Σημερινό δημοσίευμα εφημερίδας του Χονγκ Κονγκ, το οποίο επικαλείται το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων, αναφέρει ότι ο Έντουαρντ Σνόουντεν, η πηγή των διαρροών για τα μυστικά αμερικανικά προγράμματα παρακολούθησης, δεν μπορεί να κάνει αίτηση από το Χονγκ Κονγκ για την χορήγηση ασύλου στην Ισλανδία.

Οι αιτήσεις για την χορήγηση ασύλου μπορούν να γίνουν μόνον στην Ισλανδία, δήλωσε η πρεσβευτής της χώρας αυτής στην Κίνα στην εφημερίδα του Χονγκ Κονγκ South China Morning Post.

Η Κριστίν Αρναντότιρ αρνήθηκε να σχολιάσει τις πληροφορίες σχετικά με την επιθυμία του Σνόουντεν να μεταβεί στην Ισλανδία, την οποία εξέφρασε ο 29χρονος σε συνέντευξη που παραχώρησε στη βρετανική εφημερίδα The Guardian, η οποία δημοσιεύθηκε σήμερα.

Την ίδια ώρα το Γαλλικό Πρακτορείο μεταδίδει ότι ο Σνόουντεν φαίνεται ότι συνέβαλε οικονομικά το 2012 στην προεκλογική εκστρατεία του Ρον Πολ για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, ο οποίος θεωρείται φιλελεύθερος και ένθερμος υπερασπιστής των ατομικών ελευθεριών και της οικονομίας της αγοράς.

Σύμφωνα με τα δημόσια στοιχεία που υπάρχουν στην ιστοσελίδα της αμερικανικής εκλογικής επιτροπής, «κάποιος Έντουαρντ Σνόουντεν» χορήγησε δύο φορές 250 δολάρια στον Ρον Πολ τον Μάρτιο και τον Μάιο του 2012, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων.

Στην μια από τις δωρεές υπάρχει η επισήμανση ότι ο δωρητής εργαζόταν στην Dell -όπως πράγματι συνέβαινε με τον Σνόουντεν. Στην άλλη αναφέρεται μια διεύθυνση στην Χαβάη, στην οποία είχε διαμείνει ο Σνόουντεν.

Ο Ρον Πολ, ο οποίος ήταν μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων ως τον Νοέμβριο, εγκατέλειψε τον Μάιο του 2012 την εκστρατεία για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, το οποίο πήρε εν τέλει ο Μιτ Ρόμνεϊ.

Η πολιτική ιδεολογία του Ρον Πολ, ο οποίος διέθετε μια νεαρής ηλικίας, ενεργά πολιτικοποιημένη εκλογική βάση, ήταν η αδιάλλακτη υπεράσπιση των ατομικών ελευθεριών και η μείωση στο ελάχιστο του ρόλου του κράτους.

Ο γιος του Ρον Πολ, ο γερουσιαστής Ραντ Πολ, είχε καταλάβει τον Μάρτιο για 13 ώρες την αίθουσα της αμερικανικής Γερουσίας σε διαμαρτυρία για την αδιαφανή πολιτική της κυβέρνησης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα όσον αφορά τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη.