Θυμωμένοι που δεν εφαρμόζεται η αντικαπνιστική νομοθεσία στην Ελλάδα δηλώνουν επτά στους 10 πολίτες, επισημαίνοντας στη συντριπτική πλειονότητά τους ότι αυτό που συμβαίνει με το κάπνισμα στα καταστήματα εστίασης και διασκέδασης αποτελεί πολιτισμική υποβάθμιση της χώρας.

Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από τα στοιχεία πρόσφατης πανελλαδικής έρευνας σχετικά με το κάπνισμα στην Ελλάδα, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2017 από την εταιρεία ερευνών ΚΑΠΑ Research, για λογαριασμό του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος. Από την ίδια έρευνα προκύπτει ότι ο αριθμός των καπνιστών έχει μειωθεί κατά 27,1% στο διάστημα περίπου μίας δεκαετίας, συμπεριλαμβανομένων και των ευκαιριακών καπνιστών, ενώ καταγράφεται και μείωση κατανάλωσης τσιγάρων, που από το 2007 μέχρι το 2016 φτάνει στο 49%.

Όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο, συμπερασματικά τα δεδομένα δείχνουν πως «για πρώτη φορά, το “θηρίο” του καπνίσματος που παλεύουμε πολλά χρόνια, το νικάμε (πλέον), ότι το “θηρίο” άρχισε να τιθασεύεται σε μια χώρα που επί δεκαετίες βρισκόταν στην κορυφή μιας αρνητικά φορτισμένης κατάταξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης» σημειώνει ο πνευμονολόγος Παναγιώτης Μπεχράκης, διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας και επικεφαλής των δράσεων SmokeFreeGreece, που μίλησε στο ραδιόφωνο του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM».

Σύμφωνα με τον ίδιο, το σημαντικότερο δεδομένο που εμφανίστηκε μέσα από την έρευνα είναι πως διαφορετικά πλέον είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των αντιδράσεων της ελληνικής κοινωνίας.

Από την κυριαρχία των καπνιστών στον «θυμό» για τα καταστήματα διασκέδασης

Στο πλαίσιο των δράσεων ιδιωτικών πρωτοβουλιών ο κ. Μπεχράκης εστίασε και στην «προσπάθεια που γίνεται εδώ και περίπου μία δεκαετία, οργανωμένη, επιστημονική, μεθοδευμένη και επίμονη, (σ.σ η αναφορά γίνεται για ιδιωτική παρέμβαση με βασική χρηματοδότηση της είναι από το Behrakis Foundation της Βοστόνης) στα σχολεία κυρίως», μια προσπάθεια που «αναπτύσσεται σε περίοδο μεγαλύτερη της οκταετίας» και πρόσφατα έχει ενισχυθεί «και από δύο προγράμματα ΕΣΠΑ τα οποία έτρεξαν επιτυχώς προς αυτή την κατεύθυνση».

Σύμφωνα με τον κ. Μπεχράκη, συνολικά οι αντικαπνιστικές ενέργειες έχουν, και οφείλουν να έχουν, ως στόχο πρωτίστως τους μαθητές, ενώ είναι ιδιαίτερα θετικό το ότι έχουν «αγκαλιαστεί πάρα πολύ από το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας, τους μαθητές αλλά και τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης». «Δεν είναι το κάπνισμα κάτι που θα περίμενε κάποιος να λυθεί γυρνώντας ένα διακόπτη, κάνουμε αυτά που η επιστήμη επιβάλλει να κάνουμε» σημειώνει ο Έλληνας καθηγητής πανεπιστημίου.

«Περίπου 70% των Ελλήνων αναφέρουν θυμό για τη μη εφαρμογή της (αντικαπνιστικής) νομοθεσίας στους δημόσιους χώρους και πάνω από το 90% των Ελλήνων πιστεύει ότι η παρέμβαση που γίνεται στα σχολεία καλό είναι να ενισχυθεί και να συνεχιστεί, καθώς το κλίμα έχει αλλάξει σημαντικά» σημειώνει ο κ. Μπεχράκης, που τονίζει πως τα αποτελέσματα των δράσεων του κρατικού μηχανισμού, αλλά και των ιδιωτικών πρωτοβουλιών «τώρα γίνονται τελείως ορατά».

Το 90% των καπνιστών παράγεται πριν τα 20 έτη

Στο μεταξύ, η ποσοστιαία μείωση των καπνιστών «έχει φτάσει στο 27,1% συμπεριλαμβανομένων και των ευκαιριακών καπνιστών» και καταγράφεται μείωση κατανάλωσης τσιγάρων «που από το 2007 μέχρι το 2016 φτάνει στο 49%». Το πιο σημαντικό ως στρατηγική κατεύθυνση είναι, σύμφωνα με τον κ. Μπεχράκη, ότι καταγράφεται μείωση του καπνίσματος στις ηλικίες 16 έως 24 ετών. «Εδώ, για τη χρονική περίοδο 2009-2014, έχουμε μείωση του καπνίσματος της τάξης του 33%» τονίζει ο Έλληνας πνευμονολόγος, ενώ προσθέτει πως πρόκειται για θεμελιώδους σημασίας δεδομένο, καθώς το 90% των καπνιστών «παράγεται” προ των 20 ετών (…) Το έχουμε δαμάσει το θηρίο και είναι ζήτημα χρόνου να εξελιχθούν αυτές οι νέες γενιές που “παράγονται” σήμερα, να γίνουν σαραντάρηδες και πενηντάρηδες και τότε θα έχουμε πολύ μεγαλύτερη μείωση του καπνίσματος απ’ αυτήν που ήδη παρατηρείται σήμερα» αναφέρει.

Η ελληνική κοινωνία άλλαξε στάση απέναντι στο κάπνισμα

Έτερα βασικά στοιχεία της πρόσφατης έρευνας καταδεικνύουν ότι αυτή η μεταβολή συνοδεύεται και από ποιοτικά χαρακτηριστικά που αναφέρονται στη σημερινή κοινωνία, στοιχεία αλλαγών που, κατά τον κ. Μπεχράκη, οι επιστήμονες δεν αποδίδουν, αποκλειστικά έστω, στην κρίση. «Δεν θα ισχυριστώ ότι η κρίση δεν παίζει ρόλο, η κρίση υπάρχει παντού, αλλά δεν μπορεί η κρίση να είναι η αιτία που προκάλεσε αυτή τη μεγάλη ποιοτική αλλαγή στον τρόπο σκέψης των Ελλήνων απέναντι στο κάπνισμα. Δεν είναι η κρίση που γέννησε το θυμό και την αναζήτηση των ευθυνών για τη μη εφαρμογή του νόμου από την Πολιτεία» σημειώνει ο Έλληνας πνευμονολόγος, ενώ εστιάζει και σε ένα ακόμη θετικό εύρημα των πρόσφατων ερευνών. «Και στην ηλικία άνω των 65 ετών καταγράφεται ποσοστό 13,5% καπνιστών, ηλικιωμένοι άνθρωποι δηλαδή έχουν πολύ μεγάλη έφεση και τάση για διακοπή του καπνίσματος» αναφέρει.

«Είναι δύσκολο, πράγματι, να πείσουμε έναν 40άρη καθόλα υγιή άνθρωπο, που έχει εθιστεί στη χρήση ενός πακέτου την ημέρα, να μην καπνίζει, γιατί αυτός έτσι έχει μάθει να ζει, είναι εξαρτημένος από το τσιγάρο όταν όμως γίνει κι αυτός εξηντάρης, αρχίσει να έχει κάποια υπέρταση ή λίγο ζάχαρο, ή κάτι να του συμβαίνει, τότε είναι προδιατεθειμένος να το διακόψει και βρίσκει και τη διαδικασία της διακοπής» περιγράφει ο Έλληνας πνευμονολόγος.

Βελτιωμένη η θέση της Ελλάδα στην ΕΕ

Με βάση τα παραπάνω δε, «το ότι εξακολουθούμε να είμαστε στην κορυφή της Ευρώπης έχει πάψει να είναι αληθές εδώ και πολύ καιρό. Όχι μόνο δεν είμαστε στην κορυφή της Ευρώπης αλλά είμαστε στο μέσο όρο και ειδικά με τα παιδιά είμαστε κάτω από τον μέσο όρο της Ευρώπης αυτή τη στιγμή, άρα έχουμε ρεκόρ στην τόσο μεγάλη μείωση σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα» σημειώνει ο κ. Μπεχράκης για να καταλήξει ότι τελικό λόγο για την επιτυχία έχει διαχρονικά και η Πολιτεία. “Λείπει η πολιτική βούληση για την εφαρμογή μιας σωστής νομοθεσίας. Εδώ οριοθετείται ένα τρίγωνο, έχουμε ένα κοινό που επιθυμεί μέχρι θυμού την εφαρμογή του νόμου και έχουμε μια κυβέρνηση -και δεν αναφέρομαι στη σημερινή αλλά σε κυβερνήσεις πολλών ετών από το 2009 που ψηφίστηκε ο νόμος μέχρι σήμερα- και τους κυβερνώντες να ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να τον εφαρμόσουν. Αυτό δεν έχει λογική διασύνδεση, κάτι άλλο συμβαίνει» αναφέρει ο κ. Μπεχράκης, που απαντά και σε ερώτημα για τη χρήση εναλλακτικών όπως τα επονομαζόμενα ηλεκτρονικά τσιγάρα.

«Η δική μας η θέση είναι σαφέστατα εναντίον κάθε μορφής εξάρτησης, συμπεριλαμβανομένης κάθε διαδικασίας χρήσης νικοτίνης με οποιαδήποτε εργαλεία κι αν αυτή συντηρείται. Σήμερα και το ίδιο το ηλεκτρονικό τσιγάρο έχει πάψει πια να ισχυρίζεται ότι αποτελεί εργαλείο διακοπής, αποτελεί μία άλλη οδό συντήρησης της εξάρτησης κατά πολλούς διευκολύνει και την έναρξη της εξάρτησης στα παιδιά. Το κάπνισμα πρέπει να το δούμε ως ουσιαστικό πρόβλημα εξάρτησης, ως μια νόσο αυτόνομη, ο όρος συνήθεια έχει αρχίσει και σβήνεται από το διεθνές λεξιλόγιο και δεν είναι εύκολο να κάνουμε διάκριση όσον αφορά την ενεργητική χρήση των προϊόντων αυτών» τονίζει.