Την εκταμίευση των πρώτων 3,55 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης προς την Ελλάδα γνωστοποίησε την Παρασκευή (8/4) ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τον Προϋπολογισμό και την Διοίκηση Γιοχάνες Χαν, στο πλαίσιο του 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών, που πραγματοποιείται στους Δελφούς από τις 6 έως τις 9 Απριλίου και τελεί υπό την αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου.

«Μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), θέλουμε να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση στην ανθεκτικότητα των κρατών» διαμήνυσε και πρόσθεσε: «Δεν πρέπει απλά να ανακάμψουμε, πρέπει να καταστήσουμε τις οικονομίες μας πιο ανθεκτικές και πιο ανταγωνιστικές».

Ειδικότερα, εστιάζοντας στην Ελλάδα ο Αυστριακός Επίτροπος επεσήμανε σχετικά με τα 3,55 δισεκατομμύρια, ότι τα 1,6 αφορούν σε ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, ενώ το υπόλοιπο ποσό καλύπτεται από δανεισμό μέσω του RRF.

«Αυτό που ζητάμε από την Ελλάδα είναι να γίνουν επενδύσεις σε ΑΠΕ, καθώς είναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγουμε από ορυκτά καύσιμα καθώς και επενδύσεις στην αποδοτικότητα ενέργειας» ανέφερε ο Ευρωπαίος Επίτροπος όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Επιπλέον, όπως είπε: «Η πρωτοβουλία, Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου για τη μεταφορά φυσικού αερίου, πρέπει να συνεχιστεί. Έτσι θα αυξηθεί η ανθεκτικότητα της οικονομίας, ενώ ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ανάγκη επενδύσεων στην ψηφιακή μετάβαση.

«Η ΕΕ αποφάσισε να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων ύψους 100 δισ. ευρώ για την περυσινή χρονιά»

Αναφέρθηκε επίσης στην έκδοση ομολόγων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας. Όπως είπε: «Η ΕΕ αποφάσισε να προχωρήσει σε έκδοση ομολόγων ύψους 100 δισ. ευρώ για την περυσινή χρονιά, ενώ άλλα τόσα πρόκειται να εκδοθούν και φέτος».

«Είμαστε καλά εξοπλισμένοι για να αντέξουμε και αυτή την κρίση. Το πρόγραμμα Next Generation EU είναι αρκετό για την αντιμετώπισή της», ξεκαθάρισε ο κ. Χαν.

Γιοχάνες Χαν

«Έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία νέα κρίση με τον πόλεμο»

«Η πανδημία εξαφανίζεται και έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία νέα κρίση με τον πόλεμο», επεσήμανε.

Όσον αφορά την Ουκρανία, ο κ. Χαν τόνισε ότι: «Πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ προκειμένου να τη βοηθήσουμε να ανασυγκροτηθεί και να επιταχύνουμε την είσοδο της στην ΕΕ».

Σε σχέση με την ευρωπαϊκή αντίδραση δήλωσε: «Αντιδράσαμε γρήγορα και σωστά γιατί ήμασταν προετοιμασμένοι από το περασμένο φθινόπωρο, καθώς ήδη δουλεύαμε σενάρια, αφού είχαμε διαπιστώσει συγκέντρωση στρατευμάτων στα σύνορα με την Ουκρανία αν και κανείς δεν πίστευε σε πόλεμο» και πρόσθεσε ότι: «Οι κυρώσεις ήταν το αποτέλεσμα μίας προσεκτικής προετοιμασίας».

«Ήδη ανακοινώθηκε ο 5ος γύρος κυρώσεων που αφορούν σε περιορισμό εισαγωγών ορυκτών καυσίμων από την Ρωσία» τόνισε.

«Δεν θέλουμε να κλιμακώσουμε τις κυρώσεις, αλλά ίσως χρειαστούν να γίνουν περισσότερα», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ωστόσο, ότι απαιτείται μία «διευθέτηση του πολέμου το γρηγορότερο δυνατόν».

«Οι Ευρωπαίοι είμαστε ενωμένοι και αντιδρούμε σωστά», σημείωσε επισημαίνοντας ότι: «Πρέπει να υποστηρίξουμε τους Ουκρανούς, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να περιορίσουμε τη σύγκρουση για να αποφύγουμε έναν 3ο παγκόσμιο πόλεμο».

Επιπλέον χαρακτήρισε επαρκή τα ευρωπαϊκά μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης σιτηρών, και αναφέρθηκε στον ρόλο της ΕΕ για την συγκράτηση της αύξησης των τιμών στην ενέργεια, και στις τιμές των τροφίμων.

«Επιτρέψαμε στα κράτη να μειώσουν τη φορολογία», ανέφερε, προσθέτοντας ότι: «Πάνω από 70 εκατομμύρια άτομα και εκατομμύρια ΜμΕ επωφελούνται από τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης», με ταυτόχρονη ενεργοποίηση χρηματοδοτήσεων της πρωτογενούς παραγωγής για τη χρηματοδότηση του υψηλού κόστους».

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τον Προϋπολογισμό και την Διοίκηση ξεκαθάρισε ότι υπάρχει επισιτιστική ασφάλεια στην ΕΕ, ενώ ζητούμενο για την ΕΕ είναι φθηνές προμήθειες και ενεργειακή αποδοτικότητα.

Κλείνοντας ο Γιοχάνες Χαν έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας, καθώς όπως είπε: «Η κυκλική οικονομία εκ πρώτης όψεως αφορά την ανακύκλωση, όμως με την ανάκτηση των πρώτων υλών μπορούμε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από τρίτες χώρες», χαρακτηρίζοντάς το ως ένα από τα ζητήματα «που θα μας προσδώσουν αύξηση κυριαρχίας, περισσότερο κύρος, περισσότερη αξία σε παγκόσμιο επίπεδο».