Αυλαία σήμερα για το θέμα της διεξαγωγής του διαγωνισμού των τηλεοπτικών αδειών καθώς δημοσιεύθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η απόφαση με την οποία κρίνεται αντισυνταγματικός ο νόμος Παππά.

Η απόφαση (95/2017) η οποία αριθμεί περισσότερες από 50 σελίδες εκφωνήθηκε από τον πρόεδρο του Ανώτατου Δικαστηρίου και προβλέπει ότι αρμόδιο για τη ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου είναι το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο καθώς ο νόμος 4339/15 στο σκέλος που έδωσε την αρμοδιότητα για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών στον υπουργό Επικρατείας (αρ. 2) είναι αντισυνταγματικός.

Όπως εκτιμούν νομικοί κύκλοι η απόφαση του ΣτΕ θα αποτελέσει αφετηρία για να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη οι καναλάρχες διεκδικώντας αποζημιώσεις για ηθική βλάβη.

Το σκεπτικό της απόφασης

Όπως αναφέρεται στην επίμαχη απόφαση, «στο άρθρο 15 του Συντάγματος προβλέπεται η αποκλειστική αρμοδιότητα του ΕΣΡ για έλεγχο και επιβολή κυρώσεων στους τηλεοπτικούς σταθμούς. Δεν δύναται όμως να συναχθεί ότι η αρμοδιότητα του ΕΣΡ εξαντλείται κατά το Σύνταγμα στην έκδοση μόνο ατομικών διοικητικών πράξεων, η επιβολής κυρώσεως στους σταθμούς, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα είναι φορέας άμεσου ελέγχου των τηλεοπτικών σταθμών και στο προγενέστερο της ενάρξεως λειτουργίας αυτών στάδιο, δηλαδή στο στάδιο της χορήγησης των αδειών. Άρα, στις αρμοδιότητες του ΕΣΡ περιλαμβάνεται και η όλη διαδικασία, η οποία θα καταλήξει στη χορήγηση της άδειας».

Επιπλέον, σχετικά με τις αρμοδιότητες του ΕΣΡ τονίζεται ότι: «Από το γεγονός ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης δεν προέβλεψε επικουρικό μηχανισμό για την επιλογή των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών δεν μπορεί να συναχθεί ότι το Σύνταγμα ανέχεται, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία των 4/5 στη Διάσκεψη των Προέδρων, οι αρμοδιότητες οι οποίες κατά το Σύνταγμα πρέπει να ασκούνται από Ανεξάρτητη Αρχή, να μεταβιβαστούν από τον κοινό νομοθέτη σε άλλα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Διαφορετικά εμμέσως το Σύνταγμα παραβιάζεται. Δεν μπορεί όμως σε καμία περίπτωση η εκ πλαγίου παραβίαση του Συντάγματος να θεραπευθεί με άλλη ευθεία πλέον παραβίαση του, τέτοια δε παραβίαση θα συνιστούσε η πλήρης παράκαμψη αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής που προβλέπεται ρητώς από το σύντάγμα. Συνεπώς έως ότου συγκροτηθεί Ανεξάρτητη Αρχή (ΕΣΡ) οι αρμοδιότητες αυτής δεν μπορεί να ασκηθούν από άλλα όργανα ακόμη και όταν η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών επιβάλλεται για την επίτευξη σκοπών, στη θεραπεία των οποίων αποβλέπουν, άλλες συνταγματικές διατάξεις. Το γεγονός ότι έχουν ενδεχομένως αναληφθεί από το ελληνικό κράτος διεθνείς υποχρεώσεις δεν απαλλάσσει το νομοθέτη ή την εκτελεστική εξουσία κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της από την υποχρέωση τήρησης των συνταγματικών διατάξεων όπως είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές.

Με τον νόμο 4339/2015 με τον οποίο ανατέθηκαν οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης στον αρμόδιο υπουργό, αντίκειται στο άρθρο 15, παρ. 2 του Συντάγματος».

Οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν στο σκεπτικό τους ότι «κατά το άρθρο 15 του Συντάγματος το ΕΣΡ συγκροτείται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την αντικειμενικότητα, την αμεροληψία και την πολυφωνία στη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών αλλά και από πρόσωπα με ανάλογα με την αποστολή του προσόντα. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές ότι: 1. Καθίσταται υποχρεωτική η σύμπραξη του ΕΣΡ στην άσκηση αρμοδιοτήτων, με τις οποίες σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλες ανεξάρτητες αρχές όπου αυτό απαιτείται λόγω της τεχνικής φύσεως των τειθεμένων ζητημάτων, καθορίζονται οι όροι λειτουργίας και αδειοδοτήσεων μεταξύ άλλων και των τηλεοπτικών σταθμών. 2. Σε περίπτωση επιλογής του συστήματος της κατόπιν διαγωνισμού χορηγήσεως των αδειών λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών καθίσταται υποχρεωτική η διενέργεια αποκλειστικώς από το ΕΣΡ της σχετικής διαγωνιστικής διαδικασίας».

Ως προς το έννομο συμφέρον των καναλιών να προσφύγουν στο ΣτΕ ώστε να ακυρωθούν οι διοικητικές πράξεις η Ολομέλεια αναφέρει ότι:

«Οι τηλεοπτικοί σταθμοί που διατηρούν επιχείρηση παροχής τηλεοπτικών υπηρεσιών και προτίθενται κατά τους ισχυρισμούς τους να λάβουν μέρος στη διαγωνιστική διαδικασία που θα διενεργηθεί σύμφωνα με το νόμο 4339/2015 έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις οι οποίες εκδόθηκαν βάσει του εν λόγω νόμου. Συνεπώς, με έννομο συμφέρον άσκησαν την αίτηση ακύρωσης».

Η απόφαση του ΣτΕ ελήφθη με πλειοψηφία 14- 11 με την μειοψηφία να υποστηρίζει μεταξύ των άλλων ότι οι τηλεοπτικές εταιρείες «στερούνται εννόμου συμφέροντος για την άσκηση των κρινομένων αιτήσεων ακυρώσεως». Και αυτό, «γιατί κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης και της κατάθεσης της προσφυγής τα τηλεοπτικά κανάλια δεν λειτουργούσαν νομίμως, όπως αβασίμων ισχυρίζονται».