Η Βρετανία αρχίζει σήμερα τους διαγνωστικούς ελέγχους πόρτα-πόρτα σε 80.000 ανθρώπους, σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσει την εξάπλωση του παραλλαγμένου στελέχους του νέου κορονοϊού, το οποίο ταυτοποιήθηκε πρώτα στη Νότια Αφρική, αναφέρει το ΑΠΕ.

Η υπηρεσία Δημόσιας Υγείας της Αγγλίας ανακοίνωσε ότι έχει διαγνώσει συνολικά 105 κρούσματα του νοτιοαφρικανικού παραλλαγμένου στελέχους του νέου κορονοϊού από τις 22 Δεκεμβρίου και ότι, για να ανασχεθούν νέα ξεσπάσματα, οι κάτοικοι σε 8 περιοχές της χώρας θα υποβληθούν τώρα σε τεστ είτε έχουν είτε δεν έχουν συμπτώματα, μια διαδικασία που είναι γνωστή ως «ταχεία διαγνωστική κινητοποίηση».

Κάθε περιοχή υπολογίζεται ότι έχει περίπου 10.000 ανθρώπους. Τρεις από αυτές βρίσκονται στο Λονδίνο, δύο στο νοτιοανατολικό τμήμα της χώρας, μια στην κεντρική Αγγλία, μια στην ανατολική και άλλη μια στη βορειοδυτική.

Αυτοί που βρίσκονται στις πληγείσες περιοχές θα εξεταστούν ακόμη κι αν είναι ασυμπτωματικοί για να σπάσει οποιαδήποτε αλυσίδα μετάδοσης στην κοινότητα.

«Είναι ανησυχητικό – είναι βαθειά ανησυχητικό», δήλωσε η υφυπουργός Παιδείας Μισέλ Ντάνελαν στο Sky.

«Βρισκόμαστε ακόμη σε ένα πολύ επικίνδυνο στάδιο αυτού του ιού και έχουμε αυτές τις νέες παραλλαγές να εξαπλώνονται», πρόσθεσε.

Ο αριθμός των νέων κρουσμάτων κορονοϊού σταθεροποιείται ή μειώνεται έπειτα από μια έξαρση στα τέλη του περασμένου έτους, που πυροδοτήθηκε από ένα πιο μεταδοτικό παραλλαγμένο στέλεχος του νέου κορονοϊού, το οποίο ταυτοποιήθηκε πρώτα στη νοτιοανατολική Αγγλία.

Η Βρετανία πραγματοποιεί την ίδια ώρα ένα πρόγραμμα μαζικού εμβολιασμού κατά της COVID-19, με σχεδόν 9,3 εκατομμύρια ανθρώπους να έχουν λάβει την πρώτη δόση και η κυβέρνηση και οι αξιωματούχοι των υγειονομικών υπηρεσιών ανησυχούν ότι τα νέα παραλλαγμένα στελέχη του νέου κορονοϊού θα υπονομεύσουν τις προσπάθειές τους να θέσουν υπό έλεγχο την επιδημία.

Κριτική για υπερβολικά καθυστερημένη αντίδραση

Ωστόσο κριτική έχει ασκηθεί για υπερβολικά καθυστερημένη αντίδραση των υπουργών για την εφαρμογή μέτρων ώστε να τίθενται σε καραντίνα οι ταξιδιώτες που φτάνουν στη χώρα από το εξωτερικό, οι οποίοι μπορεί να φέρνουν μαζί τους νέα στελέχη του ιού.

Η εφημερίδα Times έγραψε ότι οι κορυφαίοι επιστημονικοί σύμβουλοι της χώρας είχαν πει ότι η Βρετανία χρειάζεται αυστηρότερους συνοριακούς περιορισμούς, αλλά μολονότι τα ταξίδια σε κάποιες χώρες που παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο έχουν απαγορευτεί, το πρόγραμμα της παραμονής σε καραντίνα σε ξενοδοχεία που έχουν υποσχεθεί δεν έχει ακόμη αρχίσει.

«Πιστεύω ότι ο υπουργός Εσωτερικών θα κάνει μια ενημέρωση πάνω σε αυτό σύντομα είτε αυτήν την εβδομάδα, είτε στις αρχές της επόμενης», δήλωσε η Ντάνελαν στον ραδιοσταθμό Times. “Ξέρω ότι η κυβέρνηση εργάζεται για να επιτύχει αυτήν την πολιτική και να την εφαρμόσει το ταχύτερο δυνατό”, πρόσθεσε.

Επιστήμονες έχουν δηλώσει ότι το παραλλαγμένο στέλεχος του νέου κορονοϊού, που ταυτοποιήθηκε πρώτη φορά στη Νότια Αφρική, δείχνει να είναι πιο μεταδοτικό, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να δείχνουν ότι προκαλεί σοβαρότερη μορφή της νόσου. Ωστόσο ορισμένες εργαστηριακές μελέτες έχουν βρει ότι μειώνει την αποτελεσματικότητα του εμβολίου και της θεραπείας αντισωμάτων.

Η υφυπουργός Παιδείας σημείωσε εξάλλου ότι δεν είναι εφικτό να δοθεί εντολή σε όλους όσοι φτάνουν στη χώρα από διεθνείς προορισμούς να τηρούν καραντίνα σε ξενοδοχείο σε μια προσπάθεια να προληφθεί η εξάπλωση παραλλαγμένων στελεχών του νέου κορονοϊού.

Απαντώντας σε ερώτηση του BBC TV σχετικά με το ότι η πρωθυπουργός της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζον μπορεί να αξιώσει από όλους όσοι φτάνουν να τηρούν καραντίνα σε ξενοδοχείο, κι όχι μόνον από αυτούς που έρχονται από περιοχές υψηλού κινδύνου, η Ντάνελαν σημείωσε: «Θα συνεχίσουμε να εξελίσσουμε τις στρατηγικές μας, αλλά αυτό είναι ανέφικτο και οφείλουμε να είμαστε ρεαλιστές όσον αφορά αυτά που υιοθετούμε και αυτά που κάνουμε. Και σχετικά με το τι μπορεί να εφαρμοστεί επίσης».

Οφείλουμε «να έχουμε συγκεκριμένους στόχους στην προσέγγισή μας ώστε να εξασφαλίζουμε ότι ελαχιστοποιούμε τον κίνδυνο και εντοπίζουμε τις χώρες για τις οποίες μπορούμε να δούμε ότι υπάρχει κίνδυνος. Άρα μια γενική πολιτική που προτείνει η Νίκολα Στέρτζον δεν θα ήταν απαραίτητα τόσο αποτελεσματική όσο αυτή που εμείς προτείνουμε και που είναι επίσης πολύ πιο εφικτή», κατέληξε.