Είναι ακόμη άνοιξη και η Ευρώπη στερεύει. Στην Καταλονία μια εκ των βασικότερων πηγών υδροδότησης «αδειάζει». Σε πολλά χωριά της Γαλλίας η αδυναμία παροχής πόσιμου νερού σε κατοίκους έχει προκαλέσει αντιπαραθέσεις και ο μεγαλύτερος ποταμός της Ιταλίας βρίσκεται ήδη σε χαμηλά επίπεδα του περασμένου Ιουνίου.

Όπως γράφει το Politico, περισσότερο από το ένα τέταρτο της ηπείρου βρίσκεται αντιμέτωπo με ξηρασία από τον Απρίλιο και πολλές χώρες προετοιμάζονται για μια επανάληψη του περυσινού καλοκαιριού, αν όχι για μια χειρότερη κατάσταση.

Μελέτη που χρησιμοποιεί δορυφορικά δεδομένα κατέδειξε πως η Ευρώπη υποφέρει από τη χειρότερη ξηρασία από το 2018. Η άνοδος της θερμοκρασίας ενισχύει το πρόβλημα και η γηραιά ήπειρος φαίνεται να έχει εγκλωβιστεί σε έναν επικίνδυνο σπιράλ, όπου το νερό γίνεται όλο και πιο επισφαλές:

Όσο οι θερμοκρασίες αυξάνονται, τόσο περισσότερη ποσότητα νερού εξατμίζεται και τόσο μειώνονται τα αποθέματα. Επιπλέον η κλιματική αλλαγή αποδυναμώνει τους ευρωπαϊκούς αεροχειμάρρους, άρα τα συστήματα πίεσης αέρα «κολλάνε» και δημιουργούν παρατεταμένες περιόδους ζέστης και ξηρασίας ή ακραίων βροχοπτώσεων, όπως συνέβη στις φονικές πλημμύρες του 2021. Τέλος, ο παγετώνες και η χιονοκάλυψη της Ευρώπης συρρικνώνονται γρήγορα χάρη στην άνοδο της θερμοκρασίας γεγονός που στερεύει σημαντικούς – ζωτικής σημασίας – ποταμούς όπως ο Ρήνος, ο Δούναβης, ο Ροδανός ή ο Πάδος.

«Πριν από μερικά χρόνια θα έλεγα πως έχουμε επάρκεια νερού στην Ευρώπη. Τώρα φαίνεται ότι βρισκόμαστε αντιμέτωποι με προβλήματα»,  ανέφερε ο Τόρστεν Μάιερ Γκερ, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.

Και τα στοιχεία για το μέλλον είναι δυσοίωνα. Όπως προκύπτει από τις έρευνες, λόγω της κλιματικής αλλαγής, τα ακραία κύματα καύσωνα, με ρεκόρ θερμοκρασίων και ξηρασιών, αναμένεται να αυξηθούν το επόμενο διάστημα. Οι επιπτώσεις θα είναι ιδιαίτερα καταστροφικές για χώρες που είναι λιγότερο προετοιμασμένες, ωστόσο «κανείς και πουθενά», όπως υπογραμμίζουν οι επιστήμονες, δεν θα πρέπει να αισθάνεται ασφαλείς από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.

Όπως αναφέρει το Politico για τις τρέχουσες συνθήκες, ακόμη και εάν τις επόμενες εβδομάδες υπάρξουν βροχές, αυτές δεν θα μπορούσαν να αναπληρώσουν τις μεγάλες απώλειες στα υπόγεια και επιφανειακά αποθέματα υδάτων. Ο χειμώνας που πέρασε ήταν αρκετά άνυδρος και δεν προσέφερε την αναγκαία ανακούφιση, ιδιαίτερα στις περιοχές που έχουν χτυπηθεί περισσότερο.

Η Γαλλία για παράδειγμα δεν είχε ούτε μια βροχή για 30 συνεχόμενες ημέρες τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο, με τα δεδομένα να δείχνουν πως πέρασε τον πιο ξηρό χειμώνα της εδώ και 60 χρόνια. Το ερευνητικό ίδρυμα CIMA της Ιταλίας κατέγραψε μια μείωση 64% στις χιονοπτώσεις μέχρι τα μέσα Απριλίου. Ο ποταμός Πάδος έχει φτάσει ήδη στα επίπεδα του περυσινού Ιουνίου και το καλοκαίρι απέχει ακόμη δύο μήνες. Η στάθμη της λίμνης Γκάρντα  βρίσκεται ήδη κάτω από το μισό.

Οι χειμερινές βροχοπτώσεις είναι ζωτικής σημασίας, ιδιαίτερα για τις χώρες της μεσογείου, μία από τις πιο ευαίσθητες περιοχές στα φαινόμενα της κλιματικής κρίσης. Οι όποιες ανοιξιάτικες βροχές δεν πρόκειται να αντιστρέψουν τα φετινά αρνητικά δεδομένα.

Σύμφωνα με τους ειδικούς για μια αναστροφή του καταστροφικού σπιράλ θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον μια δεκαετία ισχυρών βροχοπτώσεων. Μια τέτοια εξέλιξη ωστόσο, βάσει και των συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί από την κλιματική αλλαγή, δεν προβλέπεται. Ακόμα και για τη Γερμανία, η πρόβλεψη της εθνικής μετεωρολογικής υπηρεσίας, είναι πως οι βροχοπτώσεις θα μειωθούν αντί να αυξηθούν κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας.

Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, όμως πρόκειται για ένα περίπλοκο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, καθώς κρίσιμο ρόλο έχει και η κακή διαχείριση και η υπερκατανάλωση. Ήδη η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Γερμανία, αλλά και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, έχουν καταρτίσει μια σειρά σχεδίων για τη διαχείριση των υδάτων. Ωστόσο οι επικριτές τα χαρακτηρίζουν «πολύ λίγα» και η ιεράρχηση της παροχής του νερού ανά τομέα (γεωργία, βιομηχανία, τουρισμός), αναδεικνύεται σε μείζον πολιτικό ζήτημα.

Η ξηρασία «θα είναι μια από τις κεντρικές πολιτικές και εδαφικές συζητήσεις της χώρας μας τα επόμενα χρόνια», δήλωσε ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ την περασμένη εβδομάδα. Η ισπανική ένωση αγροτών έστειλε μήνυμα: Για φέτος, σε τέσσερις ολόκληρες περιοχές, θα πρέπει να ξεχάσουμε ορισμένα σιτηρά. Ειδικός προέβλεψε επίσης στην El Pais πως για φέτος δεν θα πρέπει να υπολογίζουμε σχεδόν σε ολόκληρη τη συγκομιδή ελιάς.

Στη βόρεια Βαρκελώνη, τα αποθέματα στην τεχνητή λίμνη Sau έχουν πέσει σε τόσο χαμηλά επίπεδα που οι αρχές αποφάσισαν να απομακρύνουν κατά το δυνατόν τα ψάρια για να αποφύγουν τη μόλυνση του νερού από ενδεχόμενη ασφυξία τους. Σε ολόκληρη την Καταλονία, οι ταμιευτήρες βρίσκονται μόλις στο 27%  τον Απρίλιο, ενώ οι προβλέψεις αναφέρουν πως η Ισπανία, την επόμενη εβδομάδα, θα αντιμετωπίσει ένα πρώιμο κύμα καύσωνα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις αξιωματούχων, τα αποθέματα νερού στην Ισπανία, αλλά και στη Γαλλία, θα μπορούσαν να περιοριστούν έως και κατά 40% έως το 2050.

Αυτό το καλοκαίρι αναμένεται ιδιαίτερα δύσκολο για την Ισπανία, τη Νότια Πορτογαλία, την Ιταλία και τη Γαλλία. Όπως προειδοποιήσεις σχετικά με συνθήκες ξηρασίας υπάρχουν και για την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, ακόμα και την Πολωνία. Από το τραπέζι δεν απουσιάζουν ούτε η Γερμανία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Οι τομείς που έχουν πληγεί ιδιαίτερα από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης αναζητούν απαντήσεις στις τρέχουσες αλλά και τις επικείμενες ελλείψεις.