πρόσβαση στις ρυθμίσεις και όχι μόνο μέσα από την οθόνη.

Στα συστήματα υποβοήθησης του οδηγού, ξεχωρίζουμε το Adaptive Cruise Control (ρυθμίζει την ταχύτητα σε σχέση με το προπορευόμενο όχημα και –αν χρειαστεί- φρενάρει το αυτοκίνητο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Μαζί και το …ενοχλητικό, αλλά πολύτιμο κάποιες φορές Lane Keep Assist που τείνει να επαναφέρει το όχημα στην λωρίδα του, όταν αυτό «προσπαθεί» να την εγκαταλείψει χωρίς φλας.

Ψυχή του μεγάλου αμαξώματος ο νέος κινητήρας βενζίνης 1,5 λίτρων, που με χαμηλή πίεση στο turbo αποδίδει 140 ίππους στις 6000 στροφές, με την μέγιστη ροπή των 250 Nm, να αποδίδεται στις 2.000 στροφές. Το 4κύλινδρο μηχανικό σύνολο συνδυάζεται με χειροκίνητο κιβώτιο 6 σχέσεων, που μεταδίδει την κίνηση στους εμπρός τροχούς και διαθέτει σαφήνεια και μικρές διαδρομές του μοχλού αλλαγών.

Ο συνδυασμός επιταχύνει το βαρύ αμάξωμα από τα 0-100 χλμ, σε 9.9’’, για να το φτάσει σε τελική ταχύτητα 210 χλμ/ώρα, επιδόσεις αξιοπρεπέστατες, αλλά στην πράξη η ροπή χαμηλά πολλές φορές «κρεμάει» τον οδηγό και τον αναγκάζει να καταφεύγει σε κατεβάσματα ταχυτήτων, κίνηση που δεν είναι συμβατή σε αυτή την κατηγορία επιβατικών, γι αυτό και η επιλογή της ισχυρής έκδοσης του 1,5 λίτρου κινητήρα με τους 165 ίππους και κυρίως τα 280 Nm ροπής από τις 1650 στροφές, είναι μονόδρομος.

Βέβαια, το πλεονέκτημα της «ασθενικής» έκδοσης που οδηγήσαμε είναι η κατανάλωση, με μέση τιμή στην δοκιμή μας τα 8 λίτρα ανά 100 χιλιόμετρα, μακριά βέβαια από τα 5,9 λίτρα που ανακοινώνει ο κατασκευαστής, αλλά σίγουρα καλύτερα από τον πιο δυνατό κινητήρα.

Πάντως, επιστρέφοντας στον κινητήρα (με σύστημα start/stop), να πούμε ότι αν ο οδηγός κρατάει περισσότερο (πάνω από τις 4.000 στροφές) τις ταχύτητες και πιέζει πιο βαθιά το γκάζι, το μεγάλο επιβατικό γίνεται έως και σβέλτο, ενώ το μακρύ μεταξόνιο του επιτρέπει να κινείται και να στρίβει στις ανοικτές στροφές με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς οδηγός και επιβάτες να αισθάνονται ανασφαλείς.

Στον δρόμο και από την χαμηλή θέση οδήγησης, η ανάρτηση (γόνατα McPherson εμπρός – πολλαπλοί σύνδεσμοι πίσω), δεν ήταν αυτή που περιμέναμε, παρά το ότι, η ρύθμισή της έχει γίνει έτσι ώστε να συνδυάζει την άνεση με το κράτημα. Την ίδια στιγμή, η ποιότητα κύλισης που περιμένει κανείς από ένα όχημα της κατηγορίας, προδίδεται (παρά τα υψηλού προφίλ -215/55/17-ελαστικά) από τους πολλούς θορύβους των αμορτισέρ (εδώ ίσως να φταίει μια παλιά …αμαρτία που πλήγωσε το σύστημα απόσβεσης κραδασμών). Όμως το κράτημα στον δρόμο είναι προβλέψιμο και ομοιογενές, με τα μεγάλα μετατρόχια να αυξάνουν τα περιθώρια πρόσφυσης και το τιμόνι να δίνει σωστή πληροφόρηση, χωρίς να κουράζει. Επίσης, τα φρένα δεν ήταν όσο αποτελεσματικά περιμέναμε (ίσως να είναι αποτέλεσμα της «πληγωμένης» ανάρτησης, ενώ αντίθετα τα φώτα, κάνουν την νύχτα ημέρα.

Στην πόλη, η ευελιξία δεν είναι στο φόρτε της, ενώ υστερεί και η προς τα πίσω ορατότητα, λόγω του έντονα κεκλιμένου παρμπρίζ, που όμως –ευτυχώς- διαθέτει καθαριστήρα.

Συνολικά και χωρίς να κρύψουμε ότι, δεν ενθουσιαστήκαμε, το Insignia Grand Sport 140 ίππων που οδηγήσαμε, είναι ένα αποκλειστικά οικογενειακό όχημα, με καλή ποιότητα κατασκευής, πλούσιο εξοπλισμό, μεγάλους χώρους, πρακτική σχεδίαση, άψογη εργονομία και ένα ιδιαίτερα εύχρηστο σύστημα πολυμέσων που απεικονίζεται σε μια μεγάλη ευανάγνωστη οθόνη. Κατά τα λοιπά, ξεπερνώντας την ανάρτηση που –ειλικρινά- μας μπέρδεψε, πιστεύουμε ότι, αν έχει κανείς υπόψη του να το αγοράσει, καλό είναι να προσπαθήσει την υπέρβαση, επενδύοντας αντί για 22.000 ευρώ (κόστος κτήσης της έκδοσης των 140 ίππων), περίπου 27.500 για την ισχυρότερη των 165 ίππων.

Υπέρ

Αμάξωμα
Εργονομία
Χώροι
Πρακτικότητα
Κιβώτιο ταχυτήτων
Ποιότητα
Εξοπλισμός
Φώτα
Κατανάλωση

Κατά

Ποιότητα κύλισης
Ευελιξία
Φρένα (;)

Τεχνικά χαρακτηριστικά

Κατηγορία: 5θυρο, 5θέσιο, μεσαίο επιβατικό

Διαστάσεις: 4.897 Χ 1.863 Χ 1.455 χλστ

Μεταξόνιο: 2.829 χλστ

Χώρος αποσκευών: 490-1450 λίτρα

Ρεζερβουάρ: 62 λτ

Βάρος:  1440 κιλά

Κινητήρας: 4κύλινδρος, 16βάλβιδος, turbo, βενζίνης,  1.490 κ.εκ.

Ισχύς:  140 ίπποι / 6000 σαλ

Ροπή: 250 Nm / 2000 σαλ

Μετάδοση κίνησης: Στους εμπρός τροχούς

Κιβώτιο:  Χειροκίνητο 6 σχέσεων

Ανάρτηση: Εμπρός Γόνατα McPherson / Πίσω Πολλαπλοί σύνδεσμοι

Φρένα: Εμπρός Αεριζόμενοι δίσκοι / Πίσω Δίσκοι

Σύστημα διεύθυνσης: Υποβοήθηση στάνταρντ, με κύκλο στροφής 11,7 μ.

Τροχοί: 215/5517

Επιτάχυνση 0-100:  9.9΄΄

Τελική ταχύτητα: 210 χλμ/ώρα

Κατανάλωση (δοκιμής):  8,0 λτ/100 χλμ

Εκπομπές CO2:       133 γρ/χλμ

Νίκος Τσάδαρης