Πτωτικές τάσεις παρουσίασε η εγχώρια αγορά καλλυντικών, όπως καταδεικνύεται από μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Icap Group, που αποκαλύπτει ότι (σε τιμές χονδρικής), αν και ακολούθησε ανοδική πορεία, την περίοδο 2000- 2008, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 5,3%, ωστόσο, από το 2009, εμφάνισε πτώση, ενώ, το 2010, κατέγραψε απώλειες της τάξης του 10%, σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Η Icap Group τονίζει ότι η τρέχουσα οικονομική συγκυρία έχει επηρεάσει αρνητικά και την εξεταζόμενη αγορά, με αποτέλεσμα οι προβλέψεις και, για το 2011, να κάνουν λόγο για περαιτέρω συρρίκνωσή της.

Όπως προέκυψε από τα πορίσματα της μελέτης, ο κλάδος παρουσίασε σχετικά υψηλή συγκέντρωση, καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι δέκα μεγαλύτερες επιχειρήσεις του κλάδου αποσπούν ποσοστό της τάξης του 75% επί της συνολικής αγοράς, ενώ το ποσοστό των τριών μεγαλύτερων εταιρειών εκτιμάται σε περίπου 40%.

Αναφορικά με τη διάρθρωση της αγοράς καλλυντικών, τα προϊόντα περιποίησης δέρματος αποτελούν διαχρονικά την κυριότερη κατηγορία καλλυντικών. Το 2010, εκτιμάται ότι κάλυψαν το 48,2% της συνολικής εγχώριας αγοράς, ενώ ακολούθησαν τα προϊόντα περιποίησης μαλλιών με ποσοστό 32,5%.

Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού, ο οποίος συντάχθηκε, με βάση αντιπροσωπευτικό δείγμα 50 επιχειρήσεων παραγωγής ή/ και εισαγωγής καλλυντικών, προέκυψαν τα εξής: Το σύνολο του ενεργητικού των εταιρειών του δείγματος δεν παρουσίασε αξιόλογη μεταβολή, το 2010, σε σχέση με το 2009 (οριακή αύξηση 0,2%). Τα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν, το 2010, (κατά περίπου 4%), ενώ οι μεσομακροπρόθεσμες υποχρεώσεις περιορίστηκαν, το ίδιο έτος, σημειώνοντας πτώση 7,1%, σε σχέση με το 2009. Οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις παρέμειναν περίπου στα ίδια επίπεδα.

Οι πωλήσεις των 50 επιχειρήσεων σημείωσαν πτώση 8,2%, το 2010, σε σχέση με το προηγούμενο έτος και το μικτό κέρδος μειώθηκε κατά 11,1%. Η μείωση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την επιδείνωση των λειτουργικών αποτελεσμάτων, το 2010, (μείωση κατά 59,3%). Τέλος, τα καθαρά κέρδη (προ φόρου εισοδήματος) μειώθηκαν, το 2010, κατά 66,5%, ενώ τα κέρδη EBITDA κατά 36,9%.

Επισημαίνεται ότι στην εγχώρια αγορά των καλλυντικών δραστηριοποιείται μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων, ενώ πολυάριθμα είναι τα διαθέσιμα εμπορικά σήματα.

«Ο εξεταζόμενος κλάδος απαρτίζεται τόσο από παραγωγικές όσο και εισαγωγικές επιχειρήσεις. Η εισαγωγική διείσδυση στον κλάδο έχει αυξηθεί σημαντικά, τα τελευταία χρόνια, καθώς αρκετές αμιγώς παραγωγικές επιχειρήσεις έχουν στραφεί πλέον στον εισαγωγικό τομέα. Οι εισαγωγικές επιχειρήσεις του κλάδου είναι, κυρίως, μεγάλου μεγέθους και αποτελούν θυγατρικές γνωστών ομίλων του εξωτερικού, κατέχοντας σημαντικά μερίδια αγοράς. Μερικές από τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις ασχολούνται και με την παραγωγή καλλυντικών προϊόντων, κατόπιν αδείας από τη μητρική εταιρεία.

Ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων του εξεταζόμενου κλάδου εντείνεται από την παρουσία πληθώρας επιχειρήσεων και υπερπροσφοράς προϊόντων, κυρίως, στο κανάλι της ευρείας διανομής. Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων δραστηριοποιείται στο συγκεκριμένο κανάλι, καθώς οι περισσότεροι καταναλωτές επιλέγουν, κατά κύριο λόγο, τα σούπερ-μάρκετ για την αγορά ορισμένων κατηγοριών προϊόντων, λόγω της ευκολίας πρόσβασης και της προσιτής τιμής, αλλά και της δυνατότητας επιλογής μεταξύ πολλών εμπορικών σημάτων.

Οι εταιρείες παραγωγής ή/ και εισαγωγής καλλυντικών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν περιπτώσεις φθίνουσας ζήτησης και να «συγκρατήσουν» τις πωλήσεις τους, αναπτύσσουν συνεχώς νέα προϊόντα, με στόχο την κάλυψη εξειδικευμένων αναγκών των καταναλωτών, ενώ, παράλληλα, «ωθούνται» στην παροχή εκπτώσεων, προσφορών και μεγαλύτερων περιθωρίων πίστωσης», σύμφωνα με τη μελέτη της Icap Group.