Πιο οικονομικές λύσεις προσπαθεί να βρει ο Έλληνας, μετά από τη μεγάλη αύξηση της βενζίνης και του σύγχρονου τρόπου ζωής, στρέφοντας την προσοχή του στην «πράσινη» τεχνολογία που είναι και πιο οικονομική.

Ιδιαίτερα σε θέματα μετακίνησης, τα «πράσινα» οχήματα κυκλοφορούν πλέον στους δρόμους της ελληνικής επικράτειας και παρά το γεγονός ότι η διεισδυτικότητά τους ποικίλλει, γεγονός είναι ότι αυτού του είδους η τεχνολογία έχει μπει στη ζωή μας. Μάλιστα, οι αυτοκινητοβιομηχανίες δείχνουν αποφασισμένες να κερδίσουν το στοίχημα της «πράσινης» μετακίνησης.

Με τον όρο «πράσινη» τεχνολογία, εννοούμε:

Υβριδικά: Τα υβριδικά αυτοκίνητα διαθέτουν δύο πηγές ενέργειας. Ως κύρια μορφή ενέργειας παραμένει ο βενζινοκινητήρας, ο οποίος, όμως, έχει τη βοήθεια ενός ηλεκτροκινητήρα. Η ηλεκτρική ενέργεια συσσωρεύεται σε μπαταρία λιθίου εξελιγμένης μορφής. Ο ηλεκτροκινητήρας μπαίνει σε λειτουργία σε ανηφόρες, σε μεγάλες επιταχύνσεις ή σε κίνηση στην πόλη και, κυρίως, όταν το αυτοκίνητο κινείται με θεωρητικά μικρές ταχύτητες. Το εξελιγμένο σύστημα ανακτά, με διάφορους τρόπους, τη χαμένη ενεργεία και την αποθηκεύει στις μπαταρίες.

Αυτό το σύστημα της υβριδοποίησης αποτελεί το μεγάλο στοίχημα των αυτοκινητοβιομηχανιών, που επενδύουν πάνω στη συγκεκριμένη «πράσινη» τεχνολογία με την οποία μπορεί να περιοριστεί η εκπομπή καυσαερίων.

Για να αποκτήσει κάποιος ένα υβριδικό αυτοκίνητο, θα πρέπει να δαπανήσει γύρω στα 20.000 ευρώ, ενώ υπάρχουν και πιο εξελιγμένες πλατφόρμες, που ξεκινούν από τα 30.000 μέχρι και τα 70.000 ευρώ και παρέχουν μεγάλη πολυτέλεια και αρκετή δύναμη.

Το μεγάλο μειονέκτημα της συγκεκριμένης τεχνολογίας είναι ότι η ενέργεια εξαντλείται γρήγορα και η αυτονομία περιορίζεται μόλις σε λίγα χιλιόμετρα. Σύντομα θα είναι διαθέσιμα και τα plug-in Hybrids, τα οποία θα μπορούν να προσφέρουν περισσότερη αυτονομία και θα φορτίζονται ακόμη πιο γρήγορα και εύκολα από μια απλή ηλεκτρική πρίζα.

Υγραεριοκίνηση:
Το τελευταίο διάστημα, στην Ελλάδα η υγραεριοκίνηση γνωρίζει πολύ μεγάλη άνθιση. Ουσιαστικά, αποτελεί μια περιβαλλοντική πρόταση, που εκτός από τη μείωση των ρύπων συμβάλλει και στην εξοικονόμηση χρημάτων για όλους όσοι τη χρησιμοποιούν. Μετρήσεις εντοπίζουν το κέρδος στο 40%.

Τα αυτοκίνητα που έχουν υγραεριοκίνηση μπορούν να κινηθούν με δύο καύσιμα: τη βενζίνη και το υγραέριο, που προσφέρονται σε ένα δίκτυο, που σήμερα αγγίζει σχεδόν όλη την Ελλάδα, ενώ καθημερινά προστίθενται νέα βενζινάδικα. Στο αυτοκίνητο δεν γίνεται καμιά μετατροπή, παρά μόνο μπαίνουν επιπλέον μπεκ και εγκέφαλος. Η καύση του υγραερίου δεν αφήνει κατάλοιπα και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο κινητήρας να είναι ιδιαίτερα καθαρός, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στη μακροζωία του. Παράλληλα, εντοπίζεται καλύτερη ροπή στις χαμηλές στροφές.

Φυσικό αέριο:
Oυσιαστικά έχει τα ίδια χαρακτηριστικά και την ίδια λογική με την υγραεριοκίνηση. Η καύση του φυσικού αερίου δεν είναι τόσο καλή, όπως αυτή του υγραερίου, ενώ η μεγάλη διαφορά είναι ότι μπορεί να μπει και σε πετρελαιοκινητήρες. Και αυτό το σύστημα προσφέρει πολύ μεγάλη ασφάλεια και οικονομία, λόγω του χαμηλότερου κόστους του ανά λίτρο, σε σχέση με το αντίστοιχο της βενζίνης. Οι μειωμένες εκπομπές ρύπων και η περιορισμένη εκπομπή αιωρούμενων σωματιδίων συμβάλλουν στη φιλικότητα προς το περιβάλλον.

Μικρά αυτοκίνητα:
Τους τελευταίους μήνες δεν έγινε απλά μόδα, αλλά επιτακτική ανάγκη η χρήση ενός αυτοκινήτου μικρού κυβισμού. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πούλησαν ή κλείδωσαν τα μεγάλα ή πολυτελή αυτοκίνητά τους και κινούνται με τα λεγόμενα “μικρά”. Τα τελευταία, λόγω των μικρών κινητήρων, αλλά και του μικρού τους όγκου, είναι βολικά για τις καθημερινές μετακινήσεις. Οι οδηγοί μπορούν να παρκάρουν εύκολα, σε μικρό χώρο, γεγονός που μειώνει την ώρα αναζήτησης πάρκινγκ, άρα μειώνει τη λειτουργία του κινητήρα και κατ’ επέκταση της αντίστοιχης εκπομπής ρύπων.

«Πράσινη» τεχνολογία: Η τεχνολογία «start/stop», τα ελαστικά χαμηλής τριβής, τα ελαφρύτερα υλικά που χρησιμοποιούν οι αυτοκινητοβιομηχανίες, χωρίς να μειώνεται η ασφάλεια της καμπίνας και γενικότερα όλου του οχήματος, η ανάκτηση ενέργειας κατά τη διάρκεια του φρεναρίσματος, η ηλεκτρική υποβοήθηση του συστήματος διεύθυνσης, η βελτιωμένη αεροδυναμική σχεδίαση και το σύστημα SCR, που είναι ένα υγρό (ουρεία), το οποίο εγχέεται στην εξαγωγή της εξάτμισης και που μειώνει την εκπομπή των ρύπων στα πετρελαιοκίνητα, είναι οι πιο διαδεδομένες «πράσινες» λύσεις, που υιοθετούν οι κατασκευαστές συμβατικών αυτοκινήτων, δηλαδή των αυτοκινήτων εσωτερικής καύσης. Στους πετρελαιοκινητήρες υπάρχει και η τεχνολογία «common rail», που ελέγχει καλύτερα τα χαρακτηριστικά της καύσης μέσα στους κυλίνδρους, βελτιώνοντας την απόδοση, τις εκπομπές των ρύπων και την κατανάλωση.

Στους βενζινοκινητήρες, η κατανάλωση και οι εκπομπές μπορούν να μειωθούν μέσω της ηλεκτρο-υδραυλικής μεταβλητής ενεργοποίησης των βαλβίδων εισαγωγής. Η σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας, που πετυχαίνουν αυτές οι τεχνολογίες, κυμαίνεται μεταξύ 12%-25% σε σχέση με ένα συμβατικό μοντέλο, που δεν διαθέτει παρόμοια συστήματα. Μια έξυπνη εφαρμογή είναι η τεχνολογία «EffcientDynamics», που προσφέρεται ως βασικός εξοπλισμός σε όλη την γκάμα συγκεκριμένης αυτοκινητοβιομηχανίας.

Ηλεκτρικά: Τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα έχουν πολλά πλεονεκτήματα, καθώς ο ηλεκτροκινητήρας και μια συστοιχία μπαταριών αντικαθιστούν πολλά εξαρτήματα που βρίσκονται στα συμβατικά και υβριδικά οχήματα. Ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο δεν χρειάζεται αλλαγή λαδιών, έχει σχεδόν μηδενική συντήρηση, δεν έχει εξάτμιση, δεν έχει ρεζερβουάρ ή διάφορα συστήματα τροφοδοσίας καυσίμου, ενώ ο μηχανισμός πρόωσης μπορεί να ενσωματωθεί στους τροχούς για μεγαλύτερη απόδοση και καλύτερη εκμετάλλευση χώρων.

Από την άλλη πλευρά, το μεγάλο κόστος των μπαταριών και η μικρή τους αυτονομία αποτελούν το μεγάλο πρόβλημα. Όμως, τα τελευταία χρόνια οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για να μπορέσουν να λύσουν τα προβλήματα.

Ένα από τα θετικά της ηλεκτροκίνησης είναι η ανυπαρξία θορύβου, που έχει θετική έκβαση για τους επιβάτες, κυρίως στα μακρινά ταξίδια.

Αυτό, πάντως, που χρειάζεται διερεύνηση είναι, αν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τελικά, βελτιώνουν το κλίμα των πόλεων ή αν το γεγονός ότι οι αυξημένες ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια οδηγεί τους σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας να δουλεύουν εντονότερα, με αποτέλεσμα να μολύνεται περισσότερο το περιβάλλον.

Το σίγουρο είναι ότι η «επανάσταση» έχει ξεκινήσει και δεν θα σταματήσει, καθώς τα επόμενα χρόνια θα βρεθούν τρόποι φόρτισης γρηγορότεροι και οικονομικότεροι ως προς την ποιότητα των μπαταριών.

Υδρογόνο: Η υδρογονοκίνηση είναι ακόμη μια κατεύθυνση, που ερευνούν και εφαρμόζουν επίμονα κάποιοι κατασκευαστές. Ουσιαστικά είναι ένα όχημα κυψελών καυσίμου και έχει ρεζερβουάρ υδρογόνου αντί ρεζερβουάρ βενζίνης.

Στην κυψέλη καυσίμου, το υδρογόνο ενώνεται με το οξυγόνο της ατμόσφαιρας για την παραγωγή ηλεκτρισμού. Η κυψέλη καυσίμου λειτουργεί περισσότερο ως ένας μικρός σταθμός ηλεκτρικής ενέργειας και όχι σαν μπαταρία. Ο ηλεκτρισμός δημιουργείται μέσα στο όχημα, χρησιμοποιώντας το υδρογόνο και το οξυγόνο της ατμόσφαιρας.

Σε αυτό δεν υπάρχουν εκπομπές ρύπων. Πρόκειται για ένα απόλυτα καθαρό σύστημα, που η μοναδική εκπομπή είναι αυτή του νερού, που παράγεται σαν υποπροϊόν της ηλεκτρικής ενέργειας. Μια συμπαγής και αποδοτική μπαταρία ιόντων λιθίου αποθηκεύει τον ηλεκτρισμό που παράγεται κατά το φρενάρισμα και την επιβράδυνση, μέσα από τη διαδικασία ανάκτησης της ενέργειας πέδησης. Η μπαταρία συνεργάζεται με τη συστοιχία κυψελών καυσίμου για τη λειτουργία του οχήματος.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο στην χρήση των κυψελών καυσίμου είναι το ανεπαρκές δίκτυο σταθμών ανεφοδιασμού με υδρογόνο, που θα πρέπει το συντομότερο να αναπτυχθεί για να «περπατήσει» η συγκεκριμένη τεχνολογία.

Βιοκαύσιμα: Το πρόγραμμα OMNIVORE έχει στόχο να προωθήσει περαιτέρω την έρευνα γύρω από την τεχνολογία των επονομαζόμενων flex-fuels για την καλύτερη κατανόηση του περίπλοκου κύκλου ανάφλεξης των μιγμάτων αλκοολών- βενζίνης. Εκτιμάται ότι η χρήση αλκοολών μπορεί να αποδειχθεί μια ορατή λύση για την εξέλιξη των κινητήρων εσωτερικής καύσης και τη μετατροπή τους σε συστήματα πρόωσης, που θα εξουδετερώνουν τον άνθρακα.

Από τα πλεονεκτήματα των αλκοολών είναι οι πολύ καλές επιδόσεις. Το πιο ζηλευτό απ’ όλα είναι ότι τα καύσιμα που βασίζονται σε αλκοόλες μπορούν να παρασκευαστούν συνθετικά από το διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο βρίσκεται στην ατμόσφαιρα.

Ένα ακόμη ενθαρρυντικό στοιχείο στην εξέλιξη των συνθετικών καυσίμων είναι ο εξισορροπητικός τους ρόλος, όσον αφορά την καταπολέμηση των εκπομπών του CO2. Συγκεκριμένα, η μεθανόλη μπορεί να παραχθεί με τη σύνθεση διοξειδίου του άνθρακα και υδρογόνου. Το διοξείδιο του άνθρακα, που χρειάζεται για την παραγωγή της μεθανόλης, μπορεί να προέλθει από τις ποσότητες που βρίσκονται στην ατμόσφαιρα. Με αυτόν τον τρόπο, οι ποσότητες που ελκύονται από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης, στην ουσία μηδενίζονται, καθώς χρησιμοποιούνται για την παραγωγή της μεθανόλης.