Στο 11,7% αυξήθηκε η ανεργία στο πρώτο τρίμηνο του 2010, από 9,3% στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2009. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό τριμήνου που έχει καταγραφεί από το 2000.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, 132.356 άτομα τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, στο πρώτο τρίμηνο 2010 ήταν άνεργα και άλλα 77.349 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά.

Την ίδια περίοδο βρήκαν απασχόληση 85.244 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος, ενώ 65.734 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Επιπλέον, 92.061 άτομα, που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα.

Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών ανήλθε στο 15,5% και είναι σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των ανδρών (9%). Από την κατά ομάδες ηλικιών διάρθρωση της ανεργίας προκύπτει ότι το υψηλότερο ποσοστό παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-29 ετών (22,3%). Για νέες γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει στο 27,4%.
Ως προς το επίπεδο εκπαίδευσης, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (18,1%), σε όσους έχουν απολυτήριο τριτάξιας μέσης εκπαίδευσης (14,0%) και στους απόφοιτους ανώτερης τεχνολογικής επαγγελματικής εκπαίδευσης (13,4%).

Το χαμηλότερο ποσοστό (7,1%) παρατηρείται στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (7,4%). Σε επίπεδο Περιφέρειας το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στις Ιόνιους Νήσους με 20,4% και στο Νότιο Αιγαίο με 18,9%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στο Βόρειο Αιγαίο με 7,6% και στη Πελοπόννησο με 8,8%.

Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 63,5%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανέρχεται στο 80% του συνόλου των απασχολουμένων.
Από το σύνολο των ανέργων (586.767), το 87,3% αναζητά εργασία ως μισθωτός με πλήρη απασχόληση.

Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 51,0% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 39,7% αναζητά πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση.
Ένα σημαντικό ποσοστό ανέργων (8,9%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
α) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (17,8%)
β) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (22,3%)
γ) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (17,3%)

Το ποσοστό των «νέων ανέργων», δηλαδή όσων εισέρχονται για πρώτη φορά στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, ανέρχεται στο 23,6% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι αποτελούν αντίστοιχα το 44,6%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα, είναι ανώτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (14,5% έναντι 11,4%). Επίσης, το 73,8% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων το οποίο είναι 52,4%.

Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρούμε ότι στον πρωτογενή τομέα έχουμε αύξηση σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο (8,2%). Αντίθετα, μείωση παρουσιάζεται στη δευτερογενή (7.8%) και στον τριτογενή τομέα (0,9%).

Το ποσοστό μερικής απασχόλησης παραμένει χαμηλό και ανέρχεται στο 6,4% των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων το 50,5% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, ενώ το 7,3% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες.

Πηγή: in.gr