Η νομοθεσία οφείλει να προσαρμόζεται σε κάθε νέα κοινωνική πραγματικότητα και αυτό επιχειρεί να πράξει το Υπουργείο Δικαιοσύνης με το νομοσχέδιο περί συνεπιμέλειας, ενός θεσμού που ήδη εφαρμόζεται με επιτυχία στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.

Γράφει η Ελίζα Βόζεμπεργκ

Το ζήτημα της συνεπιμέλειας σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αποτελεί πεδίο αντιπαλότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, αλλά εστιάζεται στην ανάγκη του παιδιού για ίση και απρόσκοπτη φροντίδα και από τους δύο γονείς του.

Όλες οι σχετικές επιστημονικές έρευνες συγκλίνουν στο ότι η ενεργός παρουσία και των δύο γονέων κατά το μεγάλωμα των παιδιών συμβάλλει καθοριστικά στην ομαλή ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη, τα βοηθά να γίνουν πιο ευπροσάρμοστα και πιο δυνατά απέναντι στις δυσκολίες και περιορίζει σημαντικά την πιθανότητα να εμφανίσουν ψυχολογικά προβλήματα, ιδίως κατά την ευαίσθητη περίοδο της εφηβείας.

Μάλιστα σε πρόσφατες σχετικές πανελλαδικές μετρήσεις, στις οποίες συμμετείχε μεγάλο δείγμα ανδρών και γυναικών, καταγράφηκε ότι η ελληνική κοινωνία τάσσεται υπέρ της συνεπιμέλειας με ποσοστά άνω του 80%.

Με την εν λόγω νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Δικαιοσύνης θεσπίζεται η από κοινού φροντίδα και μέριμνα των δύο γονέων για τα παιδιά μετά από το διαζύγιο, με βασικό γνώμονα το συμφέρον του παιδιού.

Ο στόχος είναι να καλλιεργηθεί μια διαφορετική κουλτούρα στις σχέσεις των δύο γονιών, ώστε να επιλύουν τις διαφορές τους, ει δυνατόν με εξωδικαστικό τρόπο μέσω της διαμεσολάβησης με τη συνδρομή ειδικών διαμεσολαβητών, χωρίς να χρειάζεται να φθάσουν στο δικαστήριο, κάτι που εάν επιτευχθεί, θα συμβάλλει σημαντικά και στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων από ένα μεγάλο όγκο υποθέσεων.

Η φιλοσοφία του θεσμού της συνεπιμέλειας είναι να μειώσει τις διαμάχες και τις συγκρούσεις μεταξύ των γονέων, να προλαμβάνει φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, να αποτρέπει την «εργαλειοποίηση»και την αποξένωση του παιδιού από τον ίδιο τον γονέα του και να βοηθά τα παιδιά να μεγαλώνουν σε ένα πιο υγιές και ασφαλές περιβάλλον.

Βασική καινοτομία του νομοσχεδίου περί συνεπιμέλειας είναι ότι θεσπίζεται τεκμήριο επικοινωνίας με τον γονιό που δεν διαμένει με το παιδί στο 1/3 του συνολικού χρόνου επικοινωνίας, κάτι που σημαίνει ότι στην πράξη ο γονιός που δεν διαμένει με το παιδί δεν θα το παίρνει μόνον κάποια Σαββατοκύριακα ή μόνο λίγες ημέρες το καλοκαίρι, αλλά σε πιο τακτική βάση.

Στο πλαίσιο αυτό εισάγεται στο νομοσχέδιο για πρώτη φορά η έννοια της «γονικής αποξένωσης» με στόχο την αποτροπή αποξένωσης του παιδιού από το γονιό, που δεν ζει μαζί του.

Επίσης καθοριστικής σημασίας είναι η ρύθμιση ότι στο εξής η άσκηση της γονικής μέριμνας θα γίνεται από κοινού και οι γονείς θα συναποφασίζουν για ζητήματα όπως η επιλογή σχολείου, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των παιδιών και κάθε άλλο θέμα που αφορά στην καθημερινότητά τους.

Ο προβληματισμός που εκφράζεται είναι κατανοητός, ιδίως όταν πρόκειται για αλλαγή διατάξεων του οικογενειακού δικαίου που ισχύουν εδώ και πολλές δεκαετίες, όμως την ορθή εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων μένει να τη δούμε στην πράξη.