Οι ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών επέκτειναν σήμερα τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει κατά του καθεστώτος του Λίβυου ηγέτη, Μουάμαρ Καντάφι, ενώ προχώρησαν σε μια επιπλέον κίνηση υπέρ των εξεγερμένων της Βεγγάζης, ανέφεραν διπλωματικές πηγές στις Βρυξέλλες.

Σύμφωνα με ευρωπαίο διπλωμάτη, το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων και η απαγόρευση της θεώρησης των διαβατηρίων που στοχεύουν ήδη τον συνταγματάρχη Καντάφι, το περιβάλλον του και τις εταιρίες που θεωρούνται ύποπτες ότι χρηματοδοτούν το καθεστώς του, επεκτάθηκαν σήμερα σε ένα ακόμα μέλος του περιβάλλοντος του Καντάφι, καθώς και σε μια λιβυκή αεροπορική εταιρία.

«Η ΕΕ αποφάσισε να εντείνει τις προσπάθειές της να εμποδίσει την πρόσβαση του καθεστώτος του Καντάφι σε πόρους και κεφάλαια και κυρίως τις προσπάθειες να εμποδίσει το καθεστώς να ενισχύσει το στρατιωτικό του οπλοστάσιο και να στρατολογήσει μισθοφόρους», αναφέρει ανακοίνωση που εγκρίθηκε σήμερα από τους ευρωπαίους υπουργούς στις Βρυξέλλες.

Εξάλλου, μια ημέρα μετά τα εγκαίνια από την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάθριν Αστον, γραφείου της ΕΕ στη Βεγγάζη, προπύργιου των αντικαθεστωτικών δυνάμεων, η ΕΕ έκανε μια επιπλέον, συμβολική κίνηση προς του εξεγερμένους που έχουν συσπειρωθεί υπό το Εθνικό Μεταβατικό Συμβούλιο (CNT).

Η απόφαση που εγκρίθηκε σήμερα, χαρακτηρίζει το (CNT) ως «πολιτικό συνομιλητή-κλειδί που αντιπροσωπεύει τις προσδοκίες του λιβυκού λαού», κίνηση που αποτελεί τυπικά αναγνώρισή του από την ΕΕ.

Παρόλο που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ταχθεί από καιρό υπέρ της αναγνώρισης του CNT ως μοναδικού συνομιλητή στη Λιβύη, μόνον η Γαλλία, το Κατάρ, η Ιταλία, η Γκάμπια και η Βρετανία το έχουν κάνει.

Χθες, η Κάθριν Αστον, κατά την επίσκεψή της στη Βεγγάζη, υποσχέθηκε στους εξεγερμένους ότι οι 27 θα τους υποστηρίξουν για όσο χρειαστεί και ζήτησε την αποπομπή του Καντάφι.

Οι υπουργοί διαβεβαίωσαν στις Βρυξέλλες ότι η ΕΕ θ’ ανοίξει πρεσβεία στην Τρίπολη, όπως είχε προγραμματιστεί πριν από την κρίση στη Λιβύη, «μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες».

Οι 27 τονίζουν στη σημερινή απόφασή τους ότι «αναγνωρίζουν την ανάγκη να μελετηθούν οι νόμιμες δυνατότητες προκειμένου να χρησιμοποιηθούν τα λιβυκά περιουσιακά στοιχεία που έχουν παγώσει για να καλυφθούν οι ανθρωπιστικές ανάγκες του λιβυκού λαού».