Από την κατάκτηση της Δύσης, που τούς έδωσε τα αντανακλαστικά των πιονιέρων, μέχρι το δικαίωμα νόμιμης άμυνας, οι Αμερικανοί, ή τουλάχιστον ένα μέρος τους, ζουν μία ιστορία φετιχιστικής αγάπης με τα όπλα τους.

«Αυτό θα έδινε μία εσφαλμένη εικόνα της Αμερικής, το να πει κανείς ότι αγαπούμε με πάθος τα όπλα ή ότι όλοι οι Αμερικανοί έχουν όπλα», εξηγεί ο Γκρεγκ Λι Κάρτερ, καθηγητής Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Bryant, υπενθυμίζοντας ότι η πλειοψηφία των Αμερικανών δεν κατέχει όπλα.

Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία μία μειοψηφία, όχι όμως και αμελητέα, το 40% των αμερικανικών νοικοκυριών, κατέχει ένα όπλο. Η χώρα διατηρεί το παγκόσμιο ρεκόρ ως προς τον αριθμό των όπλων που κατέχουν ιδιώτες, 270 εκατομμύρια, και ως προς τα κατά κεφαλήν όπλα, 88,8 ανά 100 κατοίκους, σύμφωνα με την ιστοσελίδα gunpolicy.org. Το 2009, περισσότεροι από 9.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν από πυροβόλα όπλα επί 15.000 ανθρωποκτονιών.

«Δεν σταματούν να μιλούν για όπλα στα τραγούδια, στις τηλεοπτικές εκπομπές, στο σινεμά. ‘Η ακόμη στα βιντεοπαιγνίδια. Τα όπλα βρίσκονται παντού», σύμφωνα με τον Τζίμι Τέιλορ, καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο.

«Υπάρχει επίσης η δεύτερη τροπολογία του Συντάγματος , που προστατεύει το δικαίωμα της οπλοκατοχής και για την οποία χρησιμοποιείται όλο και ευρύτερη ερμηνεία μέχρι του δικαιωμάτος του φέρειν όπλο», λέει.

Εκτός της ισχυρής κυνηγετικής παράδοσης, «η κουλτούρα των όπλων προέρχεται από ένα είδος ιστορικής προσήλωσης. Πρόκειται για την ιστορία της νίκης της Αμερικής επί της Μεγάλης Βρετανίας, κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας, την ιστορία συνηθισμένων ανθρώπων που μια μέρα άρπαξαν τα τουφέκια τους, φίλησαν τη γυναίκα τους και έφυγαν για να υπηρετήσουν στον στρατό του Τζορτζ Ουάσινγκτον», λέει ο Ρόμπερτ Σπίτσερ, συγγραφέας βιβλίου για τον νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την οπλοκατοχή.

«Υπάρχουν Αμερικανοί που εξακολουθούν να ζουν στο πλαίσιο αυτής της παράδοσης και για τους οποίους ένα όπλο εκφράζει την υπεράσπιση της ελευθερίας τους. Πρόκειται συνήθως για ανθρώπους που είναι δύσπιστοι ή εχθρικοί απέναντι στην κυβέρνηση. Η παράδοση αυτή αποτελεί επίσης μέρος του πνεύματος ατομικισμού της Αμερικής», λέει ο Σπίτσερ.

Σύμφωνα με την Τζένι Κάρλσον, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Berkeley της Καλιφόρνιας, η κουλτούρα των όπλων «αποτελεί επίσης απάντηση στα καθημερινά προβλήματα που δημιουργεί η εγκληματικότητα και οι περικοπές στις υπηρεσίες δημόσιας ασφάλειας, όπως η αστυνομία. Εκεί έχει επενδύσει η Εθνική Ενωση Οπλων (National Rifle Association)», εξηγεί.

«Τα όπλα βοηθούν τους Αμερικανούς να αισθανθούν ασφαλέστεροι. Η απαγόρευση των όπλων θα ισοδυναμούσε με την ρήξη της τελευταίας γραμμής άμυνας κατά του εγκλήματος», λέει.

Εις επίρρωσιν αυτής της εκδοχής, στους δρόμους του βυθισμένου σε πένθος Νιουτάουν, ο 72χρονος Αντρέ, ένθερμος υπερασπιστής της οπλοκατοχής υπερασπιζόταν τις τελευταίες ημέρες «το δικαίωμα που τού έδωσε ο Θεός στην αυτοάμυνα». «Αν υπήρχε ένας καλά εκπαιδευμένος σκοπευτής στο σχολείο, θα μπορούσε να εξουδετερώσει τον ένοπλο πριν σκοτώσει 20 παιδιά».

Ο κυβερνήτης του Τέξας Ρικ Πέρι συνέβαλε εποικοδομητικά χθες στον διάλογο που διεξάγεται στις ΗΠΑ μετά τη σφαγή της Παρασκευής στο δημοτικό σχολείο του Νιουτάουν λέγοντας ότι αντί της εφαρμογής περιοριστικών νόμων, μία λύση θα ήταν να οπλισθούν οι εκπαιδευτικοί.

Για τον Στίβεν Κλαρκ, ιδιοκτήτη σχολής σκοποβολής στη Βιρτζίνια «όλα αυτά τα έκανε ένας τρελός, δεν έχει καμία σχέση με τα πυροβόλα όπλα. Οι κάτοχοι όπλων φοβούνται. Τα δικαιώματα όλων αυτών που δεν έχουν κάνει κανένα κακό με τα όπλα τους μπορεί να αμφισβητηθούν από την ενέργεια ενός διαταραγμένου ανθρώπου».

Χθες, ένα αγόρι 11 ετών συνελήφθη στο Κερνς της Γιούτα. Είχε πάει στο σχολείο του με ένα περίστροφο και εξήγησε στους αστυνομικούς ότι ήθελε να προστατευθεί σε περίπτωση επίθεσης σαν εκείνη του Νιουτάουν.