Να δοθεί άμεση προτεραιότητα στη θωράκιση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, στην αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ε.Ε. αλλά και στην άμεση εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις ζήτησε ο πρόεδρος της Κ.Ε.Ε.Ε. και του Ε.Β.Ε.Α. Κωνσταντίνος Μίχαλος, στην ομιλία του στην ημερίδα με θέμα «Ανάπτυξη στην Ελλάδα: Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις και Επιχειρηματικότητα στο πλαίσιο της στρατηγικής “Ευρώπη 2020”», την οποία διοργάνωσαν ο πρωθυπουργός της Ελλάδας σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Επισυνάπτεται η ομιλία:

«Είναι γνωστό ότι η μικρομεσαία επιχείρηση αποτελεί την καρδιά της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ειδικά στην Ελλάδα, οι επιχειρήσεις με λιγότερα από 100 άτομα προσωπικό αντιπροσωπεύουν πάνω από το 99% του συνόλου των επιχειρήσεων και απασχολούν τα δύο τρίτα περίπου του εργατικού δυναμικού, στο δευτερογενή και τριτογενή τομέα.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι προφανές ότι κάθε στρατηγική εξόδου από την κρίση πρέπει απαραίτητα να περνάει μέσα από τη στήριξη και την ενδυνάμωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

Δυστυχώς, εδώ και μια τριετία σχεδόν, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στη χώρα μας λειτουργούν κάτω από ασφυκτικές συνθήκες.

Η ύφεση έχει οδηγήσει σε κατακόρυφη μείωση της ζήτησης και των πωλήσεων. Η φορολογία έχει αυξηθεί σε εξοντωτικά επίπεδα. Το κράτος έχει κηρύξει μια ιδιότυπη στάση πληρωμών, με τις οφειλές προς τον ιδιωτικό τομέα να ξεπερνούν τα 6 δις ευρώ. Η πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, που ήταν ανέκαθεν δύσκολη για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, σήμερα έχει γίνει σχεδόν αδύνατη. Το δε κόστος του δανεισμού είναι πλέον δυσβάσταχτο έως απαγορευτικό.

Η ενίσχυση της ρευστότητας των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων αποτελεί σήμερα ζήτημα επιβίωσης, όχι μόνο για τις ίδιες και τους εργαζομένους τους αλλά συνολικά για την ελληνική οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητο να δοθεί άμεση προτεραιότητα σε τρεις τομείς:

Πρώτον, στην ολοκλήρωση του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών. Εδώ και αρκετές εβδομάδες ότι το πρόβλημα της ρευστότητας εντείνεται όσο παραμένει το κλίμα αστάθειας στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα. Έχουμε επισημάνει την καθυστέρηση που παρατηρείται και έχουμε ζητήσει επιτάχυνση της διαδικασίας, ανεξάρτητα από τη διεξαγωγή των εκλογών.

Δυστυχώς, βλέπουμε να γίνεται το αντίθετο, με συνεχείς αναβολές και παρατάσεις. Και σήμερα, παρ’ όλο που οι σχετικοί πόροι έχουν εκταμιευθεί από την Ε.Ε., η ανακεφαλαιοποίηση έχει μετατεθεί για μετά τις εκλογές.
Εάν θέλουμε ρευστότητα και ανάκαμψη, θα πρέπει η εκκρεμότητα αυτή να λήξει. Η διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί άμεσα. Και να γίνει με όρους που διασφαλίζουν στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την αξιοπιστία, τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα του τραπεζικού συστήματος.

Για μας κρίσιμη προϋπόθεση αποτελεί η θωράκιση του ιδιωτικού χαρακτήρα των ελληνικών τραπεζών και η ενθάρρυνση της συμμετοχής ιδιωτών στην ανακεφαλαιοποίηση.

Σε αντίθετη περίπτωση, το τραπεζικό σύστημα αλλά και οικονομία της χώρας κινδυνεύουν να γυρίσουν πολλά χρόνια πίσω. Το τελευταίο που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα είναι να επιστρέψει στην εποχή των κρατικών τραπεζών, οι οποίες λειτουργούσαν αποκλειστικά σχεδόν με πελατειακά και κομματικά κριτήρια, εξυπηρετώντας «ημετέρους» και συσσωρεύοντας ζημιές.

Η συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι απαραίτητη, ώστε να δοθεί ένα μήνυμα εμπιστοσύνης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, να διευκολυνθεί η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στις αγορές, να επιταχυνθεί η δημιουργία ρευστότητας και να διασφαλιστούν συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις.
Εξίσου σημαντική προτεραιότητα είναι η αποτελεσματικότερη δυνατή αξιοποίηση μιας σειράς χρηματοδοτικών εργαλείων, με ιδιαίτερη έμφαση στους μηχανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Συγκεκριμένα, απαιτείται:

• Να ενισχυθούν οι πόροι που διατίθενται από το ΕΣΠΑ για την τόνωση της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και να επιταχυνθεί η υλοποίηση των σχετικών δράσεων. Για την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη διοχέτευση των πόρων αυτών στην αγορά, έχουμε προτείνει την ενεργοποίηση της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, μέσω της συγκρότησης ειδικών επιτροπών στα επιμελητήρια της χώρας.

• Να υπάρξει ενθάρρυνση του τραπεζικού συστήματος, προκειμένου να παρέχει ρευστότητα σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσω του ΕΤΕΑΝ (900 εκατ. ευρώ) και του Jeremie (600 εκατ. ευρώ).

• Να προχωρήσει η σύσταση του Ταμείου Εγγύησης που έχει ήδη εγκριθεί από την ΕΤΕπ, με στόχο την παροχή συνολικής ρευστότητας ύψους 1 δισ. στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις, ως το τέλος του 2013.

Επιπλέον, απαιτούνται μέτρα όπως:

• Η άμεση ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάπτυξης Νέας Οικονομίας.

• Η ενίσχυση των πόρων για τη δράση «Εξωστρέφεια» του Οργανισμού Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων (ΟΑΕΠ), μέσω της οποίας παρέχεται σε εξαγωγικές ΜμΕ ρευστότητα με χαμηλά επιτόκια δανεισμού.

Ο τρίτος τομέας προτεραιότητας οφείλει να είναι η άμεση εξόφληση των οφειλών του δημοσίου προς τις επιχειρήσεις  ή η παροχή ανάλογων εγγυήσεων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενέχυρα προς τις τράπεζες.

Δεν μπορούμε να απαιτούμε από τις επιχειρήσεις να είναι φερέγγυες και συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, όταν το κράτος συμπεριφέρεται ως ο μεγαλύτερος κακοπληρωτής. Είναι ζήτημα δικαιοσύνης στις σχέσεις κράτους  επιχειρήσεων, είναι ζήτημα επιβίωσης για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι ζήτημα αξιοπιστίας συνολικά για την ελληνική οικονομία.

Γι’ αυτό, είναι απαραίτητη:

• Η ταχύτερη δυνατή εξόφληση των οφειλών του κράτους προς τις επιχειρήσεις, καθώς και των οφειλών των ΟΤΑ.

• Και η εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Οδηγίας, σύμφωνα με την οποία το δημόσιο οφείλει να εξοφλεί τις επιχειρήσεις σε ένα διάστημα 30 έως 60 ημερών.

Σήμερα, σε μια κρίσιμη εποχή για το παρόν και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, η Μικρομεσαία Επιχείρηση μπορεί να αναλάβει κεντρικό ρόλο. Μπορεί να στηρίξει αποφασιστικά την ανάπτυξη και την απασχόληση, μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην αναδιάρθρωση της παραγωγικής βάσης της χώρας.

Βασική προϋπόθεση, όμως, είναι να επιβιώσει. Και γι’ αυτό χρειάζεται οξυγόνο. Χρειάζεται ρευστότητα, την οποία η Πολιτεία οφείλει με κάθε τρόπο να ενισχύσει».