Ο Μπενιαμίν Νετανιάχου μιλώντας στην αμερικανική τηλεόραση διεμήνυσε ότι στόχος του Ισραήλ με τις επιθέσεις στο Ιράν είναι η αλλαγή καθεστώτος στην Τεχεράνη. Αυτό όμως δεν είναι το ίδιο με την καταστροφή του.

«Η ιρανική κυβέρνηση είναι πολύ αδύναμη και αν δινόταν η ευκαιρία στον λαό, το 80% θα έριχνε αυτούς τους κακοποιούς», είπε στο Fox News. Οι δηλώσεις του αν και προκλητικές δεν απέχουν τρομακτικά από την αλήθεια. Το Ιράν ταλανίζεται από εσωτερικές αναταραχές εδώ και χρόνια, με αποκορύφωμα τις εξεγέρσεις για τη δολοφονία της Μάχσα Αμίνι, επειδή δεν φορούσε χιτζάμπ. Επιπλέον, ο ανώτατος ηγέτης Αλί Χαμενεΐ συνεργάζεται όλο και περισσότερο με πολιτικούς αντιπάλους που έχουν λαϊκό έρεισμα και ζητούν φιλοδυτικές μεταρρυθμίσεις.

Ωστόσο, ο τρόπος που επιχειρείται η αλλαγή δεν συνεπάγεται και την επιτυχία. Αντιθέτως, θα μπορούσε να φέρει σε δύσκολη θέση το Ισραήλ στο μέλλον, όταν ο Νετανιάχου δεν θα βρίσκεται στην εξουσία.

Διαδηλώσεις στο Ιράν για τη δολοφονία της Μάχσα Αμίνι

Ο βετεράνος δημοσιογράφος του Guardian, Peter Beaumont, που έχει ζήσει από κοντά τους πολέμους στη Μέση Ανατολή, έγραψε ότι η ιστορία απέδειξε πως τέτοιες προσπάθειες αποτυγχάνουν. «Ο Νετανιάχου είναι πολύ καλός Ισραηλινός πολιτικός, αλλά δεν έχει επισκεφθεί ποτέ το Ιράν. Οι γνώσεις του για τη χώρα φιλτράρονται μέσα από τις ενημερώσεις των μυστικών υπηρεσιών, οι οποίες βλέπουν το Ιράν ως πρόβλημα και μέσα από τα φιλοϊσραηλινά think tanks», έγραψε σε άρθρο γνώμης.

«Αν οι δηλώσεις του Νετανιάχου φαίνονται τρομακτικά οικείες, είναι επειδή είναι. Ο ίδιος Νετανιάχου και τα γεράκια στις ΗΠΑ, προώθησαν ένα παρόμοιο επιχείρημα κατά την προετοιμασία της εισβολής στο Ιράκ το 2003. “Οι Ιρακινοί τότε -όπως και οι Ιρανοί σήμερα με το θεοκρατικό καθεστώς- θα καλωσόριζαν την απομάκρυνση του Σαντάμ. Η Μέση Ανατολή θα αναδιαμορφωνόταν”. Είδαμε τι έγινε, με τους εμφυλίους, τον ISIS και τα οικονομικά προβλήματα της Αμερικής και όχι μόνο», πρόσθεσε ο Beaumont.

Ο δημοσιογράφος σημείωσε ότι η ουσιαστική αλλαγή καθεστώτος (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στην πράξη) δεν είναι το ίδιο με την καταστροφή του. Όσες χώρες η Δύση επιχείρησε να οικοδομήσει από την αρχή, βυθίστηκαν στο χάος, το οποίο συνεχίζεται μέχρι και σήμερα ή είναι εμφανείς οι συνέπειες του.

Αφγανιστάν, Ιράκ, Υεμένη, Λιβύη είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Επίσης, όσες φορές το Ισραήλ αντέγραψε σε μικρότερη κλίμακα αυτή τη στρατηγική τού γύρισε μπούμερανγκ, με αποτέλεσμα σήμερα να βρίσκεται στη θέση που είναι.

Συγκεκριμένα, το Ισραήλ υποστήριξε τη Χαμάς εναντίον της Φατάχ, μια πολιτική της οποίας οι συνέπειες είναι ορατές στη Γάζα σήμερα. Επίσης, το Ισραήλ υποστήριξε τον στρατό του Νότιου Λιβάνου (SLA) στον Λίβανο, μέχρι την κατάρρευση του SLA εν μέσω της εμφάνισης της Χεζμπολάχ.

Φυσικά, οι δύο παραπάνω οργανώσεις που πολέμησαν ή πολεμούν ακόμη το Ισραήλ υποστηρίχθηκαν και από άλλα μέρη, με το Ιράν να είναι ένα από αυτά. Εντούτοις, γεννήθηκαν εξαιτίας της πολιτικής που εφάρμοσε το ισραηλινό κράτος, το οποίο έδρασε για να προστατέψει τους πολίτες του, που σήμερα στέλνει στον πόλεμο.

Η τωρινή κατάσταση στη Γάζα

Ο Ιρανός συγγραφέας Arash Azizi σχολίασε στο CNN: «Οι Ιρανοί δεν ήταν ποτέ μια γροθιά, όπως περιγράφουν στη Δύση. Μετά την ισλαμική επανάσταση, κομμουνιστές, φιλελεύθεροι, συντηρητικοί και διάφορες φατρίες συγκρούστηκαν για την εξουσία. Αυτή η σύγκρουση συνεχίζεται μέχρι και σήμερα σε διάφορες μορφές. Όσοι Ιρανοί αγωνίζονται ακόμη για την ελευθερία, δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση με τον Νετανιάχου».

Είναι σαφές ότι το Ισραήλ βλέπει την καταστροφή του ιρανικού καθεστώτος ως αυτοσκοπό, χωρίς να ενδιαφέρεται για το μέλλον του Ιράν πέρα από την αποδυνάμωση και την αποσταθεροποίηση ενός περιφερειακού αντιπάλου. Αυτό είναι απολύτως σύμφωνο με τη μακροπρόθεσμη προσέγγιση του Ισραήλ σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως ζήτημα ασφαλείας. Χωρίς να εξετάζει τον αντίκτυπο των πράξεων του στους αντιπάλους όμως, ενδέχεται να θέσει τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός σοβαρότερου κινδύνου στο μέλλον. Και αυτό δεν σημαίνει να μην υπερασπιστεί τον εαυτό του με τον τρόπο που θεωρεί σωστό και να ακούσει τρίτους, αλλά πως ό,τι και να γίνει, ποτέ δεν γίνεται να μην υπάρχει αντίπαλο δέος, έστω και σε ήπια μορφή.