Με αφορμή την εντολή του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά να βρίσκονται την Μεγάλη Πέμπτη όλοι οι υπουργοί στα γραφεία τους για να προετοιμάσουν την υλοποίηση των προαπαιτούμενων που πρόσφατα ψηφίστηκαν από τη Βουλή, το Έθνος υπενθυμίζει την ιστορία αναγνώστη ο οποίος την περίοδο 2004-2009 είχε θέση σε κυβερνητικό πόστο, και αναφέρει το πως έγινε η Μεγάλη Πέμπτη ημιαργία από την κυβέρνηση Καραμανλή.

Όπως αναφέρει η εφημερίδα, παραμονές του Πάσχα το 2004, λίγο μετά την εκλογή του Κώστα Καραμανλή στη θέση του πρωθυπουργού, σε παραγωγικό υπουργικό γραφείο όπου γινόταν η ανάλυση της στρατηγικής που θα έπρεπε να ακολουθήσει ο κ. Καραμανλής, χτύπησε την πόρτα η εκπρόσωπος των εργαζομένων στο υπουργείο.

Όταν τη δέχθηκε ο υπουργός, σύμφωνα με το δημοσίευμα, εκείνη του είπε: «Πρέπει να υπογράψετε απόφαση ότι αύριο, Μεγάλη Πέμπτη, είναι ημιαργία και οι εργαζόμενοι πρέπει να έχουν φύγει μέχρι τις 12 το μεσημέρι». «Γιατί;», ρώτησε ο υπουργός. «Μα είναι Μεγάλη Πέμπτη και οι υπάλληλοι πρέπει να πάνε νωρίς στο σπίτι τους για να βάψουν τα πασχαλινά αβγά», απάντησε η εκπρόσωπος.

Ο υπουργός ζήτησε λίγο χρόνο για να σκεφτεί το αίτημα της και μόλις έφυγε η εκπρόσωπος των εργαζομένων, ρώτησε τον συνάδελφό του: «Τώρα τι κάνουμε;». Εκείνος του απάντησε ότι δεν θα ήταν ενθαρρυντικό δείγμα γραφής να υπογράψει ως πρώτη υπουργική απόφαση την ημιαργία της Μεγάλης Πέμπτης.

«Για ρώτα τους άλλους, τι θα κάνουν;», τον συμβούλευσε. Το αποτέλεσμα, ήταν να οριστεί η Μεγάλη Πέμπτη ως ημιαργία και συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια.