Πίσω από τα λαμπερά φώτα και τη θετική ενέργεια που εκπέμπει η Μαρίζα Ρίζου στη σκηνή, κρύβεται μια οικογενειακή ιστορία γεμάτη από τις κλασικές ανησυχίες μιας ελληνικής οικογένειας.
Όταν η τραγουδίστρια αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το τραγούδι, οι γονείς της ήρθαν αντιμέτωποι με τους μεγαλύτερους φόβους τους, βυθισμένοι σε στερεότυπα που ήθελαν τον καλλιτεχνικό χώρο συνδεδεμένο με σκοτεινά μονοπάτια.
«Είχαν στο μυαλό τους ότι το παιδί αν γίνει μουσικός, θα το βρούμε στην Ομόνοια, μαχαιρωμένο, από ναρκωτικά, σίγουρα θα γίνει κάτι πολύ κακό. Στερεότυπα. Οπότε προσπαθούσαν λίγο να το κινήσουν ώστε να μην πάει εκεί η κατεύθυνση», εξομολογήθηκε η ίδια, περιγράφοντας τις πρώτες αντιδράσεις τους όσο εκείνη σπούδαζε και δούλευε σε διαφημιστική.
Παρά τις επιφυλάξεις τους όμως, η στήριξή τους –κυρίως η οικονομική– ήταν αυτή που της επέτρεψε να αφοσιωθεί στις σπουδές της και τη μουσική, χωρίς να χρειαστεί να αναζητήσει μεροκάματο στην εστίαση.
Η αγωνία του πατέρα και η «καταφυγή» στο αλκοόλ
Η αποδοχή της επιλογής της δεν σήμαινε απαραίτητα και το τέλος της αγωνίας τους. Αντιθέτως, η ανησυχία για το αν η κόρη τους θα είχε κόσμο στα μαγαζιά ή αν θα απογοητευόταν από μια αποτυχία, οδηγούσε τον πατέρα της σε ακραίες συμπεριφορές.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εκπομπή των Rainbow Mermaids, η δημοφιλής καλλιτέχνιδα αποκάλυψε μια άγνωστη πτυχή των εμφανίσεών της: ο πατέρας της, αν και δεν πίνει, κατέληγε «λιάρδα» από το καθαρό άγχος του.
«Ερχόταν οριακά μεθυσμένος στο live από το άγχος του για το αν θα έχει κόσμο. Ήταν πολύ αγχωμένος. Και μετά έβλεπε κόσμο και χαιρόταν και μετά έπινε πιο πολύ. Έφευγε λιάρδα από το live, γιατί δεν την πάλευε. Αγχωνόταν τι θα γίνει, μη στενοχωρηθεί το παιδί», περιέγραψε η Μαρίζα Ρίζου, δίνοντας μια ανθρώπινη και συγκινητική διάσταση στη σχέση τους.
Η ταμπέλα της «χαρούμενης» και ο Κωστής Μαραβέγιας
Πέρα από τα οικογενειακά, η τραγουδίστρια μίλησε και για τη σύγκριση που τη συνόδευε στα πρώτα της βήματα στην καριέρα της, όταν πολλοί την αποκαλούσαν «θηλυκό Μαραβέγια». Όπως εξήγησε, αυτή η σύνδεση με τον Κωστή Μαραβέγια προέκυψε επειδή και οι δύο πρόβαλλαν τότε μια πιο επιφανειακή, «χρωματιστή» και χαρούμενη πλευρά της τέχνης τους.
Η ίδια ένιωθε συχνά να πιέζεται από αυτή την εικόνα, αναζητώντας περισσότερη ειλικρίνεια στην επικοινωνία της με τον κόσμο. «Εκεί ήταν η πρώτη φορά που άρχισα να “πνίγομαι” και να λέω “μα είναι ψέματα”. Κι εγώ με την αλήθεια, ευτυχώς ή δυστυχώς, έχω μία σχέση πολύ στενή», κατέληξε, υπογραμμίζοντας πως με τον χρόνο τόσο η ίδια όσο και ο συνάδελφός της εξέλιξαν το ρεπερτόριό τους, αποκτώντας το δικό τους, ξεχωριστό βάθος.