Την επιβολή τέλους ύψους 4 ευρώ ανά μεγαβατώρα στα τιμολόγια μόνο των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας και όχι των καταναλωτών, προκειμένου να καλυφθεί το χρέος του λογαριασμού ενίσχυσης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, προτείνει η Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ) με υπόμνημά της προς το Υπουργείο Περιβάλλοντος για την κάλυψη του ανοίγματος του λογαριασμού.

Σημειώνεται ότι το συσσωρευμένο χρέος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και μετά την πρόσφατη αύξηση του τέλους Κλιματικής Αλλαγής (ΕΤΜΕΑΡ) που ήδη πληρώνουν οι καταναλωτές ρεύματος μέσω των λογαριασμών, αναμένεται να διαμορφωθεί στα τέλη του 2014 στα 665 εκατ. ευρώ.

Σημειώνεται επίσης ότι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας που αποφάσισε την τελευταία αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ κατά 60% (μέσος όρος) ή 118% για την οικιακή χρήση, σημείωνε στην απόφασή της ότι η επιβάρυνση των καταναλωτών σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία δεν μπορεί να συνεχιστεί και καλούσε όλους τους εμπλεκόμενους να βρουν εναλλακτικές λύσεις προκειμένου να ανακοπεί η επιβάρυνση των καταναλωτών.

Ποια είναι όμως η αλήθεια; Γιατί φτάσαμε ως εδώ; Η αλήθεια είναι ότι για ακόμα μία φορά επενδυτές στη χώρα μας αντιμετωπίζονται με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Σκεφτείτε πολύ απλά ότι από τη μία πλευρά, όσοι επένδυσαν πριν από χρόνια σε φωτοβολταϊκά και αιολικά το έκαναν έχοντας την εγγύηση του ελληνικού δημοσίου τότε για την απόδοση της επένδυσής τους.

Αντ’ αυτού έφτασαν λίγα χρόνια αργότερα να καλούνται να πληρώνουν τέλη και φόρους για εισπρακτικούς καθαρά λόγους αλλά και να εισπράττουν λιγότερα έσοδα αφού οι ταρίφες μειώνονται. Από την άλλη πλευρά όσοι επένδυσαν σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής μέσω φυσικού αερίου, έκαναν αυτό το άνοιγμα χωρίς να υπάρχει καμία εγγύηση από το ελληνικό δημόσιο, το οποίο όμως στη συνέχεια ήρθε να τους προστατέψει με πολιτικές όπως ο μηχανισμός ανάκτησης μεταβλητού κόστους και η υποχρεωτική αγορά των ΑΔΙ από τον ΑΔΜΗΕ σε ρυθμιζόμενες και πολύ υψηλές τιμές που δεν αποτελούσαν, όπως αρχικά είχε νομοθετηθεί, μεταβατική διάταξη.

Και όχι μόνο αυτό αλλά πρόσφατα η ΡΑΕ αποφάσισε τον διπλασιασμό του ποσού των ΑΔΙ για τις μονάδες φυσικού αερίου! Δηλαδή, στους πρώτους – επενδυτές σε αιολικά και φωτοβολταϊκά – τους άφησε ξεκρέμαστους αν και είχε υποσχεθεί εγγυημένη απόδοση, ενώ τους δεύτερους – επενδυτές σε μονάδες φυσικού αερίου – ήρθε να τους προσφέρει χείρα βοηθείας χωρίς όμως να είχε δεσμευθεί για τίποτα εκ των προτέρων, πολλώ δεν μάλλον όταν οι επενδύσεις αυτές συνεπάγονται σημαντικές εκροές συναλλάγματος. Σημειώνεται ότι η πολιτική ενισχύσεων των μονάδων στο φυσικό αέριο κοστίζει ετησίως 230.000.000 ευρώ.
Και δεν είναι μόνο αυτό…

Η ελληνική πολιτεία αποφάσισε χωρίς αυτό να είναι δεσμευτικό από τις Βρυξέλλες, να καταστήσει τις μονάδες Μεγάλης Συμπαραγωγής (co-generation) ως Μικρές και κατά συνέπεια να έχει την εγγυημένη τιμή των ΑΠΕ. Αυτό κόστισε άλλα 55.000.000 ευρώ.

Δηλαδή, με απλά λόγια, το ξαφνικό ενδιαφέρον της πολιτείας για τους ηλεκτροπαραγωγούς από φυσικό αέριο προκαλεί ετησίως ζημιά στο συνολικό λογαριασμό της ενέργειας στη χώρα μας 285.000.000 ευρώ. Και αναφερόμαστε στο συνολικό λογαριασμό διότι όπως είχε επισημάνει και ο αρμόδιος υπουργός, Ασημάκης Παπαγεωργίου, η αγορά της ενέργειας πρέπει να αντιμετωπίζεται ενιαία. Είτε μιλάμε για φωτοβολταϊκά, είτε για φυσικό αέριο, είτε για αιολικά. Να θυμίσουμε ακόμα ότι οι πρώτοι επενδυτές σε φωτοβολταϊκά απολάμβαναν υψηλότερες ταρίφες γιατί είχαν και υψηλότερο κόστος κατασκευής και παραγωγής (αρκεί κανείς να σκεφτεί τη σημαντική διαφορά στην τιμή, αλλά και στην ποιότητα, μεταξύ των ελληνικών και ευρωπαϊκών από τη μια και των κινεζικών από την άλλη, πάνελ).

Σε ό, τι αφορά τα αιολικά η μείωση κατά 10% της τιμής μόνο πρόβλημα δημιουργεί στις μονάδες, καθώς με την ενίσχυση των δικτύων που απαιτούνται για τις επενδύσεις το κόστος για τους παραγωγούς αυτούς, κάθε άλλο παρά έχει μειωθεί, ενώ αποτελεί πιο φτηνή τεχνολογία συγκρινόμενη με τις μονάδες φυσικού αερίου.

Η εναλλακτική πρόταση της ΕΛΕΤΑΕΝ για την απόσβεση του χρέους είναι να προστεθεί στο Δημόσιο χρέος της χώρας, δηλαδή να ανακεφαλαιοποιηθεί η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας με τιτλοποίηση του χρέους και κάλυψη των τίτλων που θα εκδοθούν από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF).

Σε ό,τι αφορά το έλλειμμα του λογαριασμού ΑΠΕ η ΕΛΕΤΑΕΝ αναφέρει ότι στη χειρότερη περίπτωση και με βάση τα σημερινά δεδομένα της στρεβλής αποτίμησης του Ειδικού Λογαριασμού, αυτός θα παρουσιάζει λειτουργικό πλεόνασμα με επιβολή μιας μέσης εισφοράς της τάξης του 10% μόνο στα φωτοβολταϊκά (εδάφους και στέγης), ενώ με ορθή αποτίμηση του Ειδικού Λογαριασμού θα υπάρχει πλεόνασμα χωρίς να επιβληθεί καμία εισφορά.

Αναφέρει επίσης ότι η αιολική ενέργεια δεν επιβαρύνει το έλλειμμα του λογαριασμού αλλά αντίθετα το επιδοτεί. «Επομένως, κάθε ιδέα ή σκέψη για διατήρηση ή επέκταση, με οποιοδήποτε τρόπο, της εισφοράς που βαρύνει τα αιολικά πάρκα, στερείται λογικής και πραγματικής οικονομικής βάσης», καταλήγει η ΕΛΕΤΑΕΝ.