Για τις ώρες αγωνίας που έζησε μέσα στο τυπογραφείο στην πόλη Νταμαρτέν-αν-Γκελ, μίλησε ο γραφίστας που γλίτωσε από τους τρομοκράτες του Charlie Hebdo που σκόρπισαν το θάνατο στο Παρίσι.

Εμφανώς συγκινημένος, ο Lilian Lepere ευχαρίστησε το αφεντικό του που καθυστέρησε τους τρομοκράτες δίνοντάς του χρόνο να κρυφτεί: «Θα ήθελα να τον ευχαριστήσω που μου έδωσε τα πολύτιμα δευτερόλεπτα που χρειαζόμουν για να κρυφτώ. Αν βρίσκομαι εδώ σήμερα, είναι χάρη στο αφεντικό μου» εξομολογείται.

Ο ιδιοκτήτης του τυπογραφείου, Michael Catalano, μόλις είδε τους αδερφούς Κουασί να μπαίνουν βαριά οπλισμένοι αποφάσισε να τους καθυστερήσει και είπε στον Lilian Lepere να πάει να κρυφτεί, για να γλιτώσει τουλάχιστον ο ένας από τους δύο.


Ο Michael Catalano με την σύζυγό του

Ο Lilian έτρεξε να κρυφτεί κάτω από τον νεροχύτη της κουζίνας:

«Είχα κρυφτεί κάτω από τον νεροχύτη και τους άκουγα που ερχόντουσαν για να ανοίξουν το ψυγείο ή για να πιουν νερό. Γρήγορα κατάλαβα ότι έπρεπε να κάνω κάτι και έστειλα ένα μήνυμα στον πατέρα μου λέγοντάς του ότι είμαι κρυμμένος στον πρώτο όροφο και ότι πρέπει να ειδοποιήσει την Αστυνομία». Ο πατέρας του έδωσε το νούμερο στις ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας και ο νεαρός γραφίστας έστελμε μηνύματα στην Αστυνομία και την ενημέρωνε για τις κινήσεις των δραστών.

Ο 27χρονος γραφίστας πρόσθεσε πως οι δράστες βρίσκονταν την περισσότερη ώρα μέσα στο γραφείο του αφεντικού του και ότι κάποια στιγμή «πάγωσε» όταν άκουσε έναν πυροβολισμό και αμέσως μετά έναν από τους δύο αδερφούς να πλησιάζει την κρυψώνα του.


Ο γραφίστας Lilian Lepere

«Μετά άνοιξε το ψυγείο. Ήταν μόνο μισό μέτρο μακριά μου. Νόμιζα ότι θα άνοιγε το ντουλάπι και θα με έβρισκε. Πήρε κάτι να πιει. Μπορούσα να δω τη σκιά του. Η καρδιά μου είχε σταματήσει και δεν μπορούσα να αναπνεύσω», αποκάλυψε.

Ο ίδιος λέει στη συνέχεια ότι οι αστυνομικοί του είχαν πει να μην βγει από την κρυψώνα του αλλά όταν κατάλαβε ήταν έτοιμοι να εισβάλλουν δεν άντεξε και παράκουσε. Νόμιζε ότι οι αδερφοί Κουασί είχαν παγιδεύσει το κτίριο με βόμβες κι έτσι βγήκε από την κρυψώνα του κι έτρεξε.

Ο γραφίστας κατάλαβε ότι όλα τελείωσαν όταν οι εκρήξεις και οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, όταν άνοιξε η πόρτα.

«Τότε άκουσα φωνές, άνοιξε η πόρτα και είδα το φως. Με έβγαλαν έξω από ένα παράθυρο όπου και με περίμενε ένας γιατρός».