Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα χαρακτήρισε σήμερα «βαθιά λυπηρή» την εκτέλεση του Κλέιτον Λόκετ που έγινε στην Οκλαχόμα και ξεσήκωσε σάλο, καθώς ο θανατοποινίτης υπέφερε επί τουλάχιστον 40 λεπτά προτού να ξεψυχήσει από καρδιακή προσβολή.

«Αυτό που συνέβη στην Οκλαχόμα είναι πολύ ανησυχητικό», είπε ο Ομπάμα, σημειώνοντας ότι θα ζητήσει από τον υπουργό Δικαιοσύνης να εξετάσει το θέμα.

Ορισμένα εγκλήματα είναι τόσο ακραία που δικαιολογούν την επιβολή της θανατικής ποινής, υποστήριξε ο Αμερικανός πρόεδρος, επισημαίνοντας όμως ότι η περίπτωση του Λόκετ εγείρει «ουσιαστικά ερωτήματα όσον αφορά τον τρόπο» με τον οποίο γίνονται οι εκτελέσεις, συνέχισε.

Ο 38χρονος Λόκετ είχε καταδικαστεί σε θάνατο για το βιασμό και τη δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας το 1999. Λίγα λεπτά αφότου του έγινε η ένεση με το θανατηφόρο διάλυμα «τον έπιασαν σπασμοί, σήκωνε το κεφάλι και το στήθος από το τραπέζι της εκτέλεσης, έτρεμε, κούναγε το κεφάλι και γρύλιζε ακατανόητες λέξεις», αφηγήθηκε ένας δημοσιογράφος, ο Γκρέιαμ Μπριούερ, που ήταν παρών στην εκτέλεση. Η εκδοχή του Μπριούερ επιβεβαιώθηκε εν μέρει από τις σωφρονιστικές αρχές.

Ο διευθυντής των φυλακών της Οκλαχόμας, Ρόμπερτ Πάτον, διέταξε να σταματήσει η εκτέλεση. Ωστόσο τα τρία διαλύματα είχαν ήδη εγχυθεί στο σώμα του Λόκετ ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή ακριβώς 43 λεπτά μετά την έναρξη της εκτέλεσης. Συνήθως οι εκτελέσεις ολοκληρώνονται μέσα σε 10 λεπτά.

«Όπως έχω πει και στο παρελθόν υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις όπου το έγκλημα είναι τόσο φρικιαστικό που δικαιολογείται η εφαρμογή της θανατικής ποινής, όπως είναι οι ομαδικές δολοφονίες και οι φόνοι παιδιών», είπε ο Ομπάμα, σημειώνοντας όμως ότι έχουν παρατηρηθεί διακρίσεις στην επιβολή της θανατικής ποινής, αλλά και περιπτώσεις στις οποίες «οι κρατούμενοι θανατοποινίτες πήραν χάρη» αφού παρουσιάστηκαν αποδείξεις για την αθωότητά τους.

«Η περίπτωση της Οκλαχόμας απλώς επισημαίνει κάποια από τα σημαντικά προβλήματα. Θα συζητήσω (το θέμα) με τον υπουργό Δικαιοσύνης Έρικ Χόλντερ και με άλλους και θα ζητήσω να μου αναλύσουν τι ενέργειες έχουν γίνει, όχι μόνο για το συγκεκριμένο περιστατικό αλλά ευρύτερα, στον τομέα αυτό», συνέχισε.

«Νομίζω ότι πρέπει, ως κοινωνία, να θέσουμε στους εαυτούς μας ορισμένα δύσκολα ερωτήματα για αυτά τα ζητήματα», κατέληξε ο Αμερικανός πρόεδρος.