Η παρατεταμένη αναζωογόνηση, το να μπαίνουν δηλαδή οι βιολογικές διεργασίες ενός οργανισμού σε αναμονή, θεωρούνταν για αρκετά μεγάλο διάστημα αποκύημα της επιστημονικής φαντασίας.

Το ενδιαφέρον γύρω από αυτόν τον τομέα άρχισε να ανθίζει τη δεκαετία του 1950, όταν η NASA άρχισε να χρηματοδοτεί βιολογικές έρευνες, για να δει αν οι άνθρωποι θα μπορούσαν να μπουν σε μια κατάσταση τεχνητής διατήρησης. Σε αυτήν την κατάσταση, ήλπιζαν, ότι οι αστροναύτες θα μπορούσαν να προστατευτούν από τις επικίνδυνες κοσμικές ακτίνες του διαστήματος. Επιπλέον, θα απαιτούνταν λιγότερα τρόφιμα, νερό και οξυγόνο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, όπως αναφέρει άρθρο που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα mosaicscience.com.

Ένας από τους ερευνητές που έλαβε χρηματοδότηση ήταν ο James Lovelock. Ο Lovelock έκανε παγόλουτρα σε ποντίκια μέχρι που το σώμα τους πάγωνε. Όταν δε μπορούσε πια να ανιχνεύσει καρδιακό παλμό, τα «ζωντάνευε» ξανά, τοποθετώντας ένα ζεστό κουταλάκι στο στήθος τους.

Τα πειράματα αυτά γύρω από την ευελιξία της ζωής τού άνοιξαν το δρόμο για το πιο διάσημο έργο του, την «υπόθεση της Γαίας».

«Η θεωρία της Γαίας είναι μια κατηγορία επιστημονικών μοντέλων της γεωβιόσφαιρας σύμφωνα με τα οποία η ζωή υποθάλπει και διατηρεί τις κατάλληλες συνθήκες για τον εαυτό της βοηθώντας στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος στην Γη κατάλληλου για την διατήρηση και τη συνέχεια της. Ο Lovelock υπέθεσε ότι η ζωντανή ουσία του πλανήτη λειτουργεί ως ένας μοναδικός οργανισμός και έδωσε στο αυτοδιαχειριζόμενο αυτό ζωντανό σύστημα το όνομα της ελληνίδας θεάς Γαίας, μετά από πρόταση του συγγραφέα William Golding» αναφέρει η Wikipedia.

Το 1900 το British Medical Journal δημοσίευσε μια έρευνα γύρω από κάποιους ρώσους αγρότες, οι οποίοι –όπως ισχυριζόταν ο συγγραφέας της έρευνας- μπορούσαν να πέσουν σε χειμερία νάρκη.

Ζώντας σε μια περιοχή με ελάχιστη τροφή, οι κάτοικοι στη βορειοανατολική περιοχή Pskov της Ρωσίας κλείνονταν σε εσωτερικούς χώρους με τις πρώτες νιφάδες χιονιού γύρω από μια σόμπα και έπεφταν σε κατάσταση βαθύ ύπνου, που ονόμαζαν «lotska».

Σηκώνονταν μία φορά την ημέρα για να φάνε λίγο ξερό ψωμί με νερό και να προσθέσουν ξύλα στη φωτιά εναλλάξ και ξυπνούσαν εντελώς όταν έμπαινε η άνοιξη.

Κι ενώ μπορεί από τότε να μην υπάρχουν άλλα στοιχεία για τους αγρότες της Pskov, το ενδιαφέρον γύρω από την ανθρώπινη αδρανοποίηση και χειμερία νάρκη εξακολουθεί να υπάρχει.

Έναν αιώνα μετά στη Νορβηγία, η Anna Bågenholm κάνοντας σκι με δύο ακόμη φίλους της χτύπησε το κεφάλι της και έπεσε σε ένα παγωμένο ρυάκι, ενώ το σώμα της παγιδεύτηκε κάτω από τον πάγο. Όταν έφτασαν οι διασώστες στο σημείο η Anna βρισκόταν ήδη 80 λεπτά μέσα στο παγωμένο νερό και η καρδιά και η αναπνοή της είχαν σταματήσει. Οι γιατροί που πήραν τη θερμοκρασία του σώματός της κατέγραψαν ότι είχε πέσει στους 13.7 βαθμούς Κελσίου.

Αφού ζέσταναν πολύ προσεκτικά και πάλι το σώμα της και έχοντας παραμείνει για δέκα ημέρες στη μονάδα εντατικής θεραπείας η Anna ξύπνησε και τελικά κατάφερε να ξεφύγει εντελώς από το θάνατο.

Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ο ανθρώπινος οργανισμός δε θα μπορούσε να αντέξει ούτε μερικά λεπτά μέσα σε παγωμένο νερό. Όμως η Anna για κάποιο λόγο άντεξε και το κρύο τη «διατήρησε».

Η θεραπευτική υποθερμία χρησιμοποιείται συχνά στα νοσοκομεία. Η πτώση της θερμοκρασίας του σώματος επιβραδύνει τη μεταβολική λειτουργία περίπου 5-7% για κάθε βαθμό Κελσίου που πέφτει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται ο ρυθμός με τον οποίο ο οργανισμός καταναλώνει τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία, όπως το οξυγόνο. Οι ιστοί που μπορεί να επηρεαστούν από την έλλειψη οξυγόνου, εξαιτίας της μειωμένης κυκλοφορίας του αίματος, ή από καρδιακή προσβολή, προστατεύονται.

Στη θεωρία, αν η θερμοκρασία του σώματος συνεχίζει να πέφτει, ο οργανισμός θα πέσει σε κατάσταση ακινητοποίησης, σε «αναστολή λειτουργίας» και αρκεί λίγη θερμότητα για να επανέλθει και πάλι.

Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η υποθερμία είναι μια επικίνδυνη κατάσταση.

Ο καθηγητής Rob Henning και η ερευνητική του ομάδα από το Τμήμα Κλινικής Φαρμακολογίας στο πανεπιστήμιο του Groningen προσπαθούν να ανακαλύψουν τα μυστικά που κρύβονται πίσω από τη χειμερία νάρκη.

Πολλά ζώα μπορούν να επιβραδύνουν το μεταβολισμό τους και να μπουν σε κατάσταση «χαμηλών ενεργειακών αναγκών». Ωστόσο, προτού μπουν σε κατάσταση χειμερίας νάρκης τρώνε πάρα πολύ, πλησιάζοντας την παχυσαρκία. Βέβαια, σε αντίθεση με τους ανθρώπους, αυτό δεν οδηγεί σε σκλήρυνση των αρτηριών τους που οδηγεί σε καρδιακές ασθένειες.

Ένας άνθρωπος θα μπορούσε να παραμείνει ξαπλωμένος στο κρεβάτι για μια εβδομάδα προτού οι μύες του αρχίσουν να ατροφούν και να δημιουργούνται θρόμβοι στο αίμα. Τα ζώα που πέφτουν σε χειμερία νάρκη μπορούν να αντέξουν πολλούς μήνες χωρίς να κινούνται.

Τα κοινά χαρακτηριστικά που μοιράζονται διαφορετικά είδη που πέφτουν σε χειμερία νάρκη, ίσως να σημαίνει ότι αυτά τα είδη έχουν κληρονομήσει κάποια κομμάτια των προστατευτικών μηχανισμών που εμφανίζουν απέναντι στο κρύο, την αδράνεια, την ασιτία και την ασφυξία από κοινούς προγόνους.

Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι ίσως και ο άνθρωπος, σε κάποιο βαθμό να έχει κάποιες από αυτές τις ικανότητες.

Για μεγάλο διάστημα, δεν υπήρχαν στοιχεία που να δείχνουν ότι τα πρωτεύονται μπορούν να πέσουν σε χειμερία νάρκη. Όμως το 2004, ένα είδος λεμούριου από τη Μαδαγασκάρη ασκούσε τακτικά πρακτικές νάρκης.

«Αν κοιτάξει κανείς τους λεμούριους και τον άνθρωπο, θα δει ότι μοιραζόμαστε τα ίδια γονίδια σε ποσοστό 98%. Θα ήταν πολύ περίεργο τα εργαλεία της χειμερίας νάρκης να υπήρχαν όλα συγκεντρωμένα στο υπόλοιπο 2%» ανέφερε ο διδακτορικός ερευνητής Edwin de Vrij από την ομάδα του Henning.

Στο μέλλον η «αναστολή λειτουργίας» και η τεχνητή αναζωογόνηση θα μπορούσαν να επεκταθούν σε όσους έχουν υποστεί καρδιακή προσβολή ή έχουν εκτεθεί σε δηλητήρια, ή οποιαδήποτε άλλη κρίσιμη κατάσταση στην οποία ο χρόνος αποτελεί πολύ κρίσιμο παράγοντα.

«Η ψύξη είναι το πιο ισχυρό εργαλείο καταστολής του μεταβολισμού που διαθέτουμε. Αν μπορέσουμε είτε να μειώσουμε τις ανάγκες των ιστών ή αν βελτιώσουμε την παροχή οξυγόνου στους ιστούς, τότε όλα θα είναι καλά» ανέφερε ο καθηγητής και αναπληρωτής διευθυντής στο Safar Center for Resuscitation Research του Πίτσμπουργκ, Sam Tisherman.

«Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε δεν είναι να παγώσουμε έναν ήδη νεκρό, αλλά να κερδίσουμε χρόνο για να σώσουμε έναν ζωντανό» πρόσθεσε.