Η Σαμάνθα Λιούθγουεϊτ, μητέρα τεσσάρων παιδιών από τη Βρετανία, παντρεύτηκε έναν βομβιστή αυτοκτονίας του Λονδίνου και στη συνέχεια έγινε μία από τις πλέον καταζητούμενες τρομοκράτισσες στον κόσμο, καταφέρνοντας να διαφεύγει τη σύλληψη εδώ και περισσότερα από δέκα χρόνια.
Οι αρχές επιβολής του νόμου διεθνώς συνεχίζουν να την αναζητούν, καθώς η Λιούθγουεϊτ, γνωστή και ως «Λευκή Χήρα», φέρεται να συνδέεται με μία σειρά τρομοκρατικών ενεργειών που έχουν προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 400 ανθρώπων.
Από το 2013, όταν η Ιντερπόλ εξέδωσε διεθνές ένταλμα σύλληψης σε βάρος της μετά τη σφαγή σε εμπορικό κέντρο στην Κένυα, κυκλοφορούν πολλές φωτογραφίες της με διαφορετικές εμφανίσεις.
Η 41χρονη καταζητούμενη εθεάθη τελευταία φορά να διαφεύγει σε ορεινό καταφύγιο στην εμπόλεμη Υεμένη, μετά τον χωρισμό της από τον τέταρτο σύζυγό της, έναν αδίστακτο πολέμαρχο από τη Σομαλία.
Ωστόσο, πρόσφατα προέκυψε νέα ελπίδα εξέλιξης στην υπόθεση μέσω των προσπαθειών ενός Βρετανού υπόπτου τρομοκρατίας να εξασφαλίσει την αποφυλάκισή του.
Ο Τζερμέιν Γκραντ, γεννημένος στο Λονδίνο, απελάθηκε στη Βρετανία τον Αύγουστο του περασμένου έτους, έπειτα από χρόνια κράτησης σε φυλακή της Κένυας.
Ο 42χρονος συνελήφθη το 2011, όταν η Αστυνομία εισέβαλε σε διαμέρισμα που μοιραζόταν με τη Λιούθγουεϊτ στο παραθαλάσσιο θέρετρο της Μομπάσα.
Οι Αρχές εντόπισαν στο διαμέρισμα εξοπλισμό κατασκευής βομβών, όπως χημικά, διακόπτες και εγχειρίδια εκρηκτικών.

Η Λιούθγουεϊτ πιστεύεται ότι διέφυγε λίγα λεπτά πριν από την επιχείρηση, όταν ο Γκραντ της έστειλε μήνυμα: «Τα λιοντάρια είναι μέσα».
Με την επιστροφή του στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Γκραντ συνελήφθη εκ νέου ως ύποπτος για συμμετοχή στην ισλαμιστική οργάνωση αλ-Σαμπάμπ και επέστρεψε στη φυλακή λόγω παραβίασης των όρων αποφυλάκισής του για καταδίκη βιασμού το 1999.
Ο Γκραντ, από την περιοχή Νιούαμ του ανατολικού Λονδίνου, αιτήθηκε αποφυλάκιση τον περασμένο μήνα, αλλά το αίτημά του απορρίφθηκε. Τα έγγραφα δείχνουν ότι λήφθηκαν υπόψη οι «συνθήκες του αδικήματος, η πρόοδος κατά τη διάρκεια της κράτησης και τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στον φάκελο».
Ενδέχεται να παραμείνει στη φυλακή έως το 2027, εκτός εάν κριθεί κατάλληλος για αποφυλάκιση.
Πηγή της αντικατασκοπείας δήλωσε στην Daily Mail ότι ο Γκραντ ίσως πιστεύει ότι μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό της Λιούθγουεϊτ, γεγονός που θα ενίσχυε τις πιθανότητές του για πρόωρη αποφυλάκιση.
Όπως είπε: «Αν έχει οποιαδήποτε πληροφορία που θα μπορούσε να βοηθήσει στον εντοπισμό της Λιούθγουεϊτ, η οποία διαρκώς ξεφεύγει από τις Αρχές, θα ήταν ανεκτίμητη».
Η Λιούθγουεϊτ έγινε γνωστή όταν ο 19χρονος σύζυγός της, Τζερμέιν Λίντσεϊ, ανατινάχτηκε σε βαγόνι του μετρό κοντά στον σταθμό King’s Cross το 2005, σκοτώνοντας 26 επιβάτες.
Αρχικά, είχε παρουσιαστεί ως θύμα των επιθέσεων της 7ης Ιουλίου στο Λονδίνο, όμως στην πραγματικότητα ήταν ακραία ισλαμίστρια με φανατικές προθέσεις.
Η Λιούθγουεϊτ, που φέρεται να άλλαξε πολλές φορές ταυτότητα και εμφάνιση μέσω πλαστικών επεμβάσεων, είχε μεγαλώσει ως ντροπαλό κορίτσι σε επαρχιακή πόλη της Αγγλίας.
Ο πατέρας της, Άντι Λιούθγουεϊτ, ήταν Άγγλος στρατιώτης, ενώ η μητέρα της, Κριστίν Άλεν, Ιρλανδή καθολική. Γνωρίστηκαν όταν εκείνος υπηρετούσε στη Βόρεια Ιρλανδία τη δεκαετία του 1970.
Η Σαμάνθα γεννήθηκε στο Μπάνμπριτζ της Κομητείας Ντάουν το 1983 και αργότερα η οικογένεια μετακόμισε στο Άιλσμπερι του Μπακινγχαμσάιρ.
Μετά το διαζύγιο των γονιών της το 1994, λέγεται πως στράφηκε στο Ισλάμ, επηρεασμένη από μουσουλμάνους γείτονες με ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς.
Κατά την εφηβεία, φέρεται να γοητεύτηκε από τα κηρύγματα του ακραίου ιεροκήρυκα, Τρέβορ Φόρεστ, γνωστού ως σεΐχης Αμπντουλάχ ελ-Φαϊσάλ, τον οποίο επισκέφθηκε και στη φυλακή το 2006.
Αλλάζοντας το μικρό της όνομα σε Σεραφίγια μετά τη μεταστροφή της στο Ισλάμ στα 17, ξεκίνησε σπουδές πολιτικής και θρησκειολογίας στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών στο Λονδίνο το 2002, τις οποίες όμως δεν ολοκλήρωσε.
Γνώρισε τον Λίντσεϊ σε διαδικτυακό φόρουμ και τον συνάντησε διά ζώσης σε πορεία κατά του πολέμου στο Λονδίνο. Παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 2002 και απέκτησαν έναν γιο τον Απρίλιο του 2004. Όταν ο Λίντσεϊ ανατινάχθηκε, η Λιούθγουεϊτ ήταν έγκυος στο δεύτερο παιδί τους.
Μετά την επίθεση, και ενώ βρισκόταν υπό αστυνομική προστασία, δήλωσε: «Είμαστε κι εμείς θύματα». Για τον σύζυγό της είπε: «Καταδικάζω πλήρως και είμαι σοκαρισμένη από τις φρικαλεότητες. Δεν φαντάστηκα ποτέ ότι ήταν ικανός για τέτοιες ενέργειες. Ήταν στοργικός σύζυγος και πατέρας».
Λίγους μήνες μετά, μετακόμισε στην Κένυα και το 2008 ταξίδεψε στη Νότια Αφρική με το αληθινό της όνομα, αλλά απελάθηκε το 2009 και γέννησε το τρίτο της παιδί στο νοσοκομείο Stoke Mandeville στο Άιλσμπερι.
Αποφασισμένη να επιστρέψει στην Αφρική, άλλαξε τα προσωπικά της στοιχεία και υιοθέτησε το όνομα Ασμαά Σαχιντά Μπιντ-Άντριους. Εργάστηκε σε εργοστάσιο χαλάλ πίτας και απέκτησε νέα ταυτότητα ως Βρετανίδα νοσοκόμα με το όνομα Νάταλι Φέι Γουέμπ, τα στοιχεία της οποίας είχε κλέψει.
Γέννησε το τέταρτο παιδί της, κόρη Κενυάτη αξιωματικού που έγινε τρομοκράτης, σε ιδιωτική κλινική στο Γιοχάνεσμπουργκ.
Αργότερα διέσχισε την Τανζανία και επέστρεψε στην Κένυα, όπου φέρεται να ανέλαβε τρομοκρατικές επιχειρήσεις με την αλ-Σαμπάμπ.
Οι δεσμοί της με την τρομοκρατία αποκαλύφθηκαν το 2011 κατά τη σύλληψη του Γκραντ, όταν εντοπίστηκε βίλα με εργαστήριο κατασκευής βομβών, ένα καλάσνικοφ, φωτογραφία της και ο υπολογιστής της.
Εκεί είχε γράψει ποίημα υπέρ του Οσάμα Μπιν Λάντεν, ενώ βρέθηκαν αποτυπώματά της και αποδείξεις ότι μελετούσε για χρόνια την κατασκευή βομβών και τα χημικά των αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών.

Πιστεύεται ότι συμμετείχε σε τρομοκρατικό πυρήνα μαζί με τον τελευταίο της σύζυγο, τον Βρετανό βομβιστή Χαμπίμπ Γκάνι, ο οποίος σκοτώθηκε σε ανταλλαγή πυρών στη Σομαλία.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας θεωρούν ότι ξεκίνησε με επίθεση σε μπαρ στην Μομπάσα το 2012, όπου σκοτώθηκαν τρεις άνθρωποι και τραυματίστηκαν 25.
Το 2013, φέρεται να ήταν από τα ηγετικά στελέχη της σφαγής στο εμπορικό κέντρο Westgate στο Ναϊρόμπι, όπου σκοτώθηκαν 67 άτομα, ανάμεσά τους και πέντε Βρετανοί.
Το 2015 συνδέθηκε με τη σφαγή 148 ατόμων σε πανεπιστήμιο της Κένυας, ενώ πιο πρόσφατα, το 2019, φέρεται να σχετίζεται με την επίθεση στο ξενοδοχειακό συγκρότημα Riverside στο Ναϊρόμπι.
Λέγεται ότι εκπαίδευσε γυναικεία ομάδα βομβιστών αυτοκτονίας με στόχο Δυτικούς στην Ανατολική Αφρική και κρυβόταν με τον τέταρτο σύζυγό της, Σεΐχη Χασάν, στη Σομαλία.
Το 2022 αναφέρθηκε ότι διέφυγε με σκάφος στην Υεμένη μετά τον χωρισμό της, με πηγές ασφαλείας να λένε: «Τώρα δεν είναι ευπρόσδεκτη και έχει καταφύγει σε περιοχή που ελέγχεται από την αλ Κάιντα. Είναι πολύ επικίνδυνη γυναίκα με αίμα πολλών στα χέρια της».
Έκτοτε, παραμένει άφαντη, με τους συγγενείς της να υποπτεύονται ότι μπορεί ακόμα και να έχει σκοτωθεί.
Πρόσφατα όμως προκάλεσε νέα αντιδράσεις όταν αποκαλύφθηκε ότι ετοιμάζεται ταινία για τη ζωή της, με τίτλο Girl Next Door, στην οποία θα πρωταγωνιστήσει η ηθοποιός Μπέλα Ράμσεϊ.
Ο σκηνοθέτης Μπρους Γκούντισον ανέφερε: «Η ταινία αφορά μια νεαρή ιδεαλίστρια με ραγισμένη καρδιά. Η Σαμάνθα μετατρέπει τη θλίψη της σε δύναμη που την εκμεταλλεύτηκαν άνδρες για σκοπούς παγκόσμιας τρομοκρατίας».