Είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς σήμερα, αλλά όταν ξεκίνησε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, την άνοιξη του 2007, υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που δεν αντιλήφθηκαν τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ακόμα και στα τέλη του 2008, όταν παρουσιάστηκαν τα προβλήματα της Merrill Lynch και της Lehman Brothers, πολλοί εξακολουθούσαν να αρνούνται το πρόβλημα (ιδιαίτερα εκείνοι που ήταν υπεύθυνοι γι’ αυτό).

Ο Γκόρντον Μπράουν δεν ανήκει σ’ αυτή την κατηγορία. Μόλις άρχισε να τρέμει η Northern Rock, συνειδητοποίησε ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας είχε βαθειά διαρθρωτικά προβλήματα και ότι η κρίση στην οποία βυθιζόταν μπορεί να μεταφερόταν στην ευρύτερη οικονομία.

«Έπρεπε να ανατρέψουμε μια πολιτική 30 χρόνων», γράφει ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας στο βιβλίο του «Πέρα από το κραχ» (εκδ. Simon & Schuster). Το σύνθημά του ήταν ότι δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική βοήθεια χωρίς συμμετοχή της κυβέρνησης, και σε αυτή την κατεύθυνση άρχισε να πιέζει τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς. Εν τέλει, οι Ηνωμένες Πολιτείες εγκατέλειψαν την πρόθεσή τους να εγγράψουν στα δικά τους βιβλία όλα τα τοξικά ομόλογα των τραπεζών και ακολούθησαν τη στρατηγική του Μπράουν. Χωρίς τις προϋποθέσεις που είχε θέσει όμως ο τελευταίος, τα χρήματα που εισήλθαν στις τράπεζες εξήλθαν με τη μορφή μπόνους και μερισμάτων.

Αυτό που κάνει συνήθως τις πολιτικές βιογραφίες ενδιαφέρουσες είναι τα μυστικά που αποκαλύπτουν, γράφει ο αμερικανός οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς στους Financial Times. Το βιβλίο αυτό όμως είναι διαφορετικό. Ο Μπράουν είναι ένας πολιτικός και ένας σκεπτόμενος άνθρωπος. Το βιβλίο του είναι συναρπαστικό γιατί παρουσιάζει τα διλήμματα των πολιτικών καθώς προσπαθούσαν να διαχειριστούν το μεγαλύτερο οικονομικό δράμα των τελευταίων δεκαετιών. Ο συγγραφέας περιγράφει, για παράδειγμα, την επίσκεψή του στον Τζορτζ Μπους όταν προσπάθησε να τον πείσει ότι η επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ήταν ζωτικής σημασίας. Του είπε επίσης ότι έπρεπε να συγκληθεί αμέσως μια σύνοδος των ηγετών της G20. Δεν αποκαλύπτει την απάντηση του τότε αμερικανού προέδρου. Αλλά όλοι μπορούμε να την καταλάβουμε.

Ο Μπράουν εκφράζει επίσης την απογοήτευσή του για το ότι δεν ελήφθησαν μέτρα μετά την οικονομική κρίση στην ανατολική Ασία το 1998. Η κρίση εκείνη έδειξε πόσο αλληλένδετες είναι οι οικονομίες του πλανήτη. Μετά τα γεγονότα εκείνα, αγωνίστηκε για τη δημιουργία ενός συστήματος παρακολούθησης των κινδύνων και πρώιμης προειδοποίησης. Δεν αποκαλύπτει ποιος αντέδρασε σ’εκείνη την πρόταση, αλλά μπορεί να υποθέσει κανείς ότι ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που αγωνίστηκαν στις ΗΠΑ κατά του ελέγχου των παράγωγων χρηματοοικονομικών προϊόντων.

Το βιβλίο δείχνει ότι η αναταραχή στις διεθνείς χρηματαγορές άρχισε ένα χρόνο πριν καταρρεύσει η Lehman Brothers. Είναι έτσι φανερό ότι οι ευθύνες των πολιτικών για την κρίση είναι μεγάλες. Αλλά ο Μπράουν προτιμά να διδαχθεί μαθήματα παρά να αποδώσει ευθύνες. Συντάσσεται καθαρά μ’εκείνους που πιστεύουν ότι η έλλειψη ελέγχου των αγορών τις καθιστά ευάλωτες σε σκαμπανεβάσματα και αποσταθεροποιητικές ροές κεφαλαίων. Εγκωμιάζοντας τον έλεγχο κεφαλαίων που έχει αποφασίσει η Μαλαισία, γράφει: «Για μια μικρή περίοδο, τουλάχιστον, οι έλεγχοι κεφαλαίων μπορούν να εμποδίσουν, ή να περιορίσουν, την ανεξέλεγκτη ροή βραχυπρόθεσμων κεφαλαίων από χώρα σε χώρα».

Ο Μπράουν ήταν ένας υπουργός Οικονομικών που δεν θεωρούσε την οικονομία αυτοσκοπό, αλλά πίστευε ότι στόχος της είναι η ευημερία των πολιτών. Δεν τον ενδιέφερε μόνο ο πληθωρισμός, αλλά και η ανεργία. Υπενθυμίζει τη δέσμευσή του να εξαλείψει τη φτώχεια και να βοηθήσει την Αφρική με τη διαγραφή του χρέους των φτωχότερων χωρών, για την οποία είναι υπερήφανος.

Ο Μπράουν εκφράζει την οργή του για την απληστία των τραπεζιτών. Αν εξέταζε λεπτομερέστερα τις καταχρήσεις των συστημάτων πιστωτικών καρτών και την αρπακτική στάση του συστήματος απέναντι στους λιγότερο μορφωμένους και ενημερωμένους, θα ήταν ακόμη πιο οργισμένος. Αλλά δεν ασχολείται μ’αυτό, σχολιάζει ο Στίγκλιτς. Είναι αλήθεια ότι τιτλοφορεί το τελευταίο του κεφάλαιο «Οι αγορές χρειάζονται ήθος». Θα συμφωνεί όμως ασφαλώς πως όταν το ήθος αυτό δεν υπάρχει, πρέπει να παίρνει τη θέση του ο έλεγχος.

Εξακολουθεί να γίνεται συζήτηση για το αν πολιτική του Μπράουν ήταν αποτελεσματική. Ο Στίγκλιτς πιστεύει ότι αν δεν είχε εφαρμοστεί η κεϊνσιανή πολιτική που προώθησε, η κρίση θα ήταν ακόμη βαθύτερη. Και αυτό πρέπει να του αναγνωριστεί.