Υλικά

Βουτυρόγαλα (buttermilk) το λένε και είναι ένα ιδιαιτέρως χρήσιμο συστατικό στην παρασκευή γλυκών και αλμυρών που δεν συναντάται συνήθως στην ελληνική αγορά. Κι έτσι πολλοί δεν φτιάχνουν μια συνταγή που τους άρεσε απλώς και μόνο επειδή δεν το βρίσκουν στη χώρα μας. Κάτι που είναι κρίμα, καθώς το βουτυρόγαλα μπαίνει στα πάντα βελτιώνοντας τη γεύση. Ακόμα και ως μαρινάδα για το κοτόπουλο προτείνεται, κάνοντας θαύματα στα περισσότερα πιάτα, από μπισκότα και κέικ μέχρι pancakes και σος για ζυμαρικά και κρέατα. Ως βουτυρόγαλα ορίζουμε το οξυνισμένο αποβουτυρωμένο γάλα, το υγρό που απομένει δηλαδή όταν αφαιρέσουμε το βούτυρο από το γάλα. Τι κάνεις όμως όταν η συνταγή καλεί για βουτυρόγαλα και στον τόπο σου δεν υπάρχει; Φτιάχνεις εύκολα και γρήγορα όξινο βουτυρόγαλα, ένα καλό υποκατάστατο που παρασκευάζεται προσθέτοντας απλώς ένα οξύ (συνήθως λευκό ξίδι ή χυμό λεμονιού) στο γάλα. Δεν υπάρχει μάλιστα μόνο μία μέθοδος για την παρασκευή του, αλλά έχουμε αρκετές για να επιλέξουμε αυτή που μας βολεύει περισσότερο. Η ουσία είναι η ανάμειξη μιας μικρής ποσότητας οξέος μέσα στο γάλα, το οποίο αφήνουμε για λίγο (ακόμα και 10 λεπτά) ώστε να πήξει. Όσο για το γάλα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε γάλα ή κρέμα γάλακτος σε όρους περιεκτικότητας λιπαρών, σε μια αναλογία 15 ml οξέος ανά 250 ml γάλακτος ή κρέμας. Οι δύο δημοφιλέστερες μέθοδοι για το σπιτικό υποκατάστατο είναι οι εξής: 1 κούπα βουτυρόγαλα προκύπτει από 1 κουταλιά της σούπας λευκού ξιδιού σε μία κούπα γάλα 1 κούπα βουτυρόγαλα προκύπτει από 1 κουταλιά της σούπας χυμό λεμονιού σε μία κούπα γάλα Αφού ρίξουμε τον όξινο παράγοντα μέσα στο γάλα, ανακατεύουμε ελαφρώς το μείγμα και το αφήνουμε να «κάτσει» για 10 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου, μέχρι να πήξει. Το τελικό προϊόν δεν θα είναι σε υφή τόσο παχύ όσο το αυθεντικό βουτυρόγαλα, στη γεύση ωστόσο οι διαφορές είναι αμελητέες…