Μονάχα με τα άκρως απαραίτητα κυβερνητικά στελέχη θα ταξιδέψει το πρώτο δεκαήμερο του Νοεμβρίου στη μακρινή Σαγκάη ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προκειμένου να παραστεί στην Διεθνή Έκθεση Εισαγωγών της Κίνας (China International Import Expo – CIIE), μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές εκθέσεις παγκοσμίως, όπου τιμώμενη χώρα θα είναι η Ελλάδα.

Η εντολή που έχει δώσει στους συνεργάτες του είναι ξεκάθαρη: «Κανείς να μην επιχειρήσει να ενταχθεί στην αποστολή εάν δεν έχει δουλειά», θέλοντας με αυτό τον τρόπο να δείξει ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί τα φαινόμενα προηγούμενων κυβερνήσεων που έπαιρναν μαζί τους έναν συφερτό στελεχών σε τέτοια αξιοζήλευτα ταξίδια μόνο και μόνο για να κάνουν δωρεάν διακοπές με χρήματα του ελληνικού δημοσίου.

Έτσι, μπορεί μεν να συνοδεύσουν τον πρωθυπουργό πάνω από 100 ισχυροί επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται εντός και εκτός συνόρων, αλλά από κυβερνητικά πρόσωπα μαθαίνουμε ότι θα βρίσκονται στο αεροσκάφος μονάχα η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο υφυπουργός για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια Κώστας Φραγκογιάννης και ο γενικός γραμματέας Τουριστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης Κωνσταντίνος Λούλης – ο δε υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης θα μεταβεί στην αχανή χώρα κάποια στιγμή τους προσεχείς μήνες.

Στην πόλη της Σαγκάης (ο πληθυσμός της οποίας είναι υπερδιπλάσιος από της Ελλάδος αφού ξεπερνάει τα 24,3 εκατομμύρια) ο κ. Μητσοτάκης θα έχει συνάντηση με τον 66χρονο πρόεδρο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Σι Τζινπίνγκ όπου φυσικά το κύριο θέμα της συζήτησης θα είναι οι επενδύσεις μεταξύ των δύο χωρών και η περαιτέρω σύσφιξη των οικονομικών σχέσεων.

Παράλληλα θα καθοριστούν οι λεπτομέρειες της επίσημης επίσκεψης του Κινέζου προέδρου στην Αθήνα το 2020.

Την έκθεση που θα διαρκέσει από τις 5 έως τις 10 Νοεμβρίου αναμένεται να επισκεφθούν πάνω από 400.000 εμπορικοί αντιπρόσωποι απ’ όλο τον κόσμο, ενώ στο περιθώριό της θα πραγματοποιηθεί το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Σαγκάης με επίτιμο ομιλητή και πάλι τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ο πρωθυπουργός θα έχει την ευκαιρία να αναπτύξει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης, να δώσει έμφαση στο νέο επενδυτικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί και να τονίσει ότι η περίοδος της βαθιάς δημοσιονομικής κρίσης έχει αρχίσει να εκλείπει.