Μαίνεται το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν και των Ρεπουμπλικάνων για την αύξηση του ορίου χρέους, το οποίο έχει εκτοξευτεί στα 31,4 τρισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή περίπου στο 120% του ΑΕΠ της χώρας.

Οι προειδοποιήσεις για τις επιπτώσεις στις ΗΠΑ αλλά και την παγκόσμια οικονομία είναι δραματικές ενώ πλησιάζουμε στην 1η Ιουνίου, την «Ημέρα Χ» για την κήρυξη στάσης πληρωμών, όπως έχει παρουσιαστεί από την υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν.

Πώς φτάσαμε στο αδιέξοδο

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θέτει ένα όριο για τον ομοσπονδιακό δανεισμό, το οποίο εγκρίνεται δια νόμου και δεν μπορεί να αυξηθεί παρά μόνο με το «πράσινο φως» από το Κογκρέσο, δηλαδή τη Βουλή των Αντιπροσώπων – που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους – και τη Γερουσία. Πρόκειται επί της ουσίας για το ποσό με το οποίο εξουσιοδοτείται η κυβέρνηση των ΗΠΑ να δανείζεται προκειμένου να εκπληρώσει τις κρατικές υποχρεώσεις και δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των παροχών κοινωνικής ασφάλισης και περίθαλψης, των μισθών στρατιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων, της επιστροφής φόρων, των κοινωνικών επιδομάτων, αλλά και των τόκων των κρατικών ομολόγων και άλλων πληρωμών.

Το αμερικανικό κράτος έχει φτάσει το ανώτατο όριο δανεισμού από τον Ιανουάριο και πλέον χρειάζεται να υπάρξει μια συμφωνία για την αύξησή του, ώστε να μπορέσει να συνεχίσει το δανεισμό του. Σύμφωνα με τη Τζάνετ Γέλεν εάν δεν επιτευχθεί μια συμφωνία μέχρι την 1η Ιουνίου, τότε οι ΗΠΑ ενδεχομένως δεν θα μπορούν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους μετά την 15η Ιουνίου.

«Υπάρχει ακόμη αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά τα φορολογικά έσοδα και τις δημοσιονομικές δαπάνες. Και επομένως είναι δύσκολο να είμαστε βέβαιοι, όμως η εκτίμησή μου είναι ότι είναι σχετικά μικρές οι πιθανότητες να φτάσουμε στις 15 Ιουνίου όντας σε θέση να πληρώνουμε όλους τους λογαριασμούς μας», δήλωσε στο NBC.

Οι Ρεπουμπλικάνοι, που ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, έχουν μπλοκάρει τη διαδικασία, υποστηρίζοντας πως θα πρέπει να υπάρξει ένα νέο σχέδιο που θα προβλέπει δραστικές περικοπές δαπανών ώστε να εγκρίνουν την αύξηση του ορίου δανεισμού, την οποία ζητάει η κυβέρνηση Μπάιντεν.

Το να υποκύψουν οι Δημοκρατικοί και να αλλάξουν το πρόγραμμά τους θα ήταν μια σημαντική νίκη για τους Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι επί της ουσίας με αυτόν τον τρόπο θα θέσουν υπό «ομηρία» την κυβέρνηση Μπάιντεν, περιορίζοντας σημαντικά τις κινήσεις της στη δημοσιονομική πολιτική. Το γεγονός αυτό αναμφισβήτητα προκαλεί ζήτημα στους Δημοκρατικούς ενόψει και των προεδρικών εκλογών του 2024.

Πόσο πιθανό είναι να χρεοκοπήσουν οι ΗΠΑ;

Ο ίδιος ο Τζο Μπάιντεν, έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο της κήρυξης στάσης πληρωμών. Ωστόσο στο παρελθόν έχει υπογραμμίσει πως για να αποτραπεί το άνευ προηγουμένου σενάριο της χρεοκοπίας δεν αποκλείεται να επικαλεστεί τη 14η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος και να προχωρήσει μονομερώς σε αύξηση του ορίου δανεισμού.

Μια τέτοια κίνηση αναπόφευκτα θα προκαλούσε μια δικαστική διαμάχη και άρα έναν νέο γύρο κρίσης στις ΗΠΑ. Η υπουργός Οικονομικών σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις της εκτίμησε πως η επίκληση της 14ης τροπολογίας δεν μπορεί να γίνει υπό τις παρούσες συνθήκες, λόγω της νομικής αβεβαιότητας αλλά και του περιορισμένου χρόνου που διαθέτει η κυβέρνηση.

Πολλοί εκτιμούν πως έστω και στο «παρά ένα» οι δύο πλευρές θα καταλήξουν σε μια συμφωνία. «Νομίζω ότι το κλίμα απόψε ήταν καλύτερο από οποιαδήποτε άλλη φορά που είχαμε συζητήσεις. Ήταν πιο παραγωγικό», δήλωσε ο Κέβιν Μακάρθι, πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, μετά τη συνάντηση που είχε τη Δευτέρα με τον Τζο Μπάιντεν. «Πιστεύω ότι μπορούμε να πετύχουμε μια συμφωνία», είπε, χωρίς ωστόσο να δώσει λεπτομέρειες σχετικά με τους πιθανούς συμβιβασμούς.

Σημειώνεται πως το τελευταίο διάστημα δεν είναι λίγοι οι Δημοκρατικοί που προτρέπουν τον Μπάιντεν να μη φτάσει την κατάσταση στα άκρα, καθώς θα είναι η κυβέρνησή του και το Δημοκρατικό κόμμα που θα χρεωθούν τις σοβαρές επιπτώσεις στην αμερικανική κοινωνία. Στον αντίποδα, εάν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ υποκύψει στον εκβιασμό των Ρεπουμπλικάνων ενδεχομένως να εξοργίσει πολλούς στο εσωτερικό του κόμματος, καθώς θα φαινόταν αδύναμος, την ώρα μάλιστα που βρίσκονται σε εξέλιξη οι εσωκομματικές διεργασίες για το χρίσμα του υποψήφιου του κόμματος στις Προεδρικές εκλογές και αρκετοί εκφράζουν αμφιβολίες για τη δική του υποψηφιότητα. 

Υπενθυμίζεται πως σε μια αντίστοιχη αντιπαράθεση το 2011, οι Ρεπουμπλικάνοι κατάφεραν να αξιοποιήσουν το ζήτημα του ανώτατου χρέους για να θέσουν όρια στις δαπάνες που σχεδίαζε ο Μπαράκ Ομπάμα. Η ήττα του Δημοκρατικού κόμματος στις διαπραγματεύσεις προκάλεσε τεράστια προβλήματα στη πολιτική του τότε Προέδρου των ΗΠΑ, καθώς επιβλήθηκαν όρια δαπανών για περίπου μια δεκαετία, ενώ προκλήθηκαν αναταράξεις και στις αγορές, οδηγώντας σε μια ιστορική υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ και αύξηση του κόστους δανεισμού της ισχυρότερης οικονομίας στον κόσμο.

Τι θα σημαίνει μια στάση πληρωμών των ΗΠΑ;

Πολλοί οικονομολόγοι προβλέπουν τρομερές οικονομικές συνέπειες σε περίπτωση που η αντιπαράθεση φτάσει στα άκρα. Το εφιαλτικό σενάριο της κήρυξης στάσης πληρωμών προβλέπει: υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας με σοβαρό αντίκτυπο στο κόστος δανεισμού και το χρέος, αρνητικές επιπτώσεις στο δολάριο και καταστροφικό «ντόμινο» στην αγορά και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, απώλεια πολλών θέσεων εργασίας και έναν κύκλο ύφεσης.

Αναλυτές στο Associated Press εκτιμούν πως εάν η κρίση συνεχιστεί για μια εβδομάδα μετά την ημερομηνία ορόσημο που έχει τεθεί για τη στάση πληρωμών, θα χάνονταν περίπου 1,5 εκατομμύριο θέσεις εργασίας. Και εάν διαρκούσε πολύ περισσότερο – ενδεχομένως μέχρι το καλοκαίρι – οι συνέπειες θα ήταν πολύ πιο τρομερές: 7,8 εκατομμύρια αμερικανικές θέσεις εργασίας θα εξαφανίζονταν και το ποσοστό ανεργίας θα εκτοξευόταν από το σημερινό 3,4% στο 8%.

Η αξιοπιστία των αμερικανικών ομολόγων, που σήμερα αποτελούν δομικά στοιχεία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, θα αμφισβητηθεί και ενδεχομένως να υπάρξει αδυναμία πληρωμής μισθών και συντάξεων. Το τελευταίο διάστημα επενδυτές φαίνεται να μην αγοράζουν ομόλογα που λήγουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, προσπαθώντας να αποφύγουν τις πληρωμές σε ημερομηνίες όπου ο κίνδυνος αθέτησης χρέους είναι υψηλότερος.

Αν οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων καταρρεύσουν, «η κατάσταση θα είναι καταστροφική για όλους τους οργανισμούς που διακρατούν πολλά κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ, όπως οι τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, οι ασφαλιστικές εταιρείες», επισημαίνει ο Έρικ Ντορ, διευθυντής Οικονομικών Ερευνών στο IESEG. Επιπλέον το δολάριο «θα υποτιμηθεί πάρα πολύ», προσθέτει.

Αναλύοντας τις επιπτώσεις στην αμερικανική κοινωνία, ο Γκρέγκορι Ντάκο, επικεφαλής οικονομολόγος του EY Parthenon, υπογράμμισε πως «όλοι οι Αμερικάνοι που λαμβάνουν άμεσα ή έμμεσα χρήματα από το κράτος, θα πάψουν να πληρώνονται. Και οι επιχειρήσεις που έχουν υπογράψει συμβόλαια με την κυβέρνηση επίσης δεν θα πληρώνονται πια» γεγονός που θα τις φέρει αντιμέτωπες με τη χρεοκοπία. Το υπουργείο Οικονομικών κινδυνεύει «να μην έχει ρευστότητα για να πληρώσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια», αναφέρει η Νάνσι Βάντεν Χούτεν, οικονομολόγος του Oxford Economics.

Η κατανάλωση των νοικοκυριών αποτελεί την κινητήριο δύναμη της αμερικανικής οικονομίας. Όπως σημειώνει ο Ντάκο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Αθηναϊκού Πρακτορείου, αν μειωθούν οι δαπάνες της κυβέρνησης, αυτό σημαίνει ότι «η οικογένεια που δεν θα λάβει την επιταγή με τον μισθό δεν θα μπορεί να καταναλώσει κάνοντας ψώνια, κάτι που θα επηρεάσει το κατάστημα στο οποίο κάνει τα ψώνια της, κάτι που στη συνέχεια θα επηρεάσει την απόφασή του να κάνει προσλήψεις».

Επιπλέον «αν πέσουν τα χρηματιστήρια, θα πληγούν οι αποταμιεύσεις των ανθρώπων και οι αποταμιεύσεις για τη συνταξιοδότηση», επισημαίνει ο Νέιθαν Σιτς, επικεφαλής οικονομολόγος στην τράπεζα Citigroup. Ο Γκρέγκορι Ντάκο σημειώνει πως στις χρηματοπιστωτικές αγορές «θα υπάρξει τεράστια πίεση». Υπενθυμίζεται πως το 2011 όταν οι ΗΠΑ γλίτωσαν οριακά τη στάση πληρωμών, το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχε καταρρεύσει, με τον δείκτη S&P 500 να σημειώνει πτώση 13% με 14%. Συνολικά εκτιμάται πως οι οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις μπορεί να κοστίσουν στην αμερικανική οικονομία το 5% του ΑΕΠ της.

Οι επιπτώσεις μιας αμερικανικής οικονομικής κρίσης μπορεί να εξαπλωθούν γρήγορα σε παγκόσμια κλίμακα. «Καμία γωνιά της παγκόσμιας οικονομίας δεν θα γλιτώσει» εάν οι Η.Π.Α. χρεοκοπήσουν και η κρίση δεν επιλυθεί γρήγορα, δήλωσε ο Μαρκ Ζαντί, επικεφαλής οικονομολόγος στη Moody’s. «Μια χρεοκοπία θα αποτελούσε ένα καταιγιστικό γεγονός, με απρόβλεπτο και δραματικό αντίκτυπο στις Η.Π.Α. και τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές», δήλωσε ο Έσγουαρ Πράσαντ, καθηγητής εμπορικής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Cornell και ανώτερος συνεργάτης στο Brookings Institution.