Στα μέσα της επόμενης εβδομάδας επιστρέφει η αποστολή της τρόικας στην Αθήνα, δήλωσε σήμερα ο εκπρόσωπος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Τζέρι Ράις, για να συζητήσει με τις ελληνικές αρχές, όπως είπε, τα δεδομένα και τις προοπτικές της σημερινής κατάστασης, καθώς και για το σχεδιασμό των επόμενων βημάτων.

Ο κ. Ράις, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις, τόνισε ότι αυτή την στιγμή δεν είναι σε θέση να προσδιορίσει το χρονικό διάστημα παραμονής των μελών της τρόικας στην ελληνική πρωτεύουσα και ότι αυτό θα εξαρτηθεί από τις συζητήσεις και την πρόοδο που θα επιτευχθεί. Επίσης, είπε ότι δεν γνωρίζει για το πότε θα είναι έτοιμη η έκθεση της τρόικας ώστε να δοθεί στα μέλη του συμβουλίου του Ταμείου και στη συνέχεια να δημοσιοποιηθεί. Πρόσθεσε ότι αυτή είναι πάντα η τακτική που ακολουθείται και από τους Ευρωπαίους συνεργάτες και θα γίνει (η ετοιμασία της έκθεσης) όταν «όλα θα ξεκαθαριστούν», επισήμανε χαρακτηριστικά.

Ο κ. Ράις επανέλαβε ότι το ΔΝΤ συνεχίζει να στηρίζει την Ελλάδα, προσθέτοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται για δίκαια και ισορροπημένα μέτρα.

Ο κ. Ράις επιβεβαίωσε την χθεσινή τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, με την επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, υποστηρίζοντας ότι «δεν είναι κάτι το ασυνήθιστο» και πως συζήτησαν την όλη κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και γενικότερα της ευρωζώνης. Ο εκπρόσωπος του Ταμείου σημείωσε ότι ήταν μια «ιδιωτική συνομιλία» και δεν θέλησε να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες.

Ο κ. Ράις πρόσθεσε ότι η τρόικα θα επικεντρωθεί στη μείωση του ελλείμματος, στα διαρθρωτικά μέτρα για την τόνωση της απασχόλησης, καθώς και για την εξασφάλιση μόνιμης και υψηλότερης ανάπτυξης.

Αναφερόμενος στη γενικότερη κατάσταση στην ευρωζώνη, ο κ. Ράις τόνισε ότι υπάρχουν περιθώρια για πιο χαλαρή νομισματική πολιτική στην Ευρώπη και πώς οι πληθωριστικές πιέσεις είναι πιθανό να εξασθενήσουν.

Στη συνέχεια, είπε ότι το Ταμείο προσβλέπει στην καθοδήγηση και στο ρόλο που θα πρέπει να έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τα μελλοντικά σχέδια και αναφέρθηκε στις περιπτώσεις της Ισπανίας και της Ιταλίας.